ΚΡΕΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΓΟΝΗ
(Ερμηνευτική προσέγγιση)
Α' ΜΕΡΟΣ
Η Ἀντιγόνη ως έργο παρουσιάζει εξαιρετική δυσκολία στην κατα νόηση. Αυτό είναι περίεργο, διότι πρόκειται για δράμα με καθολική απήχηση,που έχει παιχτεί στα νεότερα χρόνια συχνότερα ίσως και με πιο μεγάλη επιτυχία από οποιαδήποτε άλλη ελληνική τραγωδία, θα μας πουν ίσως ότι μόνοι μας δημιουργούμε τις δυσκολίες, επειδή ζητάμε να βρούμε στο έργο πιο πολλά από όσα ο Σοφοκλής είχε τη διάθεση να περιλάβει, αν και προσωπικά αμφιβάλλω γι’ αυτό. Η διάσταση απόψεων μεταξύ των σχολιαστών υπήρξε πάντως βαθύτατη, με έντονα αποκλίνουσες απόψεις προς κάθε κατεύθυνση.Υπάρχει φυσικά για την Ἀντιγόνη, όπως και για τον Αἴαντα, ένας εύκολος τρόπος ερμηνείας. Μπο ρούμε δηλαδή να ερμηνεύσουμε και τα δύο έργα ως κατ’ ουσία Αισχύλειες τραγωδίες τιμωρίας τηςύβρεως — της ύβρεως του Κρέοντος, στην Ἀντιγόνην. Δεν θα επιζητούσα να υποστηρίξω ότι τέτοιες ερμηνείες στερούνται εγκυρότητας. Ωστόσο, οι συσχετίσεις που έχουν γίνει μεταξύ των δύο έργων παραλληλίζουν την Αντιγόνη με τον Αίαντα, ενώ τον Κρέοντα τον αντιστοιχίζουν με τους δύο Ατρείδες. Ας δούμε πρώτα τις προϋποθέσεις συγκεντρώνει ο Κρέων για τη θέση του κύριου χαρακτήρα.
Οι προϋποθέσεις του είναι εκ πρώτης όψεως σοβαρές. Μόνο και μόνο ο σκηνικός του ρόλος έχει πολύ μεγαλύτερη διάρκεια από της Αντιγόνης.Η Αντιγόνη ανοίγει το έργο πρώτη, μαζί με την Ισμήνη, όμως από την Πάροδο κι ύστερα, ως το τέλος του έργου, ο Κρέων πολύ σπάνια βρίσκεται «εκτός σκηνής». Αυτό είναι κάτι παραπάνω από μια τεχνική τυποποίηση,αφού είναι βέβαιο πως ο Κρέων —πράγμα ασυνή θιστο— παραμένει επί σκηνής σε όλη τη διάρκεια δύο χορικών, πιθανόν και τριών, που σημαίνει ότι τόσο σε διάρκεια συνεχούς σκηνικής πα ρουσίας όσο και στη συνολική διάρκεια των εμφανίσεων του το κοινό τον βλέπει πολύ περισσότερο από το κανονικό προκειμένου για θεατρι κό χαρακτήρα που δεν είναι κεντρικός στο έργο. Ακόμη —καθόλου άσχετο κι αυτό με τη σκηνική παρουσία του Κρέοντος— είναι χαρακτη ριστικό ότι κατά μία ιδιότυπη μορφή τραγικής ειρωνείας τα χορικά τηςἈντιγόνης έχουν με αυτόν μια συνάφεια, που δεν είναι στο μυαλό των Μελών του Χορού. Στον Κρέοντα ανήκει η σκηνή του τέλους, αλλά και το καταληκτικό σχόλιο του Κορυφαίου τη μοίρα του Κρέοντος έχει ως αφορμή και από του Κρέοντος το χαρακτήρα και τις πράξεις αντλεί την αλήθεια του. (Το σχόλιο αυτό τουλάχιστον, άσχετα από το τί μπορεί να ισχύει για μερικά άλλα, δεν είναι άθροισμα από τετριμμένες κοινοτοπίες, που εκφωνούνται όταν πια οι θεατές έχουν χαλαρώσει και αρχίζουν, ας πούμε, να μαζεύουν τα πράγματα τους.)
