Δευτέρα 3 Αυγούστου 2009

ΟΛΙΓΑ ΠΕΡΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Ζεν

(ιαπωνικά «Zen», κινεζικά «Ch’an», κορεατικά «Seon», ινδικά «Dhyana», «Διαλογισμός»)

Μία από τις μορφές του Βουδισμού Χιναγιάνα (Hinayana), η οποία επιδιώκει την φώτιση μέσα από συστηματικό καθιστικό διαλογισμό «Ζαζέν» («Zazen» στα ιαπωνικά), δίνοντας μεγάλη σημασία στην λεπτό με λεπτό αφύπνιση και στην δυνατότητα να βλέπει κανείς «βαθιά στην φύση των πραγμάτων» μέσα από την άμεση εμπειρία, ξεπερνώντας τους φραγμούς της ανθρώπινης λογικής (η Αλήθεια δεν χρειάζεται να κατανοηθεί αλλά να βιωθεί).

Ζεν (ιαπωνικά «Zen», κινεζικά «Ch’an», κορεατικά «Seon», ινδικά «Dhyana», «Διαλογισμός»). Μία από τις μορφές του Βουδισμού Χιναγιάνα (Hinayana), η οποία επιδιώκει την φώτιση μέσα από συστηματικό καθιστικό διαλογισμό «Ζαζέν» («Zazen» στα ιαπωνικά), δίνοντας μεγάλη σημασία στην λεπτό με λεπτό αφύπνιση και στην δυνατότητα να βλέπει κανείς «βαθιά στην φύση των πραγμάτων» μέσα από την άμεση εμπειρία, ξεπερνώντας τους φραγμούς της ανθρώπινης λογικής (η Αλήθεια δεν χρειάζεται να κατανοηθεί αλλά να βιωθεί).

Επηρεασμένο ίσως από τις προγενέστερες διδασκαλίες των Σενγκ Τσάο (Sengzhao ή Seng - Chao, 384 - 414) και Τάο Σεγκ (Tao - Sheng, περ. 360 - 434), το Ζεν διακρίνεται για την σκληρή ατομική προσπάθεια και την επίσης σκληρή πειθαρχία που ορίζει ότι χρειάζονται για να φθάσει κάποιος στην γνώση του εαυτού.

ΔΙΑΔΟΣΗ

Κατά την παράδοση, το Ζεν διαδόθηκε κατά τον 5ο αιώνα στην Κίνα της δυναστείας Λιού Σονγκ (Liu Song, 420 – 479) ή κατά τον 6ο (ανάλογα με τις αναφορές) από τον Ινδό μοναχό Μποντιντάρμα (Bodhidharma, τον οποίο πολλοί δυτικοί ιστορικοί θεωρούν μυθικό πρόσωπο) και από εκεί στο Βιετνάμ (κατά το έτος 580, από τον Ινδό μοναχό Βινιταρούσι, Vinitaruci, στα βιετναμικά Tinidalu’uchi), την Κορέα (κατά τον 9ο αιώνα) και τέλος στην Ιαπωνία από τον νεαρό ακόμα διδάσκαλο Ντόγκεν (Dogen Zenji, 1200 - 1253), κατά τον ταραχώδη λόγω των αλλεπάλληλων εμφυλίων πολέμων 13ο αιώνα.

ΒΑΣΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

Το Ζεν κηρύσσει απεξάρτηση από ιερές γραφές, λέξεις, γράμματα και σύμβολα, εστιάζει στην προσπέραση του μυαλού (ο μαθητής δεν πρέπει να σκέφτεται με το μυαλό του εάν θέλει να καταλάβει το Ζεν) και διδάσκει την σκέψη με το υπογάστριο (κέντρο της συνείδησης) και την καρδιά, ζητώντας την θέαση της εσωτερικής φύσης και την άνοδο σε Βούδα. Ο διδάσκαλος Νάνσεν (Nansen Fugan, 748 - 835) φέρεται να λέει στον μαθητή του Yoshu: «εάν θέλεις να φθάσεις στην πραγματική οδό πέρα από κάθε αμφιβολία, τότε βάλε τον εαυτό σου στην ίδια ελευθερία με τον Ουρανό και μην τον ονομάζεις ούτε καλό, ούτε κακό».

