Κυριακή 9 Αυγούστου 2009










Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΩΣ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
Oliver Riser

Rotating_Sphere_wiki

Φωτό:wikipedia

Ένας προσεκτικός κριτής του σύγχρονου κόσμου έχει τονίσει ότι μία από τις βασικές διαφορές μεταξύ της Ρώσικης διακυβέρνησης και των δικών μας σύγχρονων δημοκρατιών είναι το ότι ενώ η Σοβιετική Ένωση διατείνεται ότι μια φιλοσοφία (θεωρία) για τη φύση είναι απαραίτητη, εν τούτοις διατηρεί (επισήμως) μια και μόνο φτωχή -τη στερεότυπη ιδεολογία του διαλεκτικού υλισμούֺ αντιθέτως, τα έθνη του «ελευθέρου κόσμου» δεν αναγνωρίζουν το απαραίτητο μιας τέτοιας ανάγκης και πιστεύουν ότι οι δημοκρατικές μέθοδοι τις οποίες ακολουθούν είναι επαρκείς, παρότι δε βασίζονται πάνω σε μια γενική παγκόσμια θεώρηση ή πάνω στη μεταφυσική.
Οι επικίνδυνες συνέπειες της αδιαφορίας αυτής προς την
ανάγκη μιας γενικής ή «κοινής φιλοσοφίας» (για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση του WalterLippmann) συναποτελούν την ηθική και διανοητική σύγχυση την οποία συναντάμε παντού.

Η Φιλοσοφία η οποία κάποτε αποτελούσε-μαζί με τις οργανωμένες Θρησκείες-μία συνεκτική δύναμη, δεν προσφέρεται πλέον για κοινωνικό θεμέλιο, όπως στο παρελθόν. Στο βιβλίο του «Το μη Ανακαλυφθέν Εγώ (The Undiscovered Self)» ο Κάρολος Γιούγκ τονίζει ότι η φιλοσοφία σήμερα δεν αποτελεί πλέον έναν τρόπο ζωής, όπως στην αρχαιότηταֺ αυτή έχει μεταβληθεί σε μια ακαδημαϊκή υπόθεση για τους απομονωμένους διανοούμενους και τους πνευματικώς εκφυλισμένους: δε μεταφέρει νέα σπέρματα για τη δυνατότητα δημιουργίας μιας νέας κουλτούρας του ανθρώπινου γένους.
Η φιλοσοφία θα πρέπει να είναι κάτι περισσότερο από την άκαρπη ανάλυση της σημασίας των λέξεων και προτάσεων των κληρονομηθείσων γλωσσών του κόσμουֺ πρέπει να είναι ένας τρόπος ζωής, όπως οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι εξελάμβαναν τη φιλοσοφία. Έχουμε ανάγκη την ανάκτηση της στάσης και της σκοπιάς εκείνης-ιδιαιτέρως την εποχή κατά την οποία οι εκ παραδόσεως Θρησκείες στον κόσμο δεν αποτελούν αποκλειστικά όργανα κοινωνικού ελέγχου και ηθικής καθοδήγησης.

Στην πραγματικότητα έχουμε πάρα πολύ απλοποιήσει την Ιστορία. Προς το παρόν υπάρχουν δύο βασικές απόψεις της φιλοσοφίας. Όπως ο C. P. Broad έχει δηλώσει, τα δύο κύρια έργα της είναι τα εξής:

1) Κριτική Ανάλυση των Εννοιών:
α) Ανάλυση των εννοιών: νόμος, αιτία, ομοιομορφία, χώρος, χρόνος, κλπ.
β) Συνήθης γλωσσική ανάλυση πχ πρόγραμμα της Οξφόρδης. (Αυτό δεν το προέβλεψε ο Broad).
2) Θεωρητική Σύνθεση (Speculative Synthesis): Η Φιλοσοφία ως Σύνθεση των Επιστημών (Spencer), η αναζήτηση της σοφίας ως οδηγού της ζωής και της κοινωνικής ανάπτυξης.

Καθένα από αυτά αποτελεί ένα επίσημο πρόγραμμα. Το ιδεώδες είναι η συνένωση αμφότερων: έχουμε ανάγκη και της ανάλυσης και της σύνθεσης, αλληλοσυμπληρουμένων.
Επί τρεις δεκαετίες ως καθηγητής της φιλοσοφίας, υποβάλλω στον εαυτό μου το εξής ερώτημα: Ποιο είναι το έργο του φιλοσόφου στο σύγχρονο τεμαχισμένο κόσμο; Η άριστη απάντησή μου είναι η ιστορική εκείνη του Πλάτωνος: η φιλοσοφία πρέπει να παρέχει σοφία, συνοπτική θεώρηση και καθοδήγηση. Είναι απαραίτητο να αποκατασταθεί η φιλοσοφία προς τον οριστικό αυτό ρόλο διότι η σοφία (Wisdom) ελλείπει από το σύγχρονο κόσμο. Για να καταδειχθεί πως ο ιστορικός αυτός ρόλος είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί θα αναφέρω τις πιο κάτω επτά υποθέσεις.

Υπόθεση 1. Η οργανική ενότητα του Δυτικού κόσμου έχει θρυματισθεί, σχεδόν ανεπανόρθωτα. Η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει μια κοινωνική αποσύνθεση, η οποία δύναται να παρεμποδισθεί μόνο εάν εγκαθιδρυθεί μια νέα σύνθεση στη βάση του υπάρχοντος υλικού και εάν νέες αρχές θεσπισθούν.
Η καταπληκτική αύξηση και μεταβολή του περιεχομένου των σύγχρονων επιστημονικών ανακαλύψεων, η οποία άρχισε αργά κατά το δέκατο έβδομο αιώνα και έφθασε στο μάξιμουμ κατά τον εικοστό αιώνα, χωρίς να σταματήσει, έχει αφήσει στο δρόμο της την καταστροφή μιας μαζικής πνευματικής κληρονομίας, μαζί με μερικά αφάνταστα πολύπλοκα επιστημονικά συμπεράσματα και προτάσεις, τα οποία ακόμη δεν έφθασαν στο επίπεδο εκείνο της κατανόησης για τη δημιουργική μόρφωση, η οποία είναι απαραίτητη.

Με μια λέξη, εμείς οι οποίοι ζούμε κατά το δεύτερο μισό του παρόντος αιώνα (20ου) είμαστε πράγματι μάρτυρες, της καταστροφής των δυτικών πολιτιστικών μας (Cultural) προτύπων. Πριν των σύγχρονων επιστημονικών προόδων υπήρχε μια απεριόριστη (Implicit) σύνθεση-ή τουλάχιστον μια υπόσχεση και μια τάση προς σύνθεση στη συστηματοποιημένη κίνηση των Δυτικών πολιτιστικών προόδων. Η υπόσχεση αυτή αντιμετωπίζει θανάσιμους κινδύνους.

Με τη συνήθη κλίση του προς υπεραπλοποίηση, ο Bertrand Russell έχει διακηρύξει ότι ο σύγχρονος Δυτικός πολιτισμός είναι το προϊόν τριών παραγόντων-της Βίβλου, των Ελλήνων και της μηχανοκρατίας (Machinery). Εκ πρώτης όψεως αυτό είναι αληθές. Η Βίβλος, δηλ. η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη μας έδωσαν τη θρησκευτική μας παράδοση την Ιουδαϊκό-χριστιανική σύνθεση. Οι Έλληνες μας έδωσαν επιστήμη και πολιτικό ορθολογισμό-όπως η Πολιτεία του Πλάτωνος και τα Πολιτικά και τοΌργανον του Αριστοτέλους. Η μηχανοκρατία η οποία αποτελεί σύντομο όρο για τη βιομηχανική επανάσταση, μας έδωσε τα εργοστάσια, τις μεγάλες πόλεις, τη συγκεντρωτική γραμμή και όλα τα προβλήματα τα οποία δημιούργησε ο μηχανικός πολιτισμός.
Κατ’ ουσίαν, η σύνθεση αυτή ουδέποτε ήταν εντελώς αρμονική. Πάντοτε υπήρχαν διαφωνίες: ο Χριστιανισμός δεν μπορούσε πάντοτε να συμβιβασθεί με το Ελληνικό ορθολογιστικό στοιχείο, και η βιομηχανία και το εμπόριο δεν μπορούσαν πάντοτε να εναρμονισθούν με την ηθική του Ιησού-κ.ο.κ.

Με την πάροδο των δεκαετιών του παρόντος αιώνα ο χρόνος στρέφεται κατά της επιβίωσης της εκ παραδόσεως συνθέσεως, του μεγάλου δηλαδή κληροδοτήματος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πριν ή καταστραφεί αυτή ολοσχερώς. Όχι μόνο οι επιστημονικές αναπτύξεις δεν βρίσκονται σε αρμονία με την παράδοση και τους θεσμούς, αλλά αποτελούν επίσης, με συνεχώς αυξανόμενη αναλογία, την ανάπτυξη (των) νέων ρευμάτων, η οποία μας αναδιοργανώνει. Δεν έχουμε μόνο μια κρίση κατά καιρούς, με ανεπαρκή ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή μας για την αντιμετώπιση της, αλλά και τον αυξανόμενο αριθμό των ριζοσπαστικών εννοιών, οι οποίες μας επιβάλλονται και οι οποίες πολλαπλασιάζονται ταχύτερα προς κάθε νέα σύγκρουση. Παρατίθενται τα σπουδαιότερα νέα ρεύματα.

ΑΤΟΜΙΚΗ ΔΟΜΗֺ ΣΧΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΦΥΣΙΚΗΣֺ Κβαντομηχανικήֺ ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΦΥΣΙΚΗֺ ΚΟΣΜΙΚΕΣ ΑΚΤΙΝΕΣ.
1) ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, ΤΗΛΕΤΥΠΟΣ, ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ, ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ, ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ.
2) ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΚΛΕΚΤΙΚΗ ΑΝΑΤΡΟΦΗ.
3) ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ (ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΦΡΟΙΝΤ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΙΟΥΓΚ) ΚΑΙ ΨΥΧΟΣΥΝΘΕΣΗ (ASSAGIOLI ΚΑΙAUROBINDO).
4) ΡΑΝΤΑΡֺ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΣΚΟΠΙΑ ΚΑΙ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ.
5) ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΑΝΟΣΙΑ, ΑΣΗΠΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ, ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ, ΤΡΑΝΚΟΥΙΛΑΙΖΕΡΣ (Καταπραϋντικά).
6) ΗΛΕΚΤΡΟΕΓΚΕΦΑΛΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ (ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΑ ΚΥΜΑΤΑ).
7) ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ, ΘΕΩΡΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ, ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΙ ΜΕΤΡΗΤΕΣ.
8) ΤΕΧΝΗΤΟΙ ΔΟΡΥΦΟΡΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ.
9) ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΗ ΦΥΣΙΚΗ, ΘΕΩΡΙΑ ΥΠΕΡ-ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΗΤΑΣ, ΚΟΣΜΙΚΟΣ ΜΑΓΝΗΤΙΣΜΟΣ (ΜΑΓΝΗΤΟΥΔΡΟΔΥΝΑΜΙΚΗ).

Σημειωτέον ότι δεν υπάρχουν ανάλογα ρεύματα στη Θρησκεία και τη φιλοσοφία. Δεν υπάρχει «έκρηξη γνώσεων» (Knowledge Explosion). Παρά ταύτα οι πιστοί οπαδοί της παράδοσης δεν πρόκειται να παραδεχθούν ότι ο παλιός κόσμος-τριάντα αιώνες πολιτισμού-πρόκειται να καταστραφεί. Θα υποστηρίζουν αυτοί ότι τα νέα συνταρακτικά ρεύματα υφίστανται στη Φυσική (Θερμοπυρηνική ενέργεια), στη Χημεία (συνθετικά), στη βιολογία (DNA), στην Ιατρική (αντιβιοτικά, αντινευρωτικά), στη βιομηχανία (αυτοματισμός), και ότι έχουμε ήδη επιδείξει την ικανότητα μας να προσανατολιζόμαστε και να χρησιμοποιούμε τέτοιου είδους μεταβολές χωρίς καμία ριζοσπαστική αλλαγή των βασικών μας πεποιθήσεων ή αξιών. Οι αυθεντικές απόψεις είναι ακόμη έγκυρες, αιωνίως τέλειες όπως μια διαθήκη-αν και πιθανόν να μην είμαστε ικανοί να εφαρμόσουμε την ιδέα της προφητικής αποστολής του Χριστού στους κατοίκους άλλων αστρικών σωμάτων, εάν αυτοί δεν είναι ένοχοι λόγω του «προπατορικού αμαρτήματος» του Αδάμ και της Εύας στον Κήπο της Εδέμ.

Η συντηρητική αυτή άποψη, η οποία προσπαθεί να αφομοιώσει τις προόδους της σύγχρονης επιστήμης μετά της αναμενόμενης σύνθεσης απουσία βασικών μεταβολών στους υπόλοιπους τομείς συμφωνίας, απλώς δεν θα αντέξει μετά από μία προσεκτική και λεπτομερή εξέταση. Για ν΄ αποδειχθεί το εσφαλμένο της άποψης αυτής, εκθέτω πιο κάτω τη δεύτερή μου υπόθεση η οποία έχει ως εξής:

Υπόθεση
II. Πιστεύω ότι υπάρχει ένας στενός παραλληλισμός μεταξύ σύγχυσης, η οποία υπάρχει στις βασικές έννοιες της επιστήμης, μαθηματικής και φυσικής και της σύγχυσης περί των μεθόδων, σκοπών και αξιών, οι οποίες χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη ζωή, κοινωνικώς και ηθικώς.
Καθώς τα πρώτα έχουν έρθει στο φως μέσω των ανακαλύψεων στη σύγχρονη φυσική επιστήμη, κατά τον ίδιο τρόπο και η σύγχυση στην κοινωνική και ηθική ζωή ακολουθεί τη σύγκρουση στην εφαρμοσμένη επιστήμη, μέσω ανακαλύψεων και τεχνολογιών, επί παλαιών θεσμών, παλαιών εθίμων και σύγχρονων δραστηριοτήτων. Οι παρατηρούμενες κρίσεις στα πολιτικοοικονομικά ιδεολογικά συστήματα παραλληλίζουν την ανάγκη για θεωρητική ανακατασκευή των επιστημονικών σχηματισμών. Επιθυμώ επομένως να εξετάσω την υπόθεση αυτή, την αφορούσα στην επαναπροσαρμογή των κοινωνικών σχέσεων και των θεωρητικών βάσεων της επιστήμης, ως δύο φάσεων της ίδιας ενοποιημένης κατεύθυνσης. Αποτελεί ίσως πεποίθηση ότι ούτε ένας δύναται να διαλευκάνει κοινωνικές έννοιες (όπως ανθρώπινη ελευθερία, ευθύνη, δημοκρατία) δίχως της διαλεύκανσης εννοιών που χρησιμοποιούνται στη φυσική επιστήμη (όπως νόμος, ντετερμινισμός, τελολογία κλπ). Ακόμη ούτε και ο κομμουνισμός με τη μονόπλευρη κομματική γραμμή, δύναται να καθορίσει μια ατομική και κοινωνική ηθική για την ανθρωπότητα που αφορά στο διαλεκτικό υλισμό.