«Η φρόνηση (το φρονεῖν) είναι το πρώτο και κύριο θεμέλιο επιτυχημένου βίου(εὐδαιμονίας). Ναι, και η ουσία είναι να μη χάνει κανείς ποτέ την ευσέβεια προς τους θεούς. Μεγάλα λόγια από υπερόπτες αν θρώπους επισύρουν βαριά πλήγματα ως τιμωρία και διδάσκουν φρόνηση στα γηρατειά». Ο Κρέων εκστόμισε υπεροπτικά λόγια· ο Κρέων δέχτηκε βαριά πλήγματα· και ο Κρέων έμαθε, πολύ αργά, ότι του έλειπε ,ή φρόνηση.Αισχύλειο το θέμα:πάθει μάθος. Αντίθετα από πολλούς ήρωες του Αισχύλου, ο Κρέων παίρνει ο ίδιος το μάθημα του, διότι επιζεί και επανεμφανίζεται επί σκηνής, όπως ο Ξέρξης,στο τέλος του έργου, εξουθενωμένος. Η Έξοδος της Αντιγόνης και σε γλώσσα και σε τόνο έχει πολλά που μας θυμίζουν το Πέρσαι, όπως τη συντριβή του ήρωα ή τις αιτιάσεις του Χορού. Κι αν ακόμα ο Κρέων σε σύγκριση με τον Ξέρξη μοιάζει να έχει διδαχτεί περισσότερα, υπάρχουν όρια σε ό,τι τελικά κατενόησε. Έχει αναγνωριστεί από καιρό ότι ηἈντιγόνη βρίθει από αισχυλικούς απόηχους. Προς το τέλος του έργου, εκεί που ο Κορυφαίος αναφέρεται στα μεγάλα και καυχησιάρικα λόγια, μπορεί ο Σοφοκλής να ήθελε να θυμίσει κάποιο σχόλιο από προηγούμενο χορικό: «διότι ο Δίας μισεί βαθύτατα τους κομπασμούς μιας υπεροπτικής γλώσσας» (στίχ. 128: Ζεύς γάρ μεγάλης γλώσσης κόμπους ὑπερεχθαίρει)·και καθώς, αμέσως μετά απ’ αυτό, γίνεται λόγος ειδικά για τη μοίρα του Καπανέα (στίχ. 134κ.εξ.), μπορεί κάποιοι από τους θεατές να αναλογίζονταν τους δισσούς λόγους από τοἙπτά επί Θήβας, την αλαζονεία των πολιορκητών της Θήβας, την ορθοφροσύνη των υπερασπιστών της. Το υπόστρωμα της ιστορίας του βασιλικού οίκου των Λαβδακιδών, το οποίο ο Σοφοκλής προϋπέθετε, είναι πολύ πιθανό να όφειλε στη θηβαϊκή τριλογία του Αισχύλου πολύ περισσότερα απ’ όσα μπορούμε εμείς να διακρίνουμε αφού μας λείπουν τα δυο πρώτα δράματα αυτής της τριλογίας· και ίσως! μάλιστα να περιμέναμε ο πατέρας της Αντιγόνης να είναι ένας Οιδίποδας πιο αισχυλικός από αυτόν που ο Σοφοκλής δεν είχε ακόμη δημιουργήσει. Με βάση τα στοιχεία που διαθέτουμε, για μία πραγμάτευση της μοίρας κάποιας καταραμένης γενιάς πρέπει να ανατρέξουμε στην Ὀρέστειαν και υπό το φως τηςὈρεστείας ακριβώς πρέπει να δούμε το Β' Στάσιμο της Ἀντιγόνης, το ρόλο που παίζει εκεί ο Ζευς και μία Ερινύς, καθώς και ορισμένα χαρακτηριστικά του κομμού Αντιγόνης και Χορού.