Για το Ζεν, η μεταβίβαση της διδασκαλίας δεν γίνεται μέσω κάποιας θεωρητικής διδασκαλίας, αλλά μέσω του λεγόμενου «Κοάν» («koan», που μπορεί να αποδοθεί ως «κοινή υπόθεση»), μίας μορφής συμβολικής επικοινωνίας (με διάλογο, παραβολή, σιωπή, κ. ά.) διδάσκαλου και μαθητή, η οποία στοχεύει στην απόκτηση της ακαριαίας φώτισης από τον δεύτερο. Σε μία παραδοσιακή ιαπωνική καλλιγραφία (δια χειρός του Hakuin Ekaku, 1685 - 1768) αναφέρεται ο Μποντιντάρμα να λέει για το Ζεν: «το Ζεν δείχνει κατευθείαν στην ανθρώπινη καρδιά, κοίταξε λοιπόν μέσα στην φύση σου και γίνε Βούδας».

ΙΣΧΥΡΗ ΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ

Στην Κίνα η ιστορική καταγραφή της διαδρομής του Ζεν αρχίζει από τον 8ο αιώνα, με τον θάνατο του 6ου και τελευταίου «πατριάρχη της γραμμής Μποντιντάρμα» Χουϊνένγκ (Huineng, 638 – 713) και την φιλοσοφική σύγκρουση που ακολούθησε μεταξύ της λεγόμενης «Νότιας Σχολής» (που επεκράτησε) και των ομόθρησκων αντιπάλων της, οι οποίοι αποδέχονταν την πατριαρχική γραμμή μόνον έως τον 5ο κατά σειράν πατριάρχη Χονγκρέν (Hongren). Έκτοτε το Ζεν αναδείχθηκε στην ισχυρότερη μορφή Βουδισμού της Κίνας, παρά την εντυπωσιακή πολυμορφία και αποκέντρωσή της.

Παρά τις επιμέρους διαφορές τους, οι διάφορες σχολές διατήρησαν άθικτη την διδασκαλία του Χουϊνένγκ, που εστίαζε στον διαλογισμό και την άμεση εμπειρία. Εν γένει το Ζεν απορρίπτει την σωτηρία μέσω της πίστης και επανεισάγει τον διαλογισμό της Γιόγκα με απώτερο σκοπό την Φώτιση, αποφεύγοντας όμως συνάμα την νωθρότητα και την παθητικότητα: ο Κινέζος διδάσκαλος Μπαϊτσάνγκ (Baizhang, 720 - 814) τόνιζε ότι «μία ημέρα χωρίς δημιουργία είναι μία ημέρα χωρίς φαγητό».

Η ΙΑΠΩΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ

Στην Ιαπωνία, έχοντας ήδη την αίγλη ενός «αυθεντικού» Βουδισμού που ερχόταν να αντικαταστήσει τον «τετριμμένο» Βουδισμό της εποχής, το Ζεν υιοθετήθηκε από τις πολεμικές και εύπορες κάστες και για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα μονοπώλησε σχεδόν την λογοτεχνική και καλλιτεχνική ζωή της χώρας, έχοντας επηρεάσει όλες τις εκφράσεις του πολιτισμού της. O γνωστός Ιάπωνας συγγραφέας Σουζούκι (Daisetz Teitaro Suzuki, 1870 - 1966) όρισε ως καθημερινές αξίες του Ζεν την Σεμνότητα, την Εργασία, την Αφοσίωση, την Προσευχή και την Ευγνωμοσύνη, ενώ ως σκοπό του το «Σατόρι» («Satori», δηλαδή την «Αφύπνιση»), πάντοτε με κύρια μέθοδο για την κατάκτησή τους τον συμπληρωματικό τής άμεσης εμπειρίας καθιστικό διαλογισμό. Στο Ζεν τύπου «Ριντζάϊ» («Rinzai», δηλαδή της «εξωστρεφούς» σχολής που άνθισε κατά την ηρωϊκή εποχή Καμακούρα, Kamakura, 1192 - 1338) ο διαλογισμός κατά κανόνα γίνεται κοιτώντας το κέντρο του δωματίου, στον δε τύπου «Σότο» («Soto», δηλαδή της επικεντρωμένης στον διαλογισμό «εσωστρεφούς» σχολής) κατά κανόνα κοιτώντας τον τοίχο.