Το πρόβλημα της πραγμάτευσης μιας σύνθεσης εντός του πεδίου των φυσικών επιστημών, σε σχέση με τις υποθέσεις τους, τις μεθόδους τους και τα γενικά συμπεράσματα, συγκεντρώνεται στο πρόβλημα της φιλοσοφίας της φύσεως και του ανθρώπουֺ το πρόβλημα της επίτευξης όχι μόνο αυτής της ενοποίησης αλλά της περαιτέρω αρμονίας μεταξύ των πορισμάτων της και των σκοπών και αξιών της πολιτιστικής (Cultural) ζωής της ανθρωπότητας, είναι το πρόβλημα της φιλοσοφίας στην ευρύτερή της έννοια. Μέχρι σήμερα η φιλοσοφία απέτυχε σε αμφότερους τους τομείς.
Το έργο τούτο δεν αποτελεί εφεύρεση δική μου, αλλά παρουσιάζεται υπό του σύγχρονου πολιτισμού. Συνίσταται στην εναρμόνιση των μεθόδων, της γενικής θεωρίας και των ειδικών συμπερασμάτων της επιστήμης στους ποικίλους τομείς και στη μεταφορά αυτών σε μία ενσωματωμένη σχέση προς τις συγκρούσεις, οι οποίες αναφύονται στη σύγχρονη ανθρώπινη ύπαρξη, στις απέραντες ποικιλίες των διαφερόντων και των δραστηριοτήτων της.

Υπόθεση
III. Ημείς οι άνθρωποι ζώντες στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα πρέπει ενσυνείδητα να δημιουργήσουμε μια νέα σύνθεση, ένα πλανητικό τρόπο του σκέπτεσθαι και συναισθάνεσθαι, η οποία θα είναι για τον επόμενο αιώνα ό,τι ο Σχολαστικισμός για το μεσαίωνα και ό,τι ο Μαρξισμός για το μισό του σύγχρονου κόσμου. Η νέα αυτή σύνθεση πρέπει να αποτελεί μια παγκόσμια φιλοσοφία-όχι πλέον την αποκλειστική ιδιοκτησία ή συνεισφορά του «Δυτικού ανθρώπου»-και θα πρέπει να βρίσκει την πρακτική της εφαρμογή όχι μόνο στη δύση, αλλά και στην ανατολή.

Υπόθεση IV. Για να κατανοηθεί πλήρως η σύγχρονη βάση της σκέψης σε όλους τους τομείς της γνώσης είναι απαραίτητη μια πλήρης κατανόηση της «προϊστορίας», της ιστορίας δηλαδή της εξελίξεως της φιλοσοφίας, της επιστήμης, της θρησκείας, της ψυχολογίας, των πολιτικών επιστημών κτλ. Μόνο μέσα από την επισταμένη μελέτη αυτής της προϊστορίας καθίσταται δυνατή η δημιουργική αντιμετώπιση της μεταβληθείσας δομής, η οποία χαρακτηρίζει τις ριζοσπαστικές και νέες προκαταλήψεις του εικοστού αιώνα σε όλους τους τομείς. Αν επιθυμούμε να αποφύγουμε την επανάληψη των τραγωδιών του παρελθόντος, πρέπει να κατανοήσουμε το παρελθόν-και μετά να το υπερβούμε (Transcent).
Βεβαίως υπάρχουν σήμερα απειράριθμες Ιστορίες της φιλοσοφίας και της επιστήμης, αλλά αυτές είναι συχνά απλές καταγραφές γεγονότων με μικρή συνοπτική άποψη της σημασίας αιτιοκρατικής αλληλουχίας. Ο πολύς λαός επομένως αποκλείεται από την επίγνωση της σημασίας των τεραστίων εννοιολογικών μεταβολών οι οποίες έχουν επιτελεσθεί-στη μακραίωνη Ιστορία-και οι οποίες στην πραγματικότητα έχουν μεταβάλει ακόμη και το έδαφος στο οποίο βρισκόμαστε. Οι νέες αυτές ιδέες οι οποίες επηρεάζουν βασικές προκαταλήψεις, διακλαδίζονται σε όλους τους τομείς της ύπαρξης και περιλαμβάνουν όχι μόνον τις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, αλλά επίσης και τη θρησκεία και τη φιλοσοφία.
Ο Αϊνστάιν έχει τονίσει ότι η ατομική βόμβα μετέβαλε τα πάντα, εκτός από τον τρόπο του σκέπτεσθαι. Αναγνώρισε ο ίδιος την ανάγκη «ενός νέου τρόπου σκέψης»-αλλά ο ίδιος αδυνατούσε ν΄ αναπτύξει τη νέα αυτή άποψη. Αυτό μας φέρνει στην πέμπτη υπόθεση μου.

Υπόθεση V. Το έργο της Επιστήμης και της Φιλοσοφίας είναι διπλό: α) η καλλιέργεια της ιδέας ότι ένας νέος τύπος σκέψης και προσανατολισμού πρέπει να αποβεί ενεργητικός (operative) στον επερχόμενο πολιτισμό, αν και ο άνθρωπος πρόκειται να επιζήσει σ’ αυτό τον πλανήτηֺ και β) η προσπάθεια πρόβλεψής του πώς η γη, η ανθρωπότητα και ο κόσμος, θα εμφανίζονται ως υφιστάμενα, όταν αυτά θα κατανοούνται στην αναφορά προς τις αναφαινόμενες αρχές.
Η νέα άποψη δε δύναται να είναι μια a priori υπερεπιβολή εκ των άνω. Πρέπει αυτή να είναι το ανάκυπτο αποτέλεσμα μιας δημιουργικής εξέλιξης επί του ανθρώπινου επιπέδου.

Υπόθεση VI. Το έργο της φιλοσοφίας συνίσταται στο να προνοεί για το πνευματικό έμβρυο της παγκόσμιας ένωσης και να προμηθεύει τις μορφογεννητικές δυνάμεις για κοινωνική δημιουργικότητα.Αλλά η ερχόμενη παγκοσμία ένωση δε δύναται να είναι τελείως νέα. Πρέπει να διατηρήσει ό,τι καλύτερο κληροδότησε το παρελθόν. Πρέπει να έλθει ως μια δημιουργική σύνθεση όλων των ανθρώπινων προσπαθειών του παρελθόντος και του παρόντος. Μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο δύναται να περισωθεί η ανθρώπινη περιπέτεια. Οι μύθοι αποτελούν τα όνειρα της φυλής, τις υψηλές φιλοδοξίες του ανθρώπινου γένους και τη δύναμη προς μια ανακατασκευή της ανθρωπότητας ως μία αρχέτυπη εικόνα για ένα νέο πρότυπο του ανθρώπου.
Κανένας λαός ή περίοδος γνωρίζει τελείως την ακριβή έννοια της προσπάθειας αυτής. Οι αμετάβλητες προσπάθειες της ανθρωπότητας αποτελούν τις προεικασίες ενός μελλοντικού ιδεώδους κόσμου, ο οποίος, όπως η Πόλις του Θεού του Αγ. Αυγουστίνου, έχει την αρχή του σε αυτό τον κόσμο του παρόντος και προβάλλει τον εαυτό του σε ένα κόσμο του μέλλοντος, πέραν ενός σκοτεινού και ευτελούς ορίζοντος του άσχημου παρόντος.

Υπόθεση VII. Την εμφάνιση της νέας σύνθεσης δεν την εγγυάται ούτε η «Θεία Πρόνοια» ούτε ο φυσικός νόμος. Ο άνθρωπος οφείλει να μάθει να κάμπτει το τόξο της ανθρώπινης Ιστορίας σε μία σπειροειδή χρονική σύνθεση. Το «νεκρό παρελθόν» είναι αυτό που είναι –ή ήταν- αν και αυτό που ήταν «καθ’ αυτό» δεν το γνωρίζουμεֺ αλλά το παρελθόν ως μια ζωντανή Ιστορία-Ιστορία δηλ. που έχει διαφωτισθεί από τη φαντασία του ανθρώπου-είναι αυτό το οποίο οι λόγιοι νομίζουν ότι είναι, και αν, ως αποτέλεσμα νέων προοπτικών, οι προφήτες μας επιτυγχάνουν να δουν τη σημασία της Ιστορίας ως μια κοινωνικοπολιτιστική αλυσίδα εκπορευόμενη από την αιτιότητα σε νέα βάση, έχουμε πράγματι μεταβάλει την Ιστορία. Πράγματι, γεγονός η εξέλιξη είναι ό,τι είναι, εν μέρει λόγω των επιδράσεών του στα επερχόμενα έτη και αν μεταβάλουμε τις επιδράσεις (δηλ. τις αντανακλώμενες συνέπειες) μέσω τη μάθησης των «μαθημάτων τους» και μέσω της τροποποίησης των μελλοντικών μας ενεργειών, έχουμε μεταβάλει τα ίδια τα γεγονότα. Κάθε γεγονός ζει στις συνέπειες, που ακτινοβολεί. Επομένως, η Ιστορία πρέπει να ανανεώνεται (επαναγράφεται) συνεχώς, αν ενδιαφερόμαστε για την πρόοδό μας, διότι πρόοδος σημαίνει μεταβολή των συνεπειών των προηγούμενων κρίκων στην αιτιολογική αλυσίδα της ανθρωπίνης περιπέτειας. Αυτό αποτελεί το κατά πρότυπο του οργανισμού, μη Αριστοτελικό-κατ’ αντίθεση προς τον Αριστοτελικό οπαδό της θεωρίας των στοιχείων-τρόπο ερμηνείας.

Η σύνθεση (απαρτίωση-Integration) της γνώσης είναι έργο δύσκολο, αλλά αντιμετωπίζουμε μια πρωτοφανή κρίση και για τη λογική κατανόηση και αντιμετώπιση της κρίσης αυτής, μια πειθαρχημένη Ιστορική έρευνα της οργάνωσης της ανθρώπινης σκέψης τυγχάνει απαραίτητη, για να κατανοήσουμε έτσι, τους πράγματι απίστευτους κλονισμούς αυτής της οργάνωσης στα 150 τελευταία έτη. Μετά από αυτά, πρέπει να εξερευνήσουμε τι πρέπει να γίνει,-ποιο είναι το επόμενο βήμα.
Η συζήτησή μας περί ενός «πλανητικού πολιτισμού» βασισμένου σε μία «παγκόσμια φιλοσοφία» θα ερεθίσει ασφαλώς τους αντίθετους προς την ιδέα της σύνθεσης και απαρτίωσης.
Οι κριτικές αυτές δύνανται να αναφέρονται στο ότι το «καλύτερο» του Δυτικού κόσμου είναι ασύγκριτο με το «καλύτερο» του Ανατολικού και αντίθετα. Εάν αυτό είναι αληθές τότε έκαστον «καλύτερο» δεν είναι αρκετά καλό, διότι ό,τι είναι καλό πρέπει να έχει οικουμενικότητα.(Universality).

Κατά συνέπεια ενότητα-εν τη ποικιλία,- πρέπει να παραμείνει ο σκοπός μας. Οτιδήποτε είναι αληθές στο Ινδικό σύστημα (Hindu), στη Γιόγκα, στο Ζεν και τον ανατολικό μυστικισμό, είναι επίσης τόσο αληθές για τη Δύση όσο η δυτική λογική και οι επιστημονικές μεθοδολογίες είναι έγκυρες και εφαρμοστές στους ανατολικούς πολιτισμούς. Το πρόβλημα παραμένει το ίδιο, σύνθεση. Το έργο αυτό της σύνθεσης ανήκει κυρίως σε ένα ΔΙΕΘΝΕΣ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΥ, όπως και προ ετών δήλωσα.

ΜΕΧΡΙ ΠΟΥ ΦΤΑΝΕΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ


Φωτό:Wikipedia

Η ασφάλεια μπορεί να συμβιώσει με τη δημοκρατία;

Αυτά τα δύο αποτελούν το πολιτικό πρόβλημα της εποχής μας και χρειάζονται επειγόντως σκέψη και διαβούλευση, αν πραγματικά θέλουμε να διατηρήσουμε τη δημοκρατία ως προοίμιο ισότητας και ελευθερίας και να μη μείνει αυτή ένα κενό γράμμα απλώς σε ανάμνηση των αγώνων που έκαναν οι πρόγονοί μας για μία περισσότερο ελεύθερη ζωή.

Στο Στρασβούργο, μια μικρή γαλλική πόλη κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία, όπου θα γινόταν η Σύνοδος του ΝΑΤΟ, λήφθηκαν τόσο ισχυρά μέτρα ασφαλείας που κατέληξαν σε αστυνομική περιστολή της καθημερινής ζωής των κατοίκων, στην προσβολή της αξιοπρέπειάς τους μια και τους ανάγκασαν να φέρουν σφραγίδα επάνω τους που να πιστοποιεί ότι είναι κάτοικοι της πόλης (!) και στην ανατροπή της αίσθησης σταθερότητας και ασφάλειας που έδιναν μέχρι τώρα οι δυτικές δημοκρατίες στους πολίτες τους.
Μην ξεχνάμε ότι και οι δικτατορίες επικαλούνται λόγους ασφάλειας ως αιτία για την αστυνόμευση, που μπορεί μάλιστα να είναι και αληθινή αιτία. Δεν λέμε ότι πρέπει οι Σύνοδοι να γίνονται χωρίς μέτρα ασφαλείας σε κάποια έκφραση παιδικής αφέλειας, αλλά εννοούμε ότι θα πρέπει οι ηγέτες να σκεφθούν σοβαρά τι είναι αυτό που οδήγησε σε μια τέτοια ανάγκη (αν όντως υπάρχει τέτοια βέβαια). Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι και για το κοινό έγκλημα λαμβάνονται μέτρα προστασίας με κατάργηση των ατομικών ελευθεριών όπως με τις κάμερες παρακολούθησης, φαινόμενο το οποίο π.χ. στο Λονδίνο είναι πολύ έντονο με τις μισό περίπου εκατομμύριο κάμερες, τότε το πρόβλημα αναδεικνύεται τεράστιο. Γιατί αυτή η ανάγκη δείχνει ότι η κοινωνία (τοπικά ή διεθνώς ή και τα δύο) νοσεί βαριά, περιλαμβάνοντας στην κοινωνία και την ηγεσία της.