Επιστρέφουμε λοιπόν στο πρόσωπο της Αντιγόνης, όπως είναι εύλο γο να συμβαίνει όσο θα μελετάμε αυτό το έργο. Ο άνθρωπος που ανήκει στον καταραμένο βασιλικό οίκο είναι η Αντιγόνη, ενώ ο Κρέων συγγε νεύει με τον οίκο αυτόν εξ αγχιστείας και μόνο (και μέσω του επικεί μενου γάμου του γιου του). Η Αντιγόνη πεθαίνοντας συναντά όλους τους νεκρούς της οικογένειας της, που βρίσκονται στον Άδη. Πόσο αισχύλεια είναι άραγε η μοίρα της Αντιγόνης; Πρέπει και σ’ αυτό επίσης να επα νέλθουμε, αφού πρώτα σημειώσουμε ότι στον Αισχύλο ο ήρωας συ μπράττει στην ίδια του την πτώση. Και ποιος άλλος θα μπορούσε να έχει συμπράξει προθυμότερα από την Αντιγόνη στην επίσπευση του θανάτου της; Αυτή γίνεται συνεργός του εχθρού της· στον Αισχύλο ο τυπικός ήρωας γίνεται συνεργός των θεών με τα ίδια του τα λάθη. Έκανε άραγε λάθη η Αντιγόνη;
Επανερχόμαστε έτσι στα παλιά ερωτήματα. Είχε άραγε κάπου δίκιο η Αντιγόνη (ή εξ ολοκλήρου δίκιο); Και είχε άραγε ο Κρέων κάποιο άδικο (ή εξ ολοκλήρου άδικο); Δεν είναι βέβαιο ότι αυτά είναι τα πιο ενδιαφέροντα ερωτήματα που θα μπορούσε κανείς να θέσει για το έργο, τουλάχιστον έτσι ωμά διατυπωμένα. Ή μάλλον θα μπορούσε ο Σοφο κλής ο ίδιος να τα έχει κάνει πιο ενδιαφέροντα —και πιο δύσκολα— όμως οι επιλογές του ήταν άλλες.Υπήρχε σύγκρουση —μια σύγκρουση εγελιανού τύπου— μεταξύ των δικαιωμάτων της οικογένειας και των δικαιωμάτων της πολιτείας. Και αρχικά φαίνεται σαν ο Σοφοκλής να πρόκειται να αναπτύξει το έργο του με βάση αυτή τη σύγκρουση, όταν η Αντιγόνη εμφανίζεται στον Πρόλογο του δράματος προσηλωμένη ειδικά στην οικογένεια και έκδηλα αδιάφορη απέναντι στην πολιτεία, ενώ ο Κρέων με το διάγγελμα του αμέσως μετά την Πάροδο (πολύ σημαντική τοποθέτηση σε αρχαίο ελληνικό δράμα) αναλαμβάνει τη θέση του εκ φραστή της πόλεως, με την έκκληση έξαφνα που απευθύνει να υποτα χθούν οι προσωπικές αφοσιώσεις στο κοινό συμφέρον, θέμα που θα ετύγχανε βέβαια ευνοϊκής ανταπόκρισης από ένα αθηναϊκό ακροατή ριο.