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ

Σύμφωνα με την Παράδοση, οι 6 διδάσκαλοι («πατριάρχες») του κινεζικού Ζεν ήσαν οι εξής:

Μποντιντάρμα (Bodhidharma, κινεζικά Damo, ιαπωνικά Daruma, περίπου 440 – περίπου 528)

Χουϊκέ (Huike, ιαπωνικά Eka, 487 - 593)

Σενγκάν (Sengcan, ιαπωνικά Soesan, θαν. 606)

Νταοξίν (Daoxin, ιαπωνικά Doeshin, 580 - 651)

Χονγκρέν (Hongren, ιαπωνικά Koenin, 601 - 674)

Χουϊνένγκ (Huineng, ιαπωνικά Eno, 638 - 713)

Σινγκόν

(Shingon, ιαπωνική προφορά του κινεζικού όρου «τσενγέν», «chen-yen», που σημαίνει «Αληθής Λόγος»)

Μεγάλη μυστικιστικού χαρακτήρα ιαπωνική σχολή του Βουδισμού «Μαχαγιάνα» («Mahayana», του «Βουδισμού του Μεγάλου Οχήματος»), βασισμένη στην μορφή του «συμπαντικού Βούδα» Μάχα – Βαϊροχάνα Βούδα (Maha – Vairochana Buddha, Mahavairocana Tathagata), η μεγαλύτερη «εσωτερική» («mikkyo») σχολή πέρα από το Θιβέτ και την Ινδία.

Άγαλμα του Κούκαϊ
Σινγκόν
(Shingon, ιαπωνική προφορά του κινεζικού όρου «τσενγέν», «chen-yen», που σημαίνει «Αληθής Λόγος»). Μεγάλη μυστικιστικού χαρακτήρα ιαπωνική σχολή του Βουδισμού «Μαχαγιάνα» («Mahayana», του «Βουδισμού του Μεγάλου Οχήματος»), βασισμένη στην μορφή του «συμπαντικού Βούδα» Μάχα – Βαϊροχάνα Βούδα (MahaVairochana Buddha,Mahavairocana Tathagata), η μεγαλύτερη «εσωτερική» («mikkyo») σχολή πέρα από το Θιβέτ και την Ινδία.

ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

Το Σινγκόν, που διδάσκει ότι η Φώτιση μπορεί να επιτυχθεί και από τους θνητούς με εργασία επάνω στο σώμα, τον λόγο και την σκέψη τους, ιδρύθηκε το έτος 806 ή 809, κατά την περίοδο Χεϊάν (794 - 1185), από τον καλλιτέχνη και διανοούμενο μοναχό Κούκαϊ (Kukai ή Kobo-Daishi, 774 - 835), ο οποίος επιστρέφοντας στο Κιότο από την Κίνα συνδύασε τον Βαϊροχάνα Βούδα (Buddha Vairocana, ενσάρκωση της «Κενότητας», «Sunyata») με την οντότητα Νταρμακάγια (Dharmakaya), δηλαδή την Απόλυτη Πραγματικότητα που περικλείει τα πάντα (ανάλογη με το «Όντως Ον» των Ελλήνων). Κατά το Σινγκόν, σκοπός του οποίου είναι να κάνει σαφές ότι η φύση των πάντων ταυτίζεται με εκείνη του Βαϊροχάνα, ο τελευταίος ενυπάρχει σε όλα τα πράγματα και τα επιμέρους όντα.

ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΡΙΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ

Στην «ταντρική» πρακτική του, το Σινγκόν απευθύνεται στο σώμα, τον λόγο και την σκέψη του μαθητή, μέσα από προφορική διδαχή που ποτέ δεν επιτρέπεται να μετατραπεί σε γραπτή ή να πάρει την μορφή ανοικτής διδασκαλίας. Για το σώμα, εκτός από διάφορα λατρευτικά αντικείμενα (λωτός, κεραυνός) χρησιμοποιεί και ειδικές χειρονομίες (τις «mudras»), για τον λόγο χρησιμοποιεί ιερές φόρμουλες (τις «mantras») και για την σκέψη έναν περίπλοκο διαλογισμό που αποσκοπεί στην κατανόηση των 5 τρόπων κατάκτησης της Αλήθειας. Ο διαλογισμός του Σινγκόν έχει τέσσερις διαφορετικές μορφές:

1. τον «ajikan» («διαλογισμό του αρχικού γράμματος»), που αποτελεί τον κύριο διαλογισμό και τον έφερε ο Κούκαϊ από τον Κίνα και εστιάζει στο σανσκριτικό πρώτο γράμμα σχεδιασμένο επάνω σε μία σελήνη, «σήμα» ότι η Φώτιση μπορεί να επιτυχθεί και από τους θνητούς,

2. τον «gachirinkan» («οραματισμό πανσελήνου»),

3. τον «gojigonjingan» («οραματισμό των 5 στοιχείων του σώματος»), και

4. τον «gosojojingan» («σειρά 5 διαλογισμών για την Φώτιση»).

ΟΙ ΔΥΟ ΑΡΧΕΣ

Στους βωμούς του Σινγκόν, ως κέντρα εστίασης για τον διαλογισμό τοποθετούνται 2 ιερές «μαντάλες» («mandalas», αντικείμενα διαλογισμού που αναπαριστούν το σύμπαν όπως το βλέπουν οι φωτισμένοι), οι οποίες απεικονίζουν διαγραμματικά τις 2 αρχές του Βαϊροχάνα ή στα ιαπωνικά Νταϊνιτσί (Dainichi), τον ενεργητικό «Κongokai» (δηλαδή τον «κόσμο του διαμαντιού» ή τον «αιώνιο κύκλο» από όπου γεννιέται η Φώτιση, πλαισιωμένη από 9 επίπεδα πραγματικότητας) και τον παθητικό «Taizokai» (τον «κόσμο της μήτρας» ή τον «υλικό κύκλο», δηλαδή ολόκληρο το σύμπαν, τόπο εκδήλωσης 414 θεοτήτων, χωρισμένων σε τρεις ομάδες σύμφωνα με την ζώνη επιρροής τους -σώμα, πνεύμα, κόσμος).

Ο «ΔΙΠΛΟΣ ΣΙΝΤΟΪΣΜΟΣ»

Στην μεσαιωνική Ιαπωνία το Σινγκόν προχώρησε σε μία γόνιμη ενοποίησή του με την εθνική παραδοσιακή πολυθεϊστική Θρησκεία Σίντο, ως «Ryobu Shinto», δηλαδή «Διπλός Σιντοϊσμός», στον οποίο ο «Μέγας Φωτιστής Ήλιος» Νταϊνιτσί ταυτίστηκε με την μεγάλη Θεά Αματεράσου Ομικάμι (Amaterasu Omikami).

ΤΟ ΣΙΝΓΚΟΝ ΣΗΜΕΡΑ

Έως σήμερα, έδρα του Σινγκόν, που στην Ιαπωνία έχει περισσότερους από 10.000 Ναούς, είναι το όρος Κόγια-σαν (Kοya-san, μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την Ουνέσκο από το έτος 2004) στην επαρχία Γουακαγιάμα, νοτίως της Οζάκα, όπου σε μία κοιλάδα ανάμεσα σε 8 κορυφές λειτουργούν μία ιερατική σχολή και περισσότεροι από 100 Ναοί και επίσης υπάρχουν το μαυσωλείο του Κούκαϊ «Οκουνόϊν» στην μέση ενός απέραντου αμπελώνα, η παγόδα - ομφαλός «Κονπόν Ντάϊτο» και η επίσημη έδρα του Σινγκόν «Κονγκόμπου-τζι».

Κάμι

(Kami, πληθυντικός Κami – gami ή Κami – tachi, Κamui στους αυτόχθονες Αϊνού)

Όρος που περιγράφει τις θεότητες του ιαπωνικού Σιντοϊσμού.

Κάμι Κάμι (Kami, πληθυντικός Κami – gami ή Κami – tachi, Κamui στους αυτόχθονες Αϊνού). Όρος που περιγράφει τις θεότητες του ιαπωνικού Σιντοϊσμού.

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΚΑΜΙ

Το ιδεόγραμμα των Κάμι
Ως «Κάμι» ορίζεται κάθε μη προσωπικό αθάνατο ον (όμοιο προς το «numen» των αρχαίων Ρωμαίων), το οποίο εφορεύει και εδρεύει είτε στους νόμους του σύμπαντος (στην περίπτωση των «ουρανίων Κάμι», Αmatsu - kami, τα οποία δημιούργησαν τον φυσικό κόσμο), είτε στα φυσικά φαινόμενα και τα φυσικά ή τεχνητά πράγματα (στην περίπτωση των «γήϊνων Κάμι», Κunitsu - kami).