Δεν βλέπουν τα σημεία των καιρών, την κοινωνική αποσύνθεση, την έλλειψη στόχων ζωής και προοπτικών; Δεν βλέπουν τη διεθνή δυσαρμονία που μετά την λήξη του ψυχρού πολέμου ανάμεσα στα δύο μεγάλα μπλοκ έχει εξαπλωθεί ανάμεσα σε όλες τις χώρες, μικρές και μεγάλες, που επί τόσες δεκαετίες είχαν την αυταπάτη ότι το μόνο που έφταιγε ήταν η επιρροή των ισχυρών, χωρίς να αναλογίζονται και τον εαυτό τους.

Οι στόχοι ζωής ατόμων και εθνών ήταν και είναι μόνον η υλική ευμάρεια καθώς και η υπεροχή έναντι των υπολοίπων, η οποία είναι ανταγωνιστικό στοιχείο και μπορεί να πάρει πολλές μορφές από την πιο πρωτόγονη όπως το χρήμα ως μέσο ανάδειξης μέχρι την πιο λεπτή όπως ο πολιτισμός. Όμως και στις δύο περιπτώσεις καλλιεργούνται μόνον οι κτητικές τάσεις, ο ατομισμός, η υπεροχή της ομάδας ή του έθνους με στόχο αυτή καθαυτή την υπεροχή και όχι τις ιδιότητες που τη συνιστούν. Έτσι τελικά και βαθμιαία ο άνθρωπος οδηγείται σε αντικοινωνικές συμπεριφορές που αποσυνθέτουν τον κοινωνικό και διεθνή ιστό και οδηγούν τους σχετικά πιο υγιείς ανθρώπους σε απόγνωση. Αυτό συμβαίνει γιατί, ακόμη και στην περίπτωση της πολιτισμικής υπεροχής, η υπεροχή αυτή (αν βέβαια είναι αληθινή, γιατί μπορεί να είναι και μία αυταπάτη) γίνεται ένα είδωλο και κάθε είδωλο είναι ένας υλισμός που δεν οδηγεί πουθενά αλλού παρά μόνον στην άρνηση της ύπαρξης των άλλων μέσω υποβάθμισής τους μέσα στη συνείδησή μας. Πέραν τούτου μία τέτοια υπεροχή είναι αμφισβητούμενη, όπως για παράδειγμα τέτοια πολιτισμική υπεροχή είναι για τη Δύση η ελεύθερη και ισότιμη με του άντρα θέση της γυναίκας στην κοινωνία, ενώ για άλλες χώρες αποτελεί πολιτισμική υπεροχή η ακριβώς αντίθετη κατώτερη θέση της γυναίκας. Προφανώς εδώ ο κανόνας αλήθειας δεν βρίσκεται στον πολιτισμικό φονταμενταλισμό ως διαφορετικότητα, αλλά στον κανόνα αρχής και εν προκειμένω στην αρχή της ισότητας και της ελευθερίας.

Είναι φανερό ότι είναι αναγκαία μία άλλη ματιά τόσο απέναντι στα ελαττώματά όσο και απέναντι στα προτερήματα τα δικά μας και των άλλων. Αυτό είναι απαραίτητο γιατί είναι τρομερά δύσκολη η δίοδος ανάμεσα σε πράγματα που φαίνονται τόσο αντιφατικά μεταξύ τους, όπως ο άνθρωπος ως άτομο, η ομάδα και η ανθρωπότητα συνολικά, γιατί αυτά συγκρούονται μεταξύ τους στο επίπεδο συμφερόντων και αξιολόγησης δικαιωμάτων και αυταξίας. Αν μάλιστα υπολογίσουμε μέσα στα ενδιαφέροντά μας και το μη ανθρώπινο περιβάλλον, τότε τα πράγματα γίνονται δραματικά για τις αντοχές των ανθρώπων.

Θα πρέπει λοιπόν να αναφέρουμε τρεις θεμελιώδεις όψεις βίας που είναι βαθιά αντικοινωνική και που επηρεάζει μεγαλύτερα σύνολα:

1) Η πρώτη είναι οπωσδήποτε η βία της φτώχειας και της έλλειψης δημοκρατικού πολιτισμού και όχι μόνον θεσμών. Αυτή η βία δεν είναι συνήθως σε αληθινή αντιστοίχιση με την ανάγκη και τη δικαιοσύνη, αλλά η υπάρχουσα ανάγκη και κοινωνική αδικία καταλήγει να αποτελεί πλην άλλων και ένα πρόχειρο πεδίο για ανάδειξη της ελλοχεύουσας τάσης του ανθρώπου για επιβολή και εκδίκηση τόσο προσωπική όσο και αφηρημένη. Δηλαδή οι πράξεις των ανθρώπων για αποκατάσταση της ισότητας, της δικαιοσύνης και της ελευθερίας μπορεί να μη στοχεύσουν τελικά κυρίως σε αυτές τις αρχές, αλλά συχνά να εκτραπούν σε μία άλογη βία που τείνει να πάρει τη θέση της προηγούμενης άδικης και βίαιης επιβολής και χωρίς καμμία σύνδεση με τις παραπάνω επικληθείσες αρχές. Αυτό μπορεί να συμβεί στις επαναστάσεις και σε κάθε είδους αντίδραση προς την κοινωνική αδικία. Η πραγματικά ορθή αντίδραση θα απαιτούσε μία καλύτερη κατανόηση του περιεχομένου των επιδιωκόμενων αρχών, των κινήτρων και της αληθινής ανάγκης.

2) Η δεύτερη είναι η βία του φονταμενταλισμού και των συνυφασμένων και με αυτόν συμφερόντωνόπως π.χ. της απαξίωσης της γυναικείας ύπαρξης στη μισή σχεδόν υδρόγειο με τη στήριξη βέβαια του ανδρικού πληθυσμού. Εδώ η Δύση δεν έχει δείξει αληθινό ενδιαφέρον για θεσμικό και πολιτικό μετασχηματισμό όπως αυτό φαίνεται στην περίπτωση του Αφγανιστάν με τη συνέχιση της σαρία και σ’ ένα μικρότερο βαθμό στο Ιράκ. Αυτό απαξιώνει τη Δύση στο επιχείρημά της για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε αυτού του είδους τη βία υπάρχει ο κίνδυνος η βούληση των υποταγμένων ανθρώπων να συναινεί σε αυτήν, να συναινούν δηλαδή στο να είναι θύματα, οπότε εδώ μπορεί να αναδειχθεί ένα κατά βάση φιλοσοφικό πρόβλημα, αυτό της μη σύμπτωσης της ατομικής βούλησης με την αρχή της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας και η εξεύρεση λύσης είναι θέμα ειλικρινούς διαβούλευσης και όχι της στρατηγικής.

3) Η τρίτη είναι αυτή της στρατηγικής βίας υπό τις δύο εκδοχές της∙ της βίας που ασκούν ισχυρά πολιτικοοικονομικά, πολιτισμικά και στρατιωτικά συμφέροντα και από την άλλη η τρομοκρατική βίαυπό την έννοια του ασύμμετρου αιφνιδιασμού και της τυφλής προσβολής κοινωνικών συνόλων και στόχων, η οποία δυστυχώς κατάφερε να μοχλεύσει (πράγμα που πιθανόν να ήταν σκοπούμενο) και να οδηγήσει σε ένα νέο αστυνομικό αυταρχισμό τις κοινοβουλευτικά ώριμες κατά τα άλλα κοινωνίες μας σε συνέργεια με τους φονταμενταλιστές της Δύσης. Εδώ πρέπει να καταθέσουμε όμως και την άποψη ότι όποιο και να είναι το άλλοθι της ασύμμετρης βίας, είναι βαθιά ενάντια στον άνθρωπο και την ανθρωπιστική ανάπτυξη και στρεβλώνει τις πολιτικές εξελίξεις οδηγώντας σε έναν ομοιοπολικό (όμοιου χαρακτήρα) και το ίδιο ανίερο φονταμενταλισμό. Σε αυτό δεν μπορεί να υπάρξει άλλοθι.

4) Υπάρχει και η ατομική ή κοινωνική βία που δεν αφορά μεγάλα σύνολα ή είναι τελείως περιστασιακή και σπάνια, χωρίς να δημιουργεί ισχυρά και πάγια διαχεόμενο σε χώρο και χρόνο κλίμα βίας στην κοινωνία και η οποία μπορεί να πάρει διάφορες μορφές, άμεσες ή έμμεσες. Και εδώ χρειάζεται προσοχή, γιατί η βία σαν έννοια έχει πολύ ευρύ περιεχόμενο (πολύ ευρύτερο από όσο φανταζόμαστε) και μπορεί ο τρόπος που την αντιλαμβάνεται κανείς να χρησιμοποιηθεί εποικοδομητικά ή όχι. Οι βίαιες αντιδράσεις λοιπόν ενός ανθρώπου εκτός εξουσίας μπορεί να οφείλονται σε διάφορους λόγους όπως π.χ.:

α) Μπορεί κάποιος στην προσπάθεια να πετύχει τους στόχους του να αντιδρά εγωιστικά και αντικοινωνικά με παραβατικό τρόπο. Αυτή η συμπεριφορά αποτελεί μία μορφή βίας ακόμη και όταν δεν στοχεύει στην ζωή των άλλων αλλά σε άλλα στοιχεία της υπόστασής τους π.χ. την περιουσία τους. Η εγκληματική συμπεριφορά όμως αντιμετωπίζεται από το ποινικό δίκαιο των χωρών και έχει επί μακρόν συζητηθεί ο τρόπος αντιμετώπισής της, αλλά όπως αποδεικνύουν τα πράγματα όχι και τόσο επιτυχώς. Η διαβούλευση απέτυχε όπως φαίνεται από το ότι τα κράτη καταφεύγουν σήμερα σε περιστολή των ατομικών ελευθεριών για έλεγχο της εγκληματικότητας, πράγμα που δεν είναι εποικοδομητικό, αντί να προσπαθήσουν να θεραπεύσουν τα αίτια που είναι το πραγματικά καλύτερο για το σύνολο.

β) Ίσως απλά και ανθρώπινα ένας άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει και διαμαρτύρεται για να ακουστεί ή κάνει κάτι για την κατάστασή του, πράγμα όμως που μπορεί να γίνει με θεμιτούς ή αθέμιτους τρόπους ανάλογα με το πολιτισμικό αποτύπωμα του ανθρώπου ή το βαθμό της απόγνωσής του, οπότε θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε κάποτε και την αδιαφορία της κοινωνίας και του κράτους ως μία μορφή βίας.

γ) Η παραπάνω κοινωνική αδιαφορία πρέπει να αντιμετωπιστεί κάποτε σαν μορφή βίας που ασκείται μέσω παράλειψης να πράξει η κοινωνία αυτό που είναι χρέος της να πράξει είτε νομικά είτε ηθικά. Αυτή η αδιαφορία βέβαια σπανίως αντιμετωπίζεται από τον νόμο (εξάλλου θα ήταν αδύνατο κάτι τέτοιο, γιατί η ηθική δεν επιβάλλεται), αλλά ακριβώς σε αυτά τα σημεία στα οποία δεν μπορεί να υπεισέλθει ο νόμος βρίσκονται οι αναζητούμενες λύσεις: δηλαδή στη συνείδηση των ατόμων και της κοινωνίας. Αλλά δυστυχώς είναι και αυτή αναζητούμενη. Το ότι κάποιος είναι επιτυχημένος αλλά αντικοινωνικός και επαρμένος, σαν αυτούς τους άγγλους τραπεζικούς που πετούσαν ειρωνικά και προσβλητικά στους διαδηλωτές 10λιρα από τα παράθυρα της τράπεζας κατά τις πρόσφατες διαδηλώσεις του Λονδίνου είναι μία ψυχολογική μορφή βίας (π.χ. απέναντι σε εκείνους που είχαν μείνει άνεργοι λόγω της τραπεζικής κρίσης), ενώ η σκέτη αδιαφορία θα ήταν πιο λεπτή και απροσδιόριστη βία. Η συμπεριφορά εκείνη έδειξε υπερμεγέθη έπαρση και μια βαθιά ριζωμένη αίσθηση τάξεων, όχι καλύτερη από τις κάστες των Ινδιών, η οποία όμως αίσθηση δεν διαθέτει τουλάχιστον ταυτόχρονα και εκείνη την αξιοπρέπεια που έστω ορισμένοι από την ανώτερη τάξη διέθεταν, όπως ο αριστοκράτης που στο ναυάγιο του Τιτανικού έβαλε τη γυναίκα του στη σωστική λέμβο, ενώ ο ίδιος επέστρεψε στο πλοίο για να πεθάνει «σαν άντρας» ή με κώδικα τιμής, για να μην υποβαθμίζουμε τις έννοιες ρατσιστικά.

δ) Επίσης κάποιος μπορεί να θέλει να ασκήσει πολιτικές και άλλες πιέσεις, ορθές ή λανθασμένες(όπως η διαφθορά), σε ένα πολιτικό και κοινωνικό ιστό, που μπορεί νομίμως να ξεκινά από μια απλή διαμαρτυρία ή πίεση και να φθάνει πέραν του νομίμου σε σοβαρή απειλή κατά της κοινωνικής τάξης, ασφάλειας και ελευθερίας.

Μπορεί βέβαια η ανάλυση της βίας να επεκταθεί σε πλείστες όψεις της ανθρώπινης ζωής που δεν θα γινόταν αντιληπτή ως βία.

Το πρόβλημα γεννιέται από το ότι όλες οι πιέσεις αυτού του είδους μπορεί να θεωρηθούν ως μία μορφή βίας, εφόσον τείνουν στο να επιβάλουν σε άλλους κάτι που δεν θέλουν. Τα ολοκληρωτικά καθεστώτα βασίζονται σε μία τέτοια αντίληψη για απαγόρευση κάθε κοινωνικής διαμαρτυρίας. Και φυσικά και εκείνοι που έχουν ευμάρεια δεν έχουν λόγο να αποδεχτούν μία τέτοια διασάλευση της ηρεμίας τους.