Ο Αισχύλος είχε γράψει μια τριλογία για τον θηβαϊκό μυθικό κύκλο, από την οποία διαθέτουμε μόνο το Ἑπτά επί Θήβας. Ο Σοφοκλής πρέπει να την είχε κατά νου και μπορεί γι’ αυτόν, όπως και για πολλούς ακροα τές του, η αφήγηση του Αισχύλου να είχε τον χαρακτήρα πρότυπης εκδοχής του μύθου. Σ’ αυτή την τριλογία η μοίρα του γένους και η μοίρα της πόλεως συμπλέκονταν επικίνδυνα και για να σωθεί η πόλις έπρεπε να καταλυθεί τογένος. Ο Σοφοκλής στην Ἀντιγόνην δραματοποιεί την τελική —όχι πια αισχυλική— φάση της κατάρρευσης του γένους, κατά την οποία ένα θηλυκό μέλος του εξεγείρεται κατά τηςπόλεως — και αφανίζεται, θέτει άραγε σε κίνδυνο την πόλη, ή μήπως την σώζει με τον δικό της αφανισμό; Ο Κρέων έτσι πιστεύει, ή έτσι φέρεται να πιστεύει. Και αποδεικνύεται ότι έχει άδικο. Όπως θα δούμε, ο Σοφοκλής μειώνει σιγά-σιγά το ηθικό ανάστημα του Κρέοντος σκιαγραφώντας τον όχι μόνον ως τύραννο αλλά, παρ' όλους τους μεγαλόστομους αφορισμούς του, και ως παρορμητική ιδιοσυγκρασία πλασμένη από φόβους και φι λοδοξίες· ο Αίμων τον εγκαταλείπει, ο Τειρεσίας τον καταδικάζει και τελικά η τιμωρία του επέρχεται μέσω της οικογένειας του. Η υπόθεση που αυτός υπερασπιζόταν χάνει, και μαζί της και το δράμα που ο Σοφο κλής θα μπορούσε να έχει γράψει, αλλά δεν προτίμησε να γράψει.
Άξονας της δράσης είναι το θέμα: ταφή και άρνηση ταφής. Είναι σκληρό να μη γίνει ταφή· κι αυτός που την απαγορεύει αποδεικνύεται, όπως και στον Αίαντα, άνθρωπος τυραννικής νοοτροπίας. Η Αντιγόνη άρα είχε δίκιο. Όμως αυτό, εν σχέσει με την ανάπτυξη που παίρνει το θέμα στη διάρκεια του έργου, αποτελεί υπεραπλούστευση. Γράφει ένας σχολιαστής: «Δεν προκαλεί... καμιά έκδηλη απέχθεια να μένει άταφο το πτώμα ενός πολεμίου: αυτό που διαφιλονικείται, και στον Αίαντα και στην Ἀντιγόνην, είναι η θεσμική τοποθέτηση του νεκρού». Το θέμα δεν λήγει με την απάντηση ότι μια πράξη που περιγράφεται έτσι όπως Σοφοκλής την περιέγραψε, είναι αφ' εαυτής αποκρουστική. Διότι θα μπορούσε κι αυτή να θεωρηθεί ως ένα από τα τόσα απεχθή,όπως ο ίδιος ο πόλεμος, που σε πολιτικό επίπεδο όμως δικαιώνονται· τέτοια, σε γενικές γραμμές, είναι η θέση του Κρέοντος, μολονότι δίνει ίσως κάποιες ενδείξεις ότι απολαμβάνει την πράξη του. Το θέμα δεν μπορεί να λήξει ούτε αν διεισδύσουμε στη σκέψη της Αντιγόνης. Είναι αλήθεια ότι, όταν η Αντιγόνη εξαναγκάζεται από την Ισμήνη να πολεμήσει με όπλο της το επιχείρημα, κατηγορεί την αδελφή της πως «ατιμάζει αϊ που οι θεοί περιβάλλουν με τιμή» (στίχ. 76-77) —και εννοεί βέβαια τους χθόνιους θεούς—, αναμφίβολα όμως στο νου της δεν γίνεται σαφής διάκριση ανάμεσα