ΦΥΣΗ ΤΩΝ ΚΑΜΙ

Για την φύση των «Κάμι», ο Νορινάγκα (Motoori Norinaga, 1730 – 1801), συγγραφέας του 18ου αιώνα και μέλος του τότε ρεύματος «Kokugaku» για επαναφορά της γνήσιας ιαπωνικής παράδοσης, έγραψε ότι Κάμι είναι «το κάθε τι που φαντάζει εξόχως εντυπωσιακό, έχει την ποιότητα της τελειότητας και της αρετής και εμπνέει την αίθηση του δέους». Η παλαιότερη αναφορά σε αυτά τα όντα ως «Κάμι» διασώζεται στο «Kojiki», που θεωρείται ότι έχει γραφεί το έτος 712. Όπως όλες οι φυσικές δυνάμεις, που εξορισμού στέκουν «πέραν του καλού και του κακού», κάθε «Κάμι» εκδηλώνει δύο αντίθετες πλευρές του, μία θετική (nigi-mitama) και μία αρνητική (ara-mitama).

Η ανώτατη «Κάμι» (Μegami στο θηλυκό του όρου, αν και ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκε στα κλασικά κείμενα) είναι η Θεά Αματεράσου (Amaterasu), η οποία έδωσε το φως του ήλιου στον κόσμο και γέννησε τους γενάρχες της ιαπωνικής αυτοκρατορικής οικογένειας και ακολουθούν σε σπουδαιότητα οι θεότητες Ινάρι (Inari, ο Κάμι του ρυζιού), Σουσανού (Susanoo, ο Κάμι των θαλασσών και των θυελλών), Σαρουταχίκο (Sarutahiko, ο Κάμι της γης), Τσουκουγιόμι (Tsukuyomi, ο Κάμι της σελήνης), κ.ά.

ΚΑΜΙ - ΠΡΟΣΩΠΑ

Ως «Κάμι» - πρόσωπα, που βεβαίως δεν τιμώνται για την θεϊκή τους δύναμη αλλά μάλλον για την αρετή που εκδήλωσαν ενώ ζούσαν, θεωρούνται και πνεύματα γεναρχών, αγαθών προγόνων ή ηρώων που πέθαναν για το κοινό καλό ή που εν γένει προσέφεραν στον πολιτισμό και στην ανθρώπινη ευτυχία. Τέτοιο «Κάμι» - πρόσωπο είναι λ.χ. ο προστάτης της ποίησης Τεντζίν – σάμα (Tenjin - sama), που έζησε ως ποιητής και πολιτικός υπό το όνομα Sugawara no Michizane από το 845 μέχρι το 903. Ως τα ανώτατα από αυτά τα «Κάμι» - πρόσωπα θεωρούνται ο Ιτζαναγκί (Izanagi) και η Ιντζαναμί (Izanami), δηλαδή ο επί γης πρώτος άνδρας και η πρώτη γυναίκα.

«ΑΚΙΤΣΟΥΜΙΚΑΜΙ»

Ως σημαντικότερο ετήσιο γεγονός της κάθε τοπικής λατρείας «Κάμι» θεωρείται η εορτή και παρέλαση «Ματσούρι», κατά την οποία μεταφέρεται στους δρόμους η απεικόνιση του τοπικού «Καμι» μέσα σε μία μικρογραφία Ναού, η οποία ονομάζεται «Μικόσι». «Ενσαρκωμένο Κάμι» («akitsumikami») θεωρείτο και ο εκάστοτε αυτοκράτορας της Ιαπωνίας, που εξ ορισμού είχε ηλιακή καταγωγή (από την Θεά Αματεράσου). Όταν οι Αμερικανοί υποχρέωσαν τους Ιάπωνες σε συνθηκολόγηση μετά από την θηριωδία των ατομικών βομβών στην Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, υποχρέωσαν τον αυτοκράτορα Χιροχίτο (Hirohito) να απαρνηθεί δημόσια το 1946 την ηλιακή του καταγωγή με ραδιοφωνικό μήνυμά του.