Εδώ η αντίληψη της κοινωνικής και κρατικής αδιαφορίας επίσης ως έμμεσης βίας θα βοηθούσε ίσως στην εξισορρόπηση των αντιλήψεων, όχι για να αυξήσει την επιθετικότητα αυτών που μειονεκτούν, αλλά αντίθετα για να αυξήσει το αίσθημα ευθύνης και ενδιαφέροντος τόσο αυτών που δεν βρίσκονται σε ανάγκη και έχουν τα μέσα να βοηθήσουν όσο και των άλλων που θα πρέπει να αντιληφθούν και τη δική τους συμμετοχή στο πολιτισμικό αποτύπωμα της κοινωνίας το οποίο δημιουργεί τις ανάγκες ή τις ανισότητες.

Σε μία κοινωνία από την οποία λείπουν οι αξίες τα πράγματα είναι πιο επικίνδυνα. Οι αξίες δεν λείπουν υπο την έννοια ότι δεν είναι γνωστές, αλλά υπό την έννοια ότι δεν ασκούν σχεδόν καμμία πρακτική επιρροή στην καθημερινή και την δημόσια ζωή. Δεν εννοούμε βέβαια ότι οι αξίες πρέπει να είναι μόνον σαν τις υπερβατικές αξίες που προωθούσαν οι εκκλησίες των διαφόρων θρησκειών σε παλαιότερους καιρούς, αδιαφορώντας για την φτώχεια και την ανάγκη των ανθρώπων, ενώ οι ίδιες απολάμβαναν τον πλούτο ακόμη και με συγχωροχάρτια. Ούτε είναι αξίες οπωσδήποτε αυτές που αντιλαμβάνεται ως τέτοιες η φονταμενταλιστική και μαζικοποιημένη πλειοψηφία των ανθρώπων σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, γιατί τότε θα έπρεπε να θεωρήσουμε ως αξίες και αυτές που αποδεχόταν ως τέτοιες η ναζιστική νεολαία και το ναζιστικό κόμμα που είχε εκλεγεί με «δημοκρατικές διαδικασίες» από το λαό. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι όλες οι αξίες στο πεδίο της πράξης αποτελούν το πεδίο της δοκιμασίας η μια της άλλης, αλληλοσυμπληρούμενες.
Η υπερβατικότητα από το ένα μέρος μπορεί να καταντήσει ένα ψεύδος, για να κρατηθεί κάποιος στην αμάθεια και τη φτώχεια χωρίς να αντιδράει, και επομένως η αλήθεια της διακήρυξής της κρίνεται και από την παράλληλη επαρκή υλική και ψυχολογική φροντίδα για τους ανθρώπους, χωρίς αυτό να είναι μία εγωιστική φιλανθρωπία. Από το άλλο μέρος η υλική ευμάρεια μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εξαχρείωση του ανθρώπου σε μια κοινωνία όπου η ισχύς θα επικρατεί ως ιδέα και οι άνθρωποι δεν θα γνωρίζουν ούτε θα ονειρεύονται τίποτε άλλο έξω από αυτό και μάλιστα με σχεδόν δεδομένο απαρχής τον νικητή λόγω της ήδη συσσωρευμένης ισχύος του.


Φωτό:Wikipedia

Η ισχύς όμως έχει δύο πόλους: την εξουσία και την υποταγή. Και κατά ένα περίεργο τρόπο οι λάτρεις της εξουσίας σχετικά εύκολα υποτάσσονται κιόλας! Και να μην ξεχάσουμε τη ρήση του Ζαν Ζακ Ρουσσώ ότι «ο άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος, αλλά είναι παντού αλυσοδεμένος. Μερικοί θεωρούν τον εαυτό τους αφέντη άλλων, όμως είναι πιο σκλάβοι και απ’ τους σκλάβους». Και όταν λέμε εξουσία εννοούμε όχι μόνον την πολιτική αλλά και αυτήν που ασκείται στην καθημερινή ζωή από τον κοινό άνθρωπο.

Η παράμετρος της πλειοψηφίας φυσικά είναι πιο κοντά στο δίκαιο, γιατί το συνηθέστερο υπήρξε οι λίγοι να καταπιέζουν τους πολλούς και αυτό που μέχρι σήμερα έλειπε ήταν κυρίως η ελευθερία των πολλών. Αλλά και το αντίθετο δεν έλειπε. Επίσης οι παραδοχές της πλειοψηφίας δεν είναι κατ’ ανάγκην πάντοτε ορθές σε οποιοδήποτε πεδίο και αν το ερευνήσει κανείς. Οι αξίες όμως σε κάθε περίπτωση είναι ανεξάρτητες από τους αριθμούς του πλήθους και έχουν μία αυθυπαρξία καθαυτές, χωρίς να επηρεάζονται από τον υποκειμενισμό του ανθρώπου.

Επομένως μάλλον χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε το περιεχόμενο των ατομικών δικαιωμάτων, τα οποία πρέπει να πάψουν να είναι απλά ευχολόγια και να καταπατούνται σε κάθε ευκαιρία. Αντί να προσαρμόζουμε το περιεχόμενό τους στην εκάστοτε επιθυμία μας, καλύτερο είναι να προσαρμοσθούμε εμείς σε αυτό που κατά βάθος ξέρουμε (και στο βαθμό που το ξέρουμε) ότι είναι το περιεχόμενό τους. Το σίγουρο είναι ότι κατανοούμε περισσότερα από όσα είμαστε διατεθειμένοι να πράξουμε και σε αυτό έγκειται ένα βασικό πρόβλημα. Και να παραδεχθούμε ότι πολλοί είναι οι παράγοντες που συντρέχουν στη διαμόρφωση του σημερινού κλίματος ανελευθερίας που εξαπλώνεται στη δημοκρατική δύση αλλά και στην ανατολή, στην έξαρση των φονταμενταλισμών κάθε είδους, καθώς και στην κοινωνική εγκληματικότητα και αδιαφορία.
Ο κυριότερος όμως παράγοντας είναι
η απογύμνωση της ύπαρξης του ανθρώπου από όποια αξία πέραν της οικονομικής ευμάρειας και της προσωπικής ευχαρίστησης σε μία μεταφορά της επιθυμούμενης αλλά ανέφικτης διάρκειας της ζωής στα πράγματα, επειδή αυτά ζούν περισσότερο, και στη συσσώρευση αναμνήσεων για γεγονότα ως ειδώλων, επειδή ο άνθρωπος είναι μεν θνητός αλλά δήθεν ως υποκείμενο τα χειρίζεται ο ίδιος και αισθάνεται κύριος της μοίρας του. Έτσι λοιπόν πρέπει να απαντήσουμε και στην εσωτερικευμένη οντολογική ανασφάλεια, γενικεύοντας την προσέγγιση του An.Giddens στο ίσως πιο σημαντικό και διαχρονικό βιβλίο του «Οι συνέπειες της Νεωτερικότητας» (εκδ.Κριτική 2001).

Αλλά δεν μπορεί κανείς ανέξοδα και στο διηνεκές να προβαίνει σε κάθε είδους βία, χωρίς να επισύρει μια τελική βία πάνω του που θα καταστρέψει το οικοδόμημα. Αυτό είναι μια πραγματική πρόκληση της εποχής μας, αν και δεν φαίνεται να είναι κανείς ηγέτης διατεθειμένος να διαβουλευτεί για να δοθεί μία ουσιώδης απάντηση από την ίδια την ανθρωπότητα. Τα συμφέροντα είναι ισχυρά, οι προσκολλήσεις ισχυρές, η αδράνεια μεγάλη και … τι απομένει; Ο πανδαμάτωρ χρόνος…


Ιωάννα Μουτσοπούλου, Δικηγόρος

Μέλος της Γραμματείας της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ

ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ


Tου Δημοσθένη Κυριαζή

Τον τελευταίο καιρό ακούγονται πολλές φωνές για κρίση του πολιτικού συστήματος και για επείγουσα ανάγκη αλλαγής της σημερινής πολιτικής. Μια τέτοια όμως αλλαγή δεν έχει καμία αξία αν δεν ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε, ή ακριβέστερα τι θέλουμε να εννοούμε, με το αφηρημένο ουσιαστικό «πολιτική».
Αν δεν συμφωνήσουμε σε ένα γενικής αποδοχής ορισμό της πολιτικής, η αλλαγή θα γίνει χωρίς πυξίδα και γρήγορα θα αρχίσουμε να συζητάμε για αλλαγή της αλλαγής.

Τι είναι πολιτική
Ένας από τους πολλούς ορισμούς του όρου «πολιτική»είναι και ο ακόλουθος:«Πολιτική είναι ότι δημιουργεί όραμα και στόχους στους πολίτες».

Είναι φανερό ότι η δημιουργία κοινών στόχων στο σύνολο, στο 100% των πολιτών, είναι νομοτελειακά[1]αδύνατη. Κοινοί στόχοι στην πράξη μπορούν να δημιουργηθούν μόνο στην πλειονότητα, στην πλειοψηφία των πολιτών. Συνεπώς, ο παραπάνω ορισμός γίνεται σαφέστερος στην ακόλουθη διατύπωση:«Πολιτική είναι ότι δημιουργεί όραμα και στόχους στην πλειοψηφία των πολιτών»

Αν δεχθούμε τον παραπάνω ορισμό, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε και τα εξής συμπεράσματα που επάγονται από αυτόν:

(1) Τα προγράμματα ηγετών, κομμάτων και ειδημόνων, είναι απλά προτάσεις δημιουργίας στόχων και όχι πολιτικές. Τα προγράμματα αυτά συνιστούν πολιτικές τότε και μόνο τότε όταν υιοθετούνται και εγκρίνονται από την πλειοψηφία των πολιτών. Αυτό το απλό και λογικό συμπέρασμα πρέπει να κατανοηθεί και να βιωθεί από του πολιτικούς - της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης – αλλά περισσότερο από τους απλούς πολίτες. Ηθικό, λογικό και πρακτικό δικαίωμα δημιουργίας πολιτικών έχουν μόνο οι πολίτες· αυτοί που θα πληρώσουν το κόστος και πρέπει να εισπράξουν τα κέρδη της υλοποίησης των πολιτικών.

(2) Οι πολιτικές έχουν έννοια μόνο στις δημοκρατίες. Στα άλλα πολιτεύματα « οι πολιτικές» είναι οι στόχοι και το όραμα των ολίγων· του μονάρχη, των ηγετών, των κομμάτων, του κατεστημένου της εξουσίας.

(3) Απόψεις και προγράμματα που δεν έχουν την έγκριση της πλειοψηφίας των πολιτών, δεν είναι απλώς λάθος που ονομάζονται πολιτικές· είναι ένα σκόπιμο «λάθος» που υπηρετεί ευνόητα ιδιοτελή συμφέροντα του κατεστημένου της εξουσίας.


Δημιουργία στόχων· ένα γενικό χαρακτηριστικό της Φύσης

Τα μέλη τόσο των έμβιων όσο και των άβιων συστημάτων, έχουν την εγγενή, την αυθόρμητη τάση, δημιουργίας και πραγματοποίησης στόχων.

Η ύπαρξη αυτού του εγγενούς χαρακτηριστικού, γίνεται φανερή στις διαδικασίες επιβίωσης (θρέψη, αναπαραγωγή ) των έμβιων συστημάτων. Στον άνθρωπο η δημιουργία στόχων εμφανίζεται σε πολύ μεγαλύτερη έκταση και με ιδιαίτερα μεγαλύτερη ένταση απ’ ότι στα άλλα έμβια συστήματα. Αυτό το φυσικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου αποτέλεσε το όχημα της κυριαρχίας του στη γη.

Στα άβια συστήματα, η δημιουργία στόχων δεν είναι τόσο εμφανής, ούτε λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο όπως στα έμβια και ιδιαίτερα στα ανθρώπινα συστήματα. Ένα παράδειγμα δημιουργίας στόχων στα άβια συστήματα είναι η απόκτηση μαγνητικών ιδιοτήτων (μαγνητισμού) στα σιδηρομαγνητικά υλικά.Στα υλικά αυτά, ο μαγνητισμός δημιουργείται από την τάση, από την «πολιτική» των ατόμων να προσανατολίζουν στην ίδια κατεύθυνση τις μαγνητικές τους ροπές, δημιουργώντας έτσι μικροσκοπικούς μαγνήτες, που ονομάζονται περιοχές weiss.[2]

Η «πολιτική» των σιδηρομαγνητικών υλικών ίσως είναι το καλλίτερο μοντέλο οργάνωσης και πραγματοποίησης της επερχόμενης παγκοσμιοποίησης. Η σοφία του ανθρώπου είναι ασήμαντη μπροστά στη σοφία της φύσης.


Ο προαναφερθείς ορισμός της πολιτικής σε συνδυασμό με το αναμφισβήτητο γεγονός ότι στους ανθρώπους μεγιστοποιείται το φυσικό χαρακτηριστικό της δημιουργίας στόχων, είναι απόλυτα συμβατός με τον ορισμό του Αριστοτέλη: «Ο άνθρωπος είναι ζώο πολιτικό».

Οι παραπάνω σκέψεις οδηγούν έναν απλό πολίτη στο συμπέρασμα, ότι οι σημερινές «πολιτικές» συνιστούν στρέβλωση και παράβαση φυσικών αρχών· ότι μοιάζουν με πράξη ευνουχισμού μιας φυσικής ιδιότητος που οργανώνει και πραγματοποιεί η κοντόφθαλμη «εξουσία» των ανθρώπων.


Μια πραγματικά νέα πολιτική
Είναι φανερό ότι μια πραγματικά νέα πολιτική προϋποθέτει πρωτίστως την επαναφορά της πολιτικής στη λογική των προαναφερθέντων· απαιτεί την ελεύθερη και συνειδητή δημιουργία στόχων στην πλειοψηφία των πολιτών. Μια πολιτική που θα βασίζεται σε αυτή την αρχή, θα συμβάλει αποφασιστικά στην πραγματοποίηση των εξής σημαντικών αλλαγών:
(1) Να αλλάξει η νοοτροπία των σημερινών ηγετών από αυτή του ηγεμόνα και πρίγκιπα που είναι σήμερα, σε αυτή του άρχοντα της αρχαιοελληνικής Δημοκρατίας. Ίσως είναι χρήσιμο να θυμηθούμε ότι στη αρχαιοελληνική γλώσσα άρχοντας ονομαζόταν αυτός που έμπαινε στην αρχή ενός οργανωμένου σχηματισμού· ο επικεφαλής, ο μπροστάρης.
(2) Να αποκτήσουν τα πολιτικά κόμματα το ρόλο που προβλέπεται στο άρθρο 21 του Θεμελιώδους Νόμου της Βόννης, σύμφωνα με τον οποίο «σκοπός των κόμματων είναι η συμβολή στη δημιουργία πολιτικής βούλησης» και όχι η δημιουργία μηχανισμών κατάκτησης και άσκησης της εξουσίας που είναι σήμερα.