στην ταφή ως καθήκον που αυτοί οι θεοί απαιτούν, από τους συγγενείς του νεκρού, και στην ταφή ως δικαίωμα του ίδιου! του νεκρού. Ο Αίμων δύο φορές επικαλείται τις αξιώσεις των χθόνιων θεών (στίχ. 745 και 749)· αλλά, για να γίνει σαφής η διάκριση, ο Σοφοκλής χρειαζόταν τον Τειρεσία, ο οποίος σ' αυτό το έργο έχει ρόλο παρόμοιο με του Κάλχαντος στο Αἴας, δηλαδή διαφωτίζει σε προχωρημένο στάδιο της πλοκής ένα θρησκευτικό ζήτημα που (παρά τους κάποιους υπαινιγμούς ενδιάμεσα) έχει μείνει ως αυτή τη στιγμή ασαφές. Η γνησιότητα των στίχων 1080-1083 έχει αμφισβητηθεί. Αν οι στίχοι αυτοί είναι γνήσιοι,υπάρχουν πολέμιοι που έμειναν άταφοι, με οικτρά επακόλουθα για την πόλη· αλλ' ακόμα και από τους στίχους που αναφέ ρονται στον Πολυνείκη(στίχ. 1064 κ.εξ., πρβλ. 1016-1018)γίνεται αρκε τά σαφές ότι το παράπτωμα του Κρέοντος δεν ήταν τόσο ότι εμπόδισε την ταφή ενός συγγενούς, όσο το ότι κράτησε έναν νεκρό έξω από τον κόσμο στον οποίο ανήκε, όπως ακριβώς έκλεισε σε τάφο μια ζωντανή ψυχή. θα τιμωρηθεί γι’ αυτό από τις «Ερινύες του Άδη και των θεών» (στίχ. 1075). Οι Ερινύες τιμωρούν τις παραβιάσεις του θεϊκού δικαίου· η Αντιγόνη έχει μιλήσει για τη Δικαιοσύνη που συνοικεί με τους χθόνιους θεούς (στίχ. 451, ἡ ξύνοικος τῶν κάτω θεῶν Δίκη). Η Αντιγόνη, είτε αντιλαμβανόταν η ίδια είτε όχι τα λεγόμενα της, είχε δίκιο.
Το συμπέρασμα είναι κιόλας αναπόφευκτο, αλλά όχι και ικανό να στηρίξει από μόνο του το βάρος ενός τόσο σημαντικού δράματος, χωρίς να ενισχυθεί από τη δύναμη και το βάθος των εμπλεκόμενων δραματικών χαρακτήρων. Τί είδους άντρας είναι ο Κρέων και πώς έφτασε να ενεργήσει έτσι όπως ενήργησε; Τί είδους γυναίκα είναι η Αντιγόνη και πού βρήκε αυτό τον εκπληκτικό ηρωισμό της; Όπως συχνά έχει παρατηρηθεί, το βασικό ζήτημα απ’ αρχής μέχρι τέλους του έργου είναι θέμα φρενῶν, ψυχικής κατάστασης, καλής ίσως ή κακής, φρόνιμης ή ασύνετης, σωτήριας ή καταστρεπτικής, που υπαγορεύει αποφάσεις για καλό ή για κακό.Αυτό είναι το βασικό ζήτημα μεταξύ Αντιγόνης και Ισμήνης στον Πρόλογο, μεταξύ Κρέοντος και Αντιγόνης,μεταξύ Κρέοντος και Αίμονος· αυτή είναι η ουσία της κριτικής του Τειρεσία για τον Κρέοντα και το δεσπόζον θέμα στη σκηνή του τέλους και στο τελευταίο σχόλιο του Χορού (πολλῷ το φρονεῖν εὐδαιμονίας πρῶτον υπάρχει, στίχ. 1347-Β). Τί είναι άραγε το φρονεῖν; Η λέξη έχει μεγάλο σημασιολογικό εύρος. «Σοφία» είναι συχνά μια εξυπηρετική απόδοση· οπότε λέμε, και με κάποια δόση αλήθειας, ότι εκφράζει μια τάση που είχαν οι αρχαίοι Έλληνες να δίνουν εννοιολογική έκφραση στα ηθικά θέματα. Επομένως,«σοφία» ή «λογική» ή «φρόνηση» — ή