Τα λοιπά οράματα και στόχοι των πολιτών, που θα δημιουργηθούν μετά από μια τέτοια αλλαγή, έπονται. Όμως είναι ευνόητο ότι τώρα οι στόχοι της νέας πολιτικής θα έχουν: Μικρό ρίσκο για τον ορθολογισμό τους, μεγάλο ηθικό βάρος, μεγάλη αποδοχή και υψηλή εφικτότητα.

Η σημερινή εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας και της κοινωνίας της πληροφορίας, είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την εφαρμογή αυτής της νέας πολιτικής. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία για τη δημιουργία της κοινωνίας των πολιτών και τον μετασχηματισμό της σημερινής «κουλτούρας του πολέμου» σε “κουλτούρα της ειρήνης”, που οραματίστηκε ο Frederico Mayor [3].

Όχημα υλοποίησης αυτής της νέα πολιτικής, θα είναι η λειτουργία μιας Ψηφιακής Πνύκας, που θα έχει σε σύγκριση με την Πνύκα της Αθήνας: Απλούστερη, φιλικότερη, ταχύτερη και πιο αξιόπιστη λειτουργία, εξαιρετικά μεγαλύτερη χωρητικότητα και θα λειτουργεί με πάρα πολύ μικρότερο άμεσο και έμμεσο κόστος.


Το πρότυπο του νέου ηγέτη
Τον τελευταίο επίσης καιρό γίνονται εκτιμήσεις και προτάσεις για το πρότυπο ενός νέου ηγέτη που θα βγάλει τη χώρα από την κρίση και θα την απαλλάξει από τις σημερινές ιδιοτελείς «πολιτικές» του κατεστημένου της εξουσίας και τους μηχανισμούς που ανέπτυξε για τη στήριξη του.

Σαν τέτοια πρότυπα ηγετών, έχουν για παράδειγμα προταθεί, μεταξύ των άλλων:
Ο μεταρρυθμιστής Μέγας Πέτρος[4] που ονομάστηκε πατέρας του Ρωσικού Έθνους και ο σύγχρονος Πούτιν[5] της Ρωσίας.

Οι προτάσεις όμως αυτές δεν είναι συμβατές με όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως περί πολιτικής, αλλά ούτε και με την ιστορία και κουλτούρα των Ελλήνων.

Πρότυπο ηγέτη ο οποίος θα μπορούσε να μας βγάλει οριστικά από την κρίση είναι Εκείνος που θα στηρίξει τη λήψη των «μέγιστων» αποφάσεων από το σύνολο των πολιτών με ψηφιακά δημοψηφίσματα και θα στηριχθεί σε αυτές τις αποφάσεις· πρότυπο ηγέτη θα είναι Εκείνος που θα πιστέψει και θα εφαρμόσει το δόγμα ότι «τα προβλήματα στις Δημοκρατίες λύνονται με περισσότερη και γνησιότερη Δημοκρατία».

Τέτοιο πρότυπο ηγέτη είναι ο Περικλής[6] της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, που στήριξε και στηρίχθηκε στη Εκκλησία του Δήμου. Αυτός που μετέφερε αρμοδιότητες από τον Άρειο Πάγο των ευγενών, στη Βουλή των Πεντακοσίων των απλών πολιτών . Αυτός που επέκτεινε το δικαίωμα συμμετοχής στην Εκκλησία του Δήμου στους φτωχούς ζευγίτες. Αυτός επί των ημερών του οποίου μεσουράνησαν, η Δημοκρατία και ο ανεπανάληπτος Κλασσικός Ελληνικός Πολιτισμός .


[1] Στατιστική και όχι ντετερμινιστική νομοτέλεια.

[2] Η περιστροφή ενός ηλεκτρονίου γύρω από τον πυρήνα ισοδυναμεί με κυκλοφορία ηλεκτρικού ρεύματος. Το ρεύμα αυτό δημιουργεί μια μαγνητική ροπή m που έχει τιμή m=e.f.s , όπου e το φορτίο του ηλεκτρονίου, f η συχνότητα περιστροφής του και s το εμβαδόν της τροχιάς περιστροφής του. Στα σιδηρομαγνητικά υλικά ένα υποσύνολο ατόμων προσανατολίζει αυθόρμητα τις μαγνητικές ροπές και έτσι δημιουργούνται μικροσκοπικοί μαγνήτες (οι περιοχές weiss).

[3] Frederico Mayor. Ισπανός πολιτικός, λόγιος, ποιητής και ουμανιστής. Διετέλεσε υπουργός, δήμαρχος Μαδρίτης και Γενικός Διευθυντής της UNESKO.

[4] Απόψεις για την αντιμετώπιση της πολιτικής κρίσης στη Ελλάδα, ομάδας Ελληνοαμερικανών Πανεπιστημιακών.

[5] Χρήστος Γιανναράς. ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ 14-09-2008.

[6] Περικλής μεγάλος πολιτικός ηγέτης και μεταρρυθμιστή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας (490 – 429 πΧ). Συνεχιστής του έργου του θεμελιωτή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας Κλεισθένη, του οποίου την ανιψιά Αγαρίστη είχε παντρευτεί.

Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, σ’ όλη την διάρκεια του στοχασμού, το πρόβλημα της μεγέθυνσης και της διαμεσολάβησης του ασήμαντου, μέσα από το μηδαμινό, το κάτω και του μέτριου, η διαμεσολάβηση και η αντιπροσώπευσή του μέσα από το παραφουσκωμένο τίποτε, παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα στρέβλωσης του πολιτισμού και της έννοιας της αντιπροσώπευσης.
Ακριβώς αυτή η επιλογή του τίποτε, αποδεικνυότανε τόσο σαν η αυτοειδωλοποίηση του κυρίαρχου, όσο και σαν η επιλογή των κυριαρχούμενων. Ο Νίτσε, αλλά και νιτσεϊκά ο Μπωτριγιάρ, μίλησαν για την γοητεία του κενού.
Είναι ένα κενό που δεν νοείται με την βουδιστική ενάργεια ή ως χώρος – οντότητα, ως πεδίο συνάντησης των όντων, αλλά ως περιεχόμενο χωρίς ύπαρξη και ποιότητα.


Ανέδειξαν αυτό το κενό, σε βάθρο επιλογής του αβυσσαλέου ναρκισσισμού. Αυτή την επιλογή, του αβυσσαλέου ναρκισσισμού, την βλέπουμε να διαβαίνει στην ιστορία, την πολιτική και τα μέσα ενημέρωσης. Κατά καιρούς, παίρνει αυτή την μυθική διάσταση και την παροδική μυθικότητα των υποψηφιοτήτων που ζητούν να εκπροσωπήσουν την ανθρώπινη παρουσία και υπόσταση στην ιστορία.
Μια τέτοια περίπτωση διεκδίκησης εκπροσώπησης της ανθρώπινης υπόστασης στην ιστορία, αποτελεί και η πρόσφατη υπο την γυναικεία και νεαρή ιδιότητα η υποψηφιότητα για την αντιπροεδρία των ΗΠΑ. Αυτό συμβαίνει σε μια πολύ νευραλγική ιστορική περίοδο της ανθρωπότητας, στο ηγεμονικό κράτος της Υδρογείου, στο οποίο διασταυρώνονται οι ωμότητες των συμφερόντων, της ισχύος και των μη επαρκώς μαζικά νοήμονων ανθρώπων απέναντι στο Είναι και στο Περιβάλλον. Οι συστηματοποιημένες αυτές ωμότητες εξουσίας, προσποιούνται ότι είναι ευφυείς και έχουν την αλαζονεία ως έμβλημα τους. Αυτή η ζωική προσποίηση και η τάση της ζωικότητας να αισθανθεί τον εαυτό της ως θεότητα, καθώς δεν μπορεί να την αισθανθεί με βάση την κατανόηση του Είναι, προβάλλει ως ωμότητα και βαρβαρότητα. Αυτό συμβαίνει όπως ακριβώς ο θηρευτής με τα όπλα του, ή όπως αυτός που προσεύχεται στον Θεό για τους πετρελαιαγωγούς της Αλάσκας, ή για τον πόλεμο της χώρας του σε άλλες χώρες, ξεχνώντας, διαγράφοντας και εκμηδενίζοντας τους άλλους.
Εδώ, υπάρχει μια σύγχυση, μεταξύ ισχύος και ευφυΐας. Κάποιοι δεν έχουν συλλάβει ότι το τέλος της ισχύος είναι η τραγωδία, γιατί η ισχύς δεν μπορεί να αυτοσυντηρηθεί χωρίς θεμελιώδη νόηση. Οι στρατηγικές των συμφερόντων, δεν είναι νόηση αλλά ζωικός μηχανισμός. Δεν είναι η συνείδηση του εαυτού, είναι η εκμηδένισή του σ’ αυτό το όργιο της παροδικότητας.
Μέσα λοιπόν σ’ αυτό το όργιο της παροδικότητας οικοδομείται η επικαιρότητα. Φυσικά και η προεκλογική επικαιρότητα των μέσων μαζικής ενημέρωσης της χώρας που ονομάζεται ΗΠΑ και κυβερνάει έναν πλανήτη, στον 21ο αιώνα για τους Χριστιανούς, στην Χ χιλιετία και εκατονταετία για τους Εβραίους, για τους Μουσουλμάνους κλπ. Κάπως πιο ορθολογικά είναι τα ημερολόγια των Ινδουιστών και των Βουδιστών αλλά και αυτά με κάποια μυθική αφετηρία. Οι ΗΠΑ κυβερνάνε έναν πλανήτη, ο οποίος θα δοκιμαστεί πολύ σκληρά μέσα από αυτή την τεχνολογική οργάνωση του ανορθολογισμού όπως θα έλεγε και ο μακαρίτης Μαρκούζε. Αυτή η χώρα διεκδικείται να κυβερνηθεί από ένα πρώην δήμαρχο μιας κωμοπόλεως ελληνικού μεγέθους. Μέσα από προσευχές για το πετρέλαιο, από μια κυβερνήτη μιας πολιτείας χιονισμένης σαν τα παραμύθια και μέσα από τα παραμύθια των καλλιστείων και των μέσων ενημέρωσης που δουλεύουν με αυτό το όργιο της παροδικότητας, το οποίο οντοποιούν ως επικαιρότητα.
Ερχόμαστε μπροστά στο ιστορικό σταυροδρόμι της ανθρωπότητας, στον 21ο αιώνα. Σε μια εποχή που σε ανάλογη θέση υποψηφιότητας, θα έπρεπε να ήταν αναγνωρισμένες δημοκρατικά, ηγετικές φυσιογνωμίες του μεγέθους του Homo Universalis, των παγκόσμιων ανθρώπων. Στο σταυροδρόμι μιας ανθρωπότητας που θα έπρεπε να είχε αναλάβει στα χέρια της, με υπεύθυνη θέληση, την ελευθερία για τον εαυτό της και την αειφορία του πλανήτη. Σε μια ανθρωπότητα, που θα έπρεπε όχι απλώς να είχε ένα όνειρο ελευθερίας, αλλά και θα μπορούσε να είναι ελεύθερη, από τα τέρατα των συμφερόντων, που αποτελούν μια αβυσσαλέα νεοπλασματική λαίλαπα, που έχει προβάλλει πάνω της και την βαμπιρίζει.
Που είναι ο «άνθρωπος του δρόμου»; Που είναι ο στοχαστής άνθρωπος να υψώσει το βλέμμα, να επικαλεστεί τον εαυτό ή τα βάθη του εαυτού του, να σηκώσει το χέρι ή να σφίξει το χέρι με τον συνάνθρωπο; Που είναι αυτή η οντότητα που λέγεται άνθρωπος και που συνιστά την πολύ μεγαλύτερή της που αποκαλείται ανθρωπότητα και κυριαρχεί στον πλανήτη; Πώς αυτή η οντότητα κυριαρχείται από την μηδενική ή ορθότερα αρνητική μετριότητά της, υποβιβάζοντας την ίδια την μετριότητα σε μηδενικότητα και αρνητικότητα; Αυτό δεν παραμένει ένα μυστήριο; Δεν είναι ένα πολύ μεγάλο μυστήριο, η πολιτική γοητεία και αυτό το τρομερά φτωχό και μηδαμινό ο όποιο αποτέλεσμα των εκλογών; Τι έρχεται να προσθέσει στο όραμα και στην ζωή της δημοκρατίας;
Τι γνωρίζουν οι ουτιδανοί της γνώσης για «Freddy Mac» και «Fannie Mae», την γεωγραφία του πλανήτη, τα αδίστακτα «αέρια του θερμοκηπίου».
Τι γνωρίζουν για το χριστιανικό βάθος και το εξισώνουν δημοσιογραφικά με τη Σάρα Πέϊλιν ως «περισσότερα μωρά, τα περισσότερα όπλα και περισσότερο Ιησού»; Ποια είναι η σχέση του Ιησού με τα όπλα, όταν στον κήπο της Γεσθημανή, ζήτησε αφοπλισμό από τον έναν εκ των μαθητών Του απέναντι στην Φαρισαϊκή φρουρά και στον καταδότη Ιούδα; Τι γνωρίζουν; Πολύ δε μάλλον περισσότερο καθώς βρίθουν αντιφάσεων τα βιογραφικά αυτών των ανθρώπων. Και όμως! Μια μετρίας εμφάνισης φυσιογνωμία είναι το είδωλο των μαζών. Γίνεται είδωλο των μέσων ενημέρωσης. Θα παρέμενε ως τέτοιο είδωλο αν βροντούσαν τόσο άπληστα τα «κανόνια» της Αμερικανικής οικονομία και το σχέδιο Πόλσον;
Αυτός είναι επαναλαμβανόμενος θρίαμβος των κανόνων της Χιτλερικής δημαγωγίας. Ας μην ξεχνάμε τους επτά κανόνες της δημαγωγίας που υπάρχουν στο «Αγών μου» και ας μην ψάχνουμε σε περιφερειακούς ταραξίες τον Χίτλερ. Αυτός ήταν στο κέντρο μιας Μεγάλης Δύναμης. Εκεί δουλεύονται οι τέλειες τεχνικές της επικοινωνίας και οι μεγάλες παραισθήσεις. Έτσι αρχίζει ο δρόμος για αυτούς τους συλλογικούς Μάκβεθ. Έτσι αρχίζει ο δρόμος για την πτώση του Οιδίποδα. Το παραλήρημα των μέσων ενημέρωσης με την ειδησεογραφία πόσο υπηρετεί την δημοκρατία πια; Ας γίνουμε ειλικρινείς. Η δημοκρατία χρειάζεται περισσότερη σιγή, περισσότερη σιωπή. Δεν χρειάζεται τα τύμπανα των μέσων ενημέρωσης ή τις «δυνατές εικόνες» για τα αδύναμα μυαλά.
Ας μην ξεχνάμε τους τυμπανιστές της Νυρεμβέργης. Υπάρχει και η άλλη όψη της πολιτικής γοητείας, της ενδεδυμένης με όλο τον διάκοσμο της κοινωνίας του θεάματος. Εξάλλου ακόμη και τις μεταφυσικές λιτότητες του Χριστού, κάποιες θρησκευτικές οργανώσεις και άλλοι τινές, τις κάνουν σούπερ-σταρ, εμπόρευμα χολυγουντιανό, ή ακόμη και Γούντστοκ που μπορούν να το πουλάνε πολιτικά.
Ας μην ξεχνάμε ότι και η ροκ είναι πια επικοινωνιακή κουλτούρα των αγοραίων θρησκειών μας.
Έτσι λοιπόν τίθεται ένα πολύ μεγάλο «quo vantis», από την αντίθετη πλευρά, για την δημοκρατία, για τα μέσα ενημέρωσης, την πολιτική και τον άνθρωπο ως οντότητα. Όμως δεν υπάρχουν αυτιά να το ακούσουν και μέσα για να το πουν. Σε αυτό το σύγχρονο πανδαιμόνιο θορύβου, έχουν κορεστεί τα αυτιά από την παραίσθηση και την υποκρισία. Αυτό το όργιο της επικαιρότητας, που λέγεται ενημέρωση, επικοινωνία, και «μοντέρνος άνθρωπος», ανάθεμα κι αν άγγιξε κάτι από τον Διαφωτισμό. Ανάθεμα και αν διάβασε κάτι από κλασσική σκέψη αυτός ο σύγχρονος άνθρωπος. Έτσι γινόμαστε ουτιδανοί. Ο ουτιδανός στους ουτιδανούς στρέφεται. Αυτό όμως δεν αποτελεί άλλοθι για τον φασισμό ή τον όποιο ολοκληρωτισμό. Ο ολοκληρωτισμός όπως πολύ καλά έλεγε ο Γιάσπερς είναι θέμα του μαζικού πολιτισμού. Εξ άλλου ο κάθε ολοκληρωτισμός πάντα διενεργούσε την θεοποίηση του κενού, του μηδέν και του τίποτε και προσπαθούσε να υποκαταστήσει το Είναι με το τίποτε. Γιατί λοιπόν αυτή η γοητεία του τίποτε;
Θα αναφέρουμε επτά λόγους αφιερωμένους στους διαμορφωτές γνώμης και στους κατασκευαστές ηγετών και υπηκόων. Αυτοί μπορούν να επαναπαύονται στις εφήμερες δάφνες τους από την Αμερική της όποιας θρησκοληψίας και της οργιώδους παράστασης, έως το Ιράν και από το Ιράν έως την Ιαπωνία και σ’ όλη την υδρόγειο. Δεν θα κάνουμε το λάθος να πούμε ότι αυτά τα φαινόμενα εμφανίστηκαν για πρώτη φορά ή μόνο σε αυτή τη χώρα. Υπήρχαν πάντα.
Στην Ελλάδα ειπώθηκε το "Ανθ'ημών, Γουλιμής" και στην Ελλάδα επίσης διαβλέπουμε την λατρεία των μέσων ενημέρωσης και του κενού, που φέγγει μέσα από την δική μας απώλεια φωτεινότητας και την προσαύξηση του δικού μας σκοταδιού.
Το πείσμα της θέωσης του τίποτε, η εντροπία των μέσων, των διαμεσολαβητών και των διαμεσολαβούμενων δεν είναι ο σωτήρας του 21ου αιώνα. Το τίποτε ως επιλογή μας, είναι η σαφής καταστροφή μας. Μέσα στο τίποτε πρέπει να συμπεριλάβουμε και τις ωραίες ρητορείες καθώς πολλά προοδευτικά λεγόμενα παραμένουν ρητορείες.
Κανείς δεν εργάζεται για την απώθηση και εξόντωση του τίποτε, μέσα στον εαυτό του. Ακόμη και αυτοί που είναι αντίπαλοι του μετριότερου, του ασημαντότερου, του μικρότερου, του μηδαμινότερου, στρατηγούν με βάση το δικό τους όραμα του τίποτε. Το παιχνίδι παίζεται με τον ανταγωνισμό στο γήπεδο του τίποτε, στην εικόνα, στο χαμόγελο που δεν έχει ψυχή, στην αγκαλιά που δεν έχει αγάπη, στο ηλίθιο βλέμμα που κοιτάζει απλανώς και το χέρι που δείχνει, γνωστό από όλες τις πολιτικές συναντήσεις ενώπιον δημοσιογράφων. Με απλανές βλέμμα που προσποιείται την αναγνώριση του άπειρου μέσα στο πλήθος ενώ αυτό βυθίζεται μέσα στο σκοτάδι, στο μάτι του Άρχοντα του τίποτε, για να θυμηθούμε και λίγο τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών».

Επτά λόγοι για τους οποίους το τίποτε είναι τόσο κυρίαρχο
Υπάρχουν επτά λόγοι για τους οποίους το τίποτε είναι τόσο κυρίαρχο. Είναι τόσο κυρίαρχο που κυριαρχεί ακόμη και σε αυτούς που ανταγωνίζονται το τίποτε των άλλων τιποτένιων. Έτσι προσανατολίζει τόσο το γήπεδο όσο και τους κανόνες μόνιμα σε αυτό το τίποτε. Προσανατολίζονται όλοι οι αδύναμοι και αδύνατοι στο να μπορέσουν να πουν ένα όχι στο τίποτε, ολοκληρωμένο και ακέραιο. Όσοι επιδιώκουν να αρθρώσουν κάτι αληθινό πρέπει να είναι έτοιμοι αν χρειαστεί να πουν το δικό τους «τετέλεσται» απέναντι στο πλήθος που μαίνεται στη λατρεία του τίποτε.
1. Ο πρώτος λόγος συνίσταται στο ότι το τίποτε μας δημιουργεί την ψευδαίσθηση ενός όντος που διαφεύγει από τον θάνατο, γιατί ακριβώς είναι το τίποτε το άγονο μηδέν. Δεν είναι το μηδέν της Άλγεβρας Μπουλ. Είναι το άγονο μηδέν. Δεν είναι το μηδέν που προστίθεται σε άλλους αριθμούς. Είναι το χωριστικό, το ρατσιστικό, το μοναχικό μηδέν. Η υποκατάσταση λοιπόν του όντος από το τίποτε γίνεται επιλογή μας. Είναι μια πηγή ψευδαίσθησης και εξομοίωσης του όντος με την εκμηδένιση. Μια προσομοίωση με τον θάνατο και την ψευδαίσθηση της υπέρβασής του. Το τίποτε ως το άγονο μηδέν είναι αντιμέτωπο με τον θάνατο. Εσείς πιστεύετε ότι προσπέρασε ποτέ το φάντασμα αυτό που λέγεται τίποτε, το άγονο αυτό μηδέν, τον θάνατο; Αντίκρισε ποτέ την διάρκεια, την αιωνιότητα;
2. Ο δεύτερος λόγος συνίσταται στο ότι το τίποτε, είναι κοινό μας είδωλο και κτήμα. Δεν περιφέρεται ως ατομικότητα. Δεν είναι εαυτός, δεν Είναι. Άρα μας χωράει σαν κτήτορές του. Είναι το πορνείο μας.
3. Ο τρίτος λόγος είναι ότι το τίποτε είναι κενό ηχείο κατ’ αντιστροφή του Λόγου που σωματοποιείται. Εκφέρει έναν ανόητο ήχο, αποτελεί το πυρήνα του άνοος και το αμάρτημά του.
4. Ο τέταρτος λόγος είναι ότι το τίποτε είναι υποκείμενο και υποχείριό μας κατά φαντασία μας, γιατί δεν υπάρχει. Όμως δεν μπορεί να χειραγωγηθεί το τίποτε γιατί δεν υπάρχει.
5. Ο πέμπτος λόγος είναι γιατί το τίποτε είναι μη αντικείμενο. Δεν μπορεί να σταθεί απέναντι μας. Δεν είναι αντικείμενο. Δεν αντίκειται σε μας. Δεν υπάρχει διαλεκτική σχέση ανάμεσα σε μας και σε εκείνο. Στην διαλεκτική σχέση πρέπει να μάθουμε και να επικοινωνήσουμε. Εδώ, δεν χρειάζεται. Είμαστε στον απόλυτο ναρκισσισμό μας.
6. Ο έκτος λόγος είναι γιατί το τίποτε είναι η ευκολία, η ευκαιρία και το εμπόρευμά μας, είναι αγοραίο. Βολεύει στην αγορά και συναλλάσσεσαι με αυτό. Έχει άπειρη συμβολική χωρητικότητα. Λέει κάποιος το όνομα ενός Θεού ή ενός ιστορικού προσώπου και αισθάνεται ότι επικοινωνεί μαζί του και ας είναι απών, και ας είναι τελείως μακράν. Λέει το όνομα Θεός, Αλλάχ, Ελωϊμ, Χριστός, Μωυσής, Μωάμεθ, Βούδας, Κρίσνα, λέει ονόματα και τα έχει σαν διαβατήριό του, σαν συναλλαγή του, είτε πηγαίνει στον Άδη, είτε πηγαίνει στην φαντασία του. Είναι εμπόρευμα τα πάντα δηλαδή. Αυτό δεν αφορά μόνο θρησκευτικά ονόματα και έννοιες αλλά κάθε τι που δουλεύεται στη μόδα της επικοινωνίας.
7. Ο έβδομος λόγος είναι γιατί, το τίποτε είναι το εγγύτερό μας, το διαρκές μας θέατρο. Είναι εύκολο να παίζουμε ρόλους με βάση την πλαστικότητα που μας δίνει αυτή η σχέση με το τίποτε. Αυτή η σχέση χωρίς σχέση, δεν έχει καμία αξιοπιστία, υπόβαθρο και υπόσταση, δεν είναι ούτε καν γίγνεσθαι. Είναι μια εικονική «μπελ-επόκ», γι’ αυτό και βολεύει τόσο τα μέσα επικοινωνίας, όσο και όλους.
Αν λοιπόν δεν μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το τίποτε, όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Έντε: «Ατέλειωτη ιστορία» που γυρίστηκε και στον κινηματογράφο με τίτλο «Never ending story» ή «Ιστορία δίχως τέλος», με την ελευθερία που μας υποστασιοποιεί απέναντί του μέσα από την θέληση, την εγγενή ύπαρξη και το εγγενές Είναι, συνειδητοποιώντας με αυτή την διαμεσολάβηση που γίνεται ανάμεσα στο Είναι και σε μας, μέσα από την συνείδηση δηλαδή, μια βαθιά αίσθηση Παρουσίας, τότε επειδή έχουμε δημιουργήσει έναν τρομερό πληθωρισμό στο τίποτε, πρέπει να υποθέσουμε ότι όλες αυτές οι φούσκες κάποια ώρα θα χρεοκοπήσουν σε μια μετωπική με την πραγματικότητα, θα εκραγούν και αυτή θα είναι η ώρα της τραγωδίας.
Φαίνεται πώς μπορεί να φανταζόμαστε πώς είναι μονίμως κοντά μας και απολύτως διαθέσιμο το τίποτε, αλλά εμείς όλο και πιο πολύ πλησιάζουμε στον τοίχο της τραγωδίας, στο πραγματικό «τείχος των δακρύων», έχοντας χάσει την πραγματική υπόσχεση, την Επαγγελία του Είναι μέσα μας. Αυτή η απώλεια της υπόσχεσης του Είναι μέσα μας, μας καθιστά έκπτωτους της δημοκρατίας και της πολιτείας, έκπτωτους της ιδέας, ακόμη κι αν δουλεύει ρολόι αυτή η γοητευτική αντιπροσώπευση, ο κοινοβουλευτισμός, η επικοινωνία και όλα τα άλλα.
Δεν υπάρχει τίποτε το ιερό και το υπερβατικό μέσα στο τίποτε, γιατί ακριβώς είναι το τίποτε. Ή διαφορετικά, γιατί, το τίποτε δεν Είναι, κι όλο και πιο πολύ καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα στο Είναι και στο τίποτε.
Αν δεν μπορέσουμε να διακόψουμε τον θρίαμβο του τίποτε και να αρθρώσουμε τον φιλοσοφικό και τον ψυχολογικό λόγο της δημοκρατίας και της πολιτείας, του εαυτού μας, της παρουσίας μας, τότε από μόνη της αυτή η προσχώρηση στο τίποτε θα μας εκμηδενίσει. Η προσχώρησή μας στο επινοημένο τίποτε καθιστά τελικά απόλυτους ρυθμιστές τα γεγονότα και όχι εμάς.
Τότε η ιστορία γίνεται ένα τέλμα αβουλίας, ανελευθερίας και εξαφάνισής μας. Η αυτοματοποίηση μέσα στο τίποτε και η ιστορική βιομηχανοποίησή του, μας εξοντώνει μέσα από την βαρβαρότητα των γεγονότων. Τα γεγονότα, χωρίς την συνείδηση του εαυτού μας, είναι βαρβαρότητα.
Κάποιοι θέλουν να μεταφέρουν την απόφαση, όλο το δυναμικό απόφασης, στον αυτοματισμό των γεγονότων και στην διαδοχή των γεγονότων. Έτσι, αυτά γίνονται είδωλα της εκμηδένισής μας και συμπεριφερόμαστε χωρίς λόγο καθαρά αντανακλαστικά. Με αυτό τον τρόπο η γοητεία των γεγονότων μας εκμηδενίζει.
Μπορεί «ο τυφώνας Σάρα Πέιλιν» να κόπασε μπροστά στην ηφαιστειακή και τεκτονική κρίση της Αμερικανικής οικονομίας όμως αυτό δεν έγινε ούτε από την πολιτική ωριμότητα του κοινού, ούτε από την ποιοτική και ηθική επάρκεια των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ. Έγινε επειδή ακριβώς έφερε μια μεγάλη κρίση, ένα Πραγματικό Γεγονός – η Έκρηξη από τις Μεγάλες Οικονομικές Φούσκες, επειδή κατέρρευσε η κορυφαία και διαρκής Λατρεία του Τίποτε, τουλάχιστον για ένα χρονικό διάστημα.

Γιάννης Ζήσης
Δημοσιογράφος, Συγγραφέας
Μέλος της γραμματείας της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ




ΤΟ ΜΠΟΥΜΕΡΑΓΚ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ

του Δημοσθένη Κυριαζή

Μια γνωστή παλιά ιστορία.
Μπούμερανγκ ονομάζεται η πραγματοποίηση ιδιοτελούς, δόλιας και εγκληματικής πράξεως, η οποία νομοτελειακά στρέφεται κάποτε εις βάρος του δράστη, εις βάρος του θύτη. Ο όρος δημιουργήθηκε από το όνομα του κυνηγητικού όπλου μπούμερανγκ των ιθαγενών της Αυστραλίας. Το όπλο αυτό - μια ράβδος μεγάλης ελαστικότητας που κάμπτεται από τον κυνηγό - μετά την εκτόξευση του επιστρέφει στο σημείο εκτόξευσης δημιουργώντας σοβαρό κίνδυνο στον ίδιο τον κυνηγό. Το φαινόμενο αυτό περιγράφεται στη στοχαστική σοφία του Ελληνικού λαού, από τη λαϊκή παροιμία: «Όποιος σκάβει λάκκο για άλλον, πέφτει μέσα αυτός ο ίδιος».

Η αμεταβίβαστη εξουσία του ατόμου.
Κάθε άνθρωπος έχει από τη φύση, από το Θεό ενέργεια, ισχύ1, εξουσία.
Επειδή η εξουσία του ατόμου είναι μια μορφή ενέργειας, διέπεται από το νόμο της αφθαρσίας (της διατηρήσεως) της ενεργείας και το νόμο του αμεταβίβαστου της ανθρώπινης ισχύος σε τρίτους, όπως ακριβώς ισχύει το αμεταβίβαστο σε τρίτους της μυϊκής και της πνευματικής ισχύος μας.
Αυτή η φυσική νομοτέλεια κατά βάθος ταυτίζεται με το φιλοσοφικό/ηθικό αξίωμα του Ζαν Ζακ Ρουσσώ για το αμεταβίβαστο των δικαιωμάτων (της εξουσίας) του ατόμου. Η νομοτέλεια του αμεταβίβαστου της μυϊκής και πνευματικής ισχύος των ανθρώπων είναι προφανής και απολύτως κατανοητή, γι’ αυτό και δεν επιχειρήθηκε η αλλοτρίωση της και η μεταβίβασης της σε τρίτους, είτε με τη βία είτε με νόμους της εξουσίας. Τι συνέβη όμως με την άλλη μορφή ισχύος που ονομάζεται «ατομική εξουσία»;

Η παράβαση ενός φυσικού και ηθικού νόμου.
Εδώ και πολλές χιλιάδες χρόνια, ο φυσικός και ηθικός νόμος για το αμεταβίβαστο της εξουσίας του ατόμου παραβιάζεται από το κατεστημένο της εξουσίας, συστηματικά και στο σύνολο του. Η πλειονότητα όμως των ειδημόνων, των πολιτικών και των απλών πολιτών, δεν θεωρεί το υπόψη γεγονός παράβαση φυσικού νόμου, αλλά το θεωρεί ότι είναι μια αναγκαία πρακτική επιλογή, γιατί η τήρηση του αξιώματος αυτού , είναι μια ευγενική πλην όμως ουτοπική επιδίωξη. Πιστεύει δηλαδή ότι ισχύει κάτι παρόμοιο με αυτό που ισχύει για το αεικίνητο 2ουείδους.
Να θυμίσουμε ότι αεικίνητο 2ου είδους ονομάστηκε η επιδίωξη πραγματοποίησης μηχανών, για το οποίες θα ίσχυε ο νόμος της διατηρήσεως της ενεργείας (ο 1ος νόμος της Θερμοδυναμικής), χωρίς να ισχύει και ο νόμος της εντροπίας (ο 2ος νόμος της Θερμοδυναμικής). Παράδειγμα αεικινήτου 2ου είδους είναι η προσπάθεια μετατροπής της θερμικής ενέργειας που υπάρχει στο το νερό των ωκεανών σε ηλεκτρική ενέργεια. Στη προσπάθεια αυτή τηρείται ο νόμος της διατηρήσεως της ενεργείας× δεν επιχειρείται η δημιουργία ενέργειας από το μηδέν. Όμως η προσπάθεια είναι νομοτελειακά ουτοπική γιατί προϋποθέτει την ύπαρξη ενός άλλου σώματος με θερμοχωρητικότητα ανάλογη των ωκεανών και θερμοκρασία μικρότερη των ωκεανών(2ος νόμος της Θερμοδυναμικής).
Όμως η άσκηση της εξουσίας από το σύνολο των ανθρώπων δεν είναι νομοτελειακά ουτοπική όπως αποδείχθηκε σε τούτον εδώ τον τόπο πριν από 2500 χρόνια.
Ο ισχυρισμός αυτός συνεπώς, είναι λανθασμένος× είναι ένας ιδιοτελής ισχυρισμός, που υπηρετεί ευνόητα συμφέροντα.
Η ανωτέρω δογματική αντίληψη για την πλειονότητα των ανθρώπων είναι μια λανθασμένη καθεστηκυία αντίληψη, όπως ήταν η αντίληψη του γεωκεντρικού συστήματος των πλανητών που είχαν οι άνθρωποι για χιλιάδες χρόνια. Για τους ολίγους όμως του κατεστημένου των πάσης φύσεως εξουσιαζόντων και των βολεμένων απ’ αυτούς, είναι μια σκόπιμη, συνειδητή και ιδιοτελής πράξη.
Η παραβίαση αυτού του φυσικού νόμου, είναι η βαθύτερη αιτία της δημιουργίας στις κοινωνίες: Εξουσιαζόντων και εξουσιαζομένων, πλουσίων και φτωχών, «καπάτσων και κουτών», σε έκταση και διασπορά ασύμβατη με τους φυσικούς νόμους× σε ένταση και διασπορά που δεν παρατηρείται σε άλλες «κοινωνίες» της φύσεως.
Παρά ταύτα, οι άνθρωποι συνεχίζουν αυτή την παράβαση, αγνοώντας ότι οι παραβάσεις φυσικών νόμων δεν παραγράφονται αλλά πάντοτε τιμωρούνται σκληρά.

Το μπούμερανγκ.
Το κατεστημένο των πάσης φύσεως εξουσιαζόντων, για να αναπτύξει και να διατηρήσει την προαναφερθείσα καθεστηκυία αντίληψης, χρησιμοποίησε διάφορα τεχνάσματα τα σημαντικότερα από τα οποία, κατά χρονολογική σειρά χρήσεως τους, είναι:
· Ανακήρυξη των εξουσιαζόντων ως Θεών (οι Φαραώ της Αιγύπτου) ή ως εντολοδόχων και εκπροσώπων του Θεού (οι ελέω Θεού Βασιλείς). Αποτέλεσμα αυτού του τεχνάσματος ήταν η δημιουργία της καθεστηκυίας αντίληψης ότι οι πράξεις του κατεστημένου των εξουσιαζόντων εκφράζουν τη βούληση του Θεού και συνεπώς ούτε αμφισβητούνται ούτε υποκαθίστανται με πράξεις απλών πολιτών.
· Ανακήρυξη των εξουσιαζόντων ως των μοναδικών κατάλληλων υπερασπιστών των συμφερόντων του λάου και της πατρίδας(Ολιγαρχίες).
· Ανακήρυξη των εξουσιαζόντων ως των βέλτιστων στην πράξη φορέων άσκησης της εξουσίας, η οποία ανήκει μεν στον «Αφέντη Λαό», αλλά είναι ανέφικτο να ασκείται από τον ίδιο τον αφέντη. Ο λαός έχει εξουσία αλλά δεν μπορεί να την ασκεί ο ίδιος (Έμμεσες Δημοκρατίες) Τελικό αποτέλεσμα των παραπάνω τεχνασμάτων και ελιγμών ήταν η ακύρωση της ιδιότητας του«εξουσιάζοντος, εξουσιαζόμενου και υπευθύνου πολίτη», που είναι η πεμπτουσία του πολιτεύματος της Δημοκρατίας του αρχαιοελληνικού πνεύματος.
Η πλήρης και αλόγιστη λεηλασία της ατομικής εξουσίας, οδήγησε στη δημιουργία «πολιτών» που έχουν εξουσία στη θεωρία, αλλά όχι και στην πράξη. Στην πράξη σήμερα οι «πολίτες», είναι μόνο αποδέκτες εξουσίας× είναι υπήκοοι, όπως, με θάρρος και ειλικρίνεια, τους ονομάζανε στο πρόσφατο σχετικά παρελθόν.
Η αποξένωση όμως των πολιτών από την εξουσία τους, οδήγησε στην υποβάθμιση, στον εκφυλισμό της ευθύνης τους για τα προβλήματα του κοινωνικού συνόλου.
Είναι όμως καθορισμένο από τη Φύση, από το Θεό, η ευθύνη και εξουσία να αποτελούν μια δίδυμη και αδιαίρετη οντότητα. Να μοιάζουν με μία σφαίρα που το ένα ημισφαίριο λέγεται εξουσία και το άλλο ευθύνη. Να υπάρχει ευθύνη επειδή υπάρχει εξουσία και το αντίστροφο.
Την ύπαρξη αυτής της νομοτέλειας, τη βιώσαμε την περίοδο των ανέμελων παιδικών μας χρόνων , τότε που δεν είχαμε ευθύνες και εξουσία, και τη βιώνουμε καθημερινά στις συμπεριφορές: Των εργαζομένων με ελλείπουσες αρμοδιότητες (εξουσίες), των πολιτικών που δεν ασκούν πραγματική εξουσία, των απλών πολιτών που αλλοτριωμένοι από την εξουσία τους αγωνίζονται για την βελτιστοποίηση των αποφάσεων των εξουσιαζόντων. Τέτοιοι όμως αγώνες αποτελούν κατά βάθος αποδοχή της καθεστηκυίας αντίληψης ότι οι ίδιοι οι πολίτες δεν μπορούν να ασκούν εξουσία, όπως οι φυσικοί νόμοι ορίζουν, αλλά εξουσία μπορούν να ασκούν μόνο οι ολίγοι, όπως ορίζουν οι ανθρώπινοι νόμοι που ισχύουν σήμερα.
Η εδραίωση αυτής της αντίληψης έχεις οδηγήσει στο παράδοξο και παράλογο γεγονός, να γίνονται αγώνες των απλών πολιτών για τη μη συμμετοχή τους στη λήψη των μεγάλων αποφάσεων ενώ θα άπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο.

Να γίνονται αγώνες για τη συμμετοχή τους.
Το παράδοξο και παράλογο αυτό γεγονός οφείλεται άραγε σε καθεστηκυία αντίληψη, ή οφείλεται στην ιδιοτελή προσπάθεια κάποιων μικρών υποσυνόλων πολιτών που αγωνίζονται να βελτιστοποιήσουν προσωπικά ή/και συντεχνιακά συμφέροντα;
Οι πολίτες της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, της πραγματικής Δημοκρατίας, ταύτιζαν την ιδιωτική με τη δημόσια ζωή τους× αισθάνονταν εξ ίσου υπεύθυνοι για τα προσωπικά και τα δημόσια προβλήματα. «Για αυτούς η δημόσια ζωή ήταν τόσο βαθειά δεμένη με την ιδιωτική που δύσκολα μπορούσες να την ξεχωρίσεις.»2.
Σήμερα, που η εξουσία των πολιτών έχει λεηλατηθεί από το κατεστημένο, είναι φυσικό οι πολίτες να ενδιαφέρονται μόνο για την προσωπική τους ζωή.
Η αλλοτρίωση όμως των πολιτών από την άσκηση της πολιτική εξουσία, άφησε απροστάτευτη την προσωπική τους ζωή. Την άφησε στο έλεος των εξουσιαζόντων.
Λύση για το πρόβλημα αυτό, θεωρήθηκε από το κατεστημένο πώς είναι η δημιουργία των «Ανεξάρτητων Αρχών» προστασίας των πολιτών. Κάτι είναι ίσως και αυτό, που όμως δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κλεμμένη εξουσία των πολιτών.
Οι παραβάσεις φυσικών νόμων δε θεραπεύονται με ανθρώπινα τεχνάσματα. Θεραπεύονται μόνο με την ακύρωση των ουσιαστικών αιτίων που οδηγούν σε παραβάσεις.
Ένα δεύτερο σημαντικό χαρακτηριστικό των σημερινών δημοκρατιών είναι η θεσμοθέτηση της ασυλίας των θεσμικών οργάνων εξουσίας, των βουλευτών. Αυτός όμως ο θεσμός, που έγινε για να έχουν οι βουλευτές ελευθερία λόγων και πράξεων για πολιτικά θέματα, οδηγεί σε υποβάθμιση της ευθύνης αυτών× αν όχι όλων, αλλά αρκετών εξ αυτών. Αυτήν την υποβάθμιση τη βλέπουν καθημερινά οι πολίτες, στα τόσα σκάνδαλα των ανθρώπων της εξουσίας.
Τα παραπάνω θα οδηγήσουν, αν δεν έχουν ήδη οδηγήσει, στην υποβάθμιση και ακύρωση της θεσμικής και νόμιμης εξουσίας του κατεστημένου· στο μπούμερανγκ του κατεστημένου. Οι φυσικοί νόμοι, σίγουρα, θα υπερισχύσουν των ανθρωπίνων.

Η ανωτέρω άποψης είναι απολύτως συμβατή με τη νέα αρχή της αβεβαιότητα του Ηλιά Πριγκόζιν3. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, που ισχύει για τον μεγάκοσμο και όχι για τον μικρόκοσμο όπου ισχύει η αρχή της αβεβαιότητας του Χαϊσενμπερκ, «τα ανοικτά συστήματα», στα οποία εντάσσονται και τα κοινωνικά, οδεύουν προς μη προβλέψιμες, προς αβέβαιες καταστάσεις, όταν η πολυπλοκότητα τους ξεπεράσει κάποιο όριο. Τα σημερινά κοινωνικά και πολιτικά συστήματα, έχουν παραγίνει πολύπλοκα και υποκριτικά. Οι λόγοι είναι γνωστοί. Η εξέλιξης τους απρόβλεπτη.
Αυτό το επερχόμενο μπούμερανγκ, το βλέπουμε κάθε μέρα στην αδυναμία της θεσμικής και συμβατικά νόμιμης εξουσίας να πείσει και να πράξει. Να πείσει τους πολίτες ότι κάποιες επιλογές της είναι σωστές και αναγκαίες και ότι δεν υπηρετούν ιδιοτελείς επιδιώξεις της .
Εξ αιτίας των παράλογων και ιδιοτελών πράξεων του κατεστημένου, η πραγματική εξουσία σήμερα δεν βρίσκεται ούτε στο γνήσιο σύνολο των πολιτών, ούτε στο συμβατικό/θεσμικό υποσύνολο των εκπροσώπων τους. Στην πραγματικότητα βρίσκεται σε κάποια οργανωμένα και δυναμικά υποσύνολα πολιτών και κατά βάθος σε εκείνους τους ολίγους που καθοδηγούν και ελέγχουν αυτά τα υποσύνολα.
Αυτή η υποβάθμιση του κύρους και της εξουσίας του κατεστημένου, είναι αποτέλεσμα τηςλεηλασίας που υπέστη η «αμεταβίβαστη εξουσία των πολιτών».
Η λαϊκή παροιμία «όποιος σκάβει λάκκο για άλλον, πέφτει μέσα αυτός ο ίδιος», επαληθεύεται για μια ακόμη φορά.

Η λύση του προβλήματος
Η συνταγή για τη λύση του παραπάνω προβλήματος είναι μία× βρέθηκε πριν από 2.500 χρόνια σε αυτόν εδώ τον τόπο και συνοψίζεται στη φράση: «Με περισσότερη και γνησιότερη Δημοκρατία».
Κάποτε περισσότερη και γνησιότερη Δημοκρατία σήμαινε πολλές λειτουργικές και οικονομικές δυσχέρειες, που πολύ δύσκολα μπορούσαν να ξεπεραστούν στην πράξη.
Σήμερα την εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας και της κοινωνίας της πληροφορίας, οι δυσχέρειες αυτές έχουν ξεπερασθεί. Σήμερα μπορούμε να αναπτύξουμε και να λειτουργήσουμε μια Ψηφιακή Πνύκα, στην οποία οι πολίτες θα ασκούν την νομοτελειακά αμεταβίβαστη εξουσία τους, με θεσμούς και μεθόδους προσαρμοσμένους στα δεδομένα του 21ου αιώνα.
Το πρόβλημα της ψηφιακής Πνύκας δεν είναι η τεχνολογία. Η τεχνολογία υπάρχει. Το πρόβλημα είναι η αναγέννηση των αρχών που κάποτε υπηρετούντο στο μικρό λόφο της Πνύκας και η προσαρμογή τους στα σημερινά δεδομένα. Για αυτή όμως την αναγέννηση δεν είναι υπεύθυνη η τεχνολογία. Υπεύθυνοι είναι οι άνθρωποι· οι πολιτικοί, οι έχοντες επικοινωνιακή δύναμη, οι ειδήμονες και οι απλοί πολίτες.


* Ο Δημοσθένης Κυριαζής σπούδασε φυσική και ηλεκτρονικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εκπαιδεύθηκε στην Αγγλία σε Ραδιοηλεκτρικά Δίκτυα Μικροκυμάτων και στις ΗΠΑ σε Συστήματα Δορυφορικών Επικοινωνιών. Διατέλεσε Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης του ΟΤΕ και σύμβουλος τηλεπικοινωνιών στο ΥΠΕΘΟ και στην ΕΕΤΤ. Ασχολήθηκε με την αλληλεπίδραση ψηφιακής τεχνολογίας- δημοκρατίας και έγραψε τα βιβλία: Η Αναγέννηση της Δημοκρατίας και Η Άμεση Δημοκρατία στην Τηλέρια.

1 Ισχύς είναι η ενέργεια που υπάρχει σε κάποιον φορέα ενεργείας, στη μονάδα του χρόνου (π.χ στο δευτερόλεπτο)
2 « Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΌΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΊΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ», του ΜΩΡΙΣ ΚΡΟΥΑΖΕ της Γαλλικής Ακαδημίας. Εκδόσεις ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ
3 Ηλιά Πριγκόζιν σύγχρονος (1917 – 2003) Ρώσος φυσικός , που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ για τις εργασίες του γεφύρωσης και ενοποίησης των αντιλήψεων, της κλασσικής φυσικής, της φιλοσοφίας, της βιολογίας, της κοινωνιολογίας και των τεχνολογικών εφαρμογών.



ΓΙΑΤΙ Ο ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ ΕΠΑΝΑΚΑΜΠΤΕΙ ;

Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, πρέπει αρχικά να ανιχνεύσουμε την έννοια του ολοκληρωτισμού και μετά να αναφερθούμε στις συνθήκες που προηγήθηκαν της επανεμφάνισής του (αν μπορεί βέβαια να ειπωθεί ότι προηγουμένως είχε εξαφανισθεί). Για την έννοια του ολοκληρωτισμού θα πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτή πρέπει να αναφέρεται σε όσο το δυνατόν περισσότερο ενδόμυχες του ανθρώπου καταστάσεις, γιατί αν αντιμετωπίζεται μόνον ως εξωτερικά φαινόμενα, τότε σε τακτά χρονικά διαστήματα θα αντιμετωπίζουμε το ίδιο πρόβλημα με άλλη ή με την ίδια μορφή

Ο ολοκληρωτισμός είναι μία ενδόμυχη κατάσταση που μπορεί να λάβει πολλές μορφές, αν και ο ίδιος είναι επίσης μία μορφή. Αυτή η μορφή όμως είναι μορφή από την υπερβατική άποψη και όχι από την άποψη της καθημερινής ανθρώπινης ζωής, στην οποία μπορεί να αποτελεί έναν κρυμμένο ψυχολογικό και μη ομολογημένο ή μη διαπιστωμένο ψυχολογικό παράγοντα.

Η ανθρώπινη ιστορία, τόσο ως δημόσια έκφραση της ολότητας της ανθρωπότητας όσο και ως ατομική καθημερινή ζωή, είναι τόσο γεμάτη από ολοκληρωτισμό που τα ίχνη του δεν είναι εύκολα ανιχνεύσιμα ούτε ακόμη και στην ίδια την εξουσία. Όταν κάτι είναι διάχυτο, πολύ εξαπλωμένο, τότε δεν γίνεται αντιληπτό, γιατί έχει καταστεί πλέον μέρος της έκφρασής μας σαν να ήταν η φύση μας, και από μία άποψη είναι ένα μέρος της φύσης αυτής, αν και όχι αιώνιο και αναλλοίωτο όπως το θέλουν οι ρεαλιστές στη θεωρία ή στην πράξη. Για παράδειγμα ολοκληρωτισμό αποτελεί η αίσθηση των εθνών ότι τα δικά τους δεινά είναι τα χειρότερα από τα δεινά όλων των άλλων ή ότι τα πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά και ταλέντα είναι τα καλύτερα από εκείνα των υπολοίπων εθνών. Αυτό είναι τόσο εδραιωμένο στα έθνη που δεν γίνεται αντιληπτό ως ολοκληρωτισμός και δεν μπορεί κανείς να μιλήσει διαφορετικά και να γίνει ακουστός και δεν τους περνάει από το νου ότι μπορεί να μην είναι έτσι.

Ακόμη χειρότερα, δυσκολότερα, είναι τα πράγματα με το άτομο, επειδή τα στοιχεία του ολοκληρωτισμού ενυπάρχουν μεν σαφέστατα μέσα σε αυτά, αλλά, επειδή δεν φαίνεται να έχουν παγκόσμια επιρροή, δεν εκλαμβάνονται ως ολοκληρωτισμός, αλλά ως κάτι άλλο, ίσως αρνητικό ίσως και όχι, όμως σε καμία περίπτωση ως ολοκληρωτισμός και ως βάση υποστήριξης του παγκόσμιου ολοκληρωτισμού. Όταν δε τα άτομα υπόκεινται στην κυριαρχία των εξουσιαστών που είναι πολύ πιο εμφανής ολοκληρωτισμός, τότε ο ατομικός ολοκληρωτισμός της καθημερινότητας δεν φαίνεται. Γι’ αυτό και υπάρχει αυτή η εναλλαγή του ρόλου όπου θύματα μετατρέπονται σε θύτες και εγκαθιστούν το δικό τους ολοκληρωτισμό ύστερα από την εκπλήρωση των διεκδικήσεών τους, οι οποίες μοιάζουν αρχικά με αίτημα ελευθερίας και στο τέλος γίνονται περιχαράκωση εξουσίας πάνω σε άλλους. Οι εξουσιαστές μπορεί να είναι άτομα ή ομάδες ατόμων που μπορεί με τη σειρά τους να απαρτίζονται από άτομα αδύναμα ή ισχυρά ή και τα δύο (αυτό είναι αδιάφορο). Το μόνο που θα αλλάζει σε αυτή την περίπτωση θα είναι η ατομική ισχύς.

Όμως η απουσία ατομικής ισχύος δεν είναι αναίρεση του ολοκληρωτισμού, επειδή ο ολοκληρωτισμός υποδηλώνει την τάση ισχύος και όχι την ίδια την ισχύ, πράγματα δηλαδή που, αν και συναφή, είναι διαφορετικά μεταξύ τους. Αυτός είναι και ο μοναδικός λόγος που ο διάχυτος ολοκληρωτισμός δεν γίνεται αντιληπτός ως τέτοιος. Επειδή δηλαδή συνήθως του λείπει η δύναμη πραγμάτωσής του. Μπορεί όμως να γίνει φορέας της δυνάμεως του ολοκληρωτισμού των ισχυρών, όπου ο ισχυρός είναι άτομο ή άτομα ή μεγάλος αριθμός αδύναμων που λόγω του αριθμού τους γίνονται ισχυροί. Γι’ αυτό πρέπει να επιμείνει κανείς στο ότι ως ολότητα δεν πρέπει να εννοείται από τη σκοπιά μας άθροισμα πολλών ατόμων, αλλά η ολότητα ως έννοια, ως συνείδηση, έστω και αν η εξωτερική της έκφραση συμπίπτει με κάποιο άθροισμα μεγάλο ή μικρό. Και η παραμικρή τάση για αποκλεισμό να εισχωρήσει μέσα στη συνείδηση, ακόμη και για τον ίδιο τον εαυτό, ακόμη και τότε η ολότητα θα έχει απορριφθεί. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει εξαρχής να έχει κανείς συλλάβει όλες τις δυνατές μορφές αποκλεισμού της, επειδή αυτό είναι αδύνατον και έτσι, λόγω της υπάρχουσας σχετικής ανωριμότητας, θα δημιουργούσε μία άλλη μορφή ολοκληρωτισμού, ίσως χειρότερη από τις προηγούμενες.

Με τέτοιες βαθιές ψυχολογικές βάσεις για τον ολοκληρωτισμό δεν είναι να απορεί κανείς που αυτός επανακάμπτει στο παγκόσμιο πεδίο της πολιτικής υπό τη μορφή των στρατηγικών συμφερόντων και της ασφάλειας. Για παράδειγμα, το χρήμα είναι φορέας δυνάμεως και ολοκληρωτισμού, όμως αυτή η επιθυμία για το χρήμα στην ατομική ζωή είναι ολοκληρωτική και τελικά η ζωή αυτή θυσιάζεται στην πραγματικότητα για την απόκτησή του. Αυτό αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίζεται και ο παγκόσμιος οικονομικός και πολιτικός ολοκληρωτισμός. Είναι σοβαρή ιστορική μας έλλειψη το ότι δεν μπορούμε να συνδέσουμε το ατομικό με το παγκόσμιο.

Στην πραγματικότητα ο ολοκληρωτισμός ήταν πάντοτε παρών, αλλά στη διάρκεια των προηγούμενων μεταπολεμικών δεκαετιών τα αποτελέσματά του δεν ήταν τόσο έντονα λόγω της επάρκειας των αγαθών και έτσι μπορούσε ο άνθρωπος να τον αγνοήσει. Όμως, αν η ανθρωπότητα δεν μπορέσει να χτυπήσει τον ολοκληρωτισμό στη ρίζα του, δεν θα μπορέσει να απαλλαγεί αληθινά από αυτόν. Και καλύτερα βέβαια θα ήταν να τον χτυπήσει άσχετα από την άνεση ή μη των βιοτικών της συνθηκών. Όμως αυτό δεν έγινε και τώρα καλείται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα σε δυσχερέστερες συνθήκες.

Αυτή η αγνόηση της διαδρομής του ολοκληρωτισμού ανάμεσα στο άτομο και την ολότητα συμβαίνει επειδή δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την ολότητα και επομένως ούτε τις συνέργειες ανάμεσα σε αυτήν και την ατομικότητα. Δεν μπορούμε καν να αντιληφθούμε την ανθρωπότητα ως μία ολότητα και όχι ως άθροισμα ανθρώπων. Και φυσικά ακόμη περισσότερο δεν μπορούμε να αντιληφθούμε και το σύνολο του κόσμου ως ολότητα, αλλά μόνον ως αντικείμενο για χρήση. Αλλά η εξάντληση αυτού του «αντικειμένου», ή με άλλα λόγια η ανεπάρκεια των φυσικών πόρων, καθιστά εμφανή πλέον τον ολοκληρωτισμό και επώδυνο, και τώρα περισσότερο από ποτέ έχουμε ανάγκη από τη Δικαιοσύνη, επειδή η ανάγκη για δικαιοσύνη αναφαίνεται όταν υπάρχει έλλειψη πόρων, σύμφωνα και με την άποψη του Αριστοτέλη.

Ιωάννα Μουτσοπούλου, Δικηγόρος
Μέλος της Γραμματείας της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ

( ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ www.solon.org.gr - ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΞΙΖΕΙ!!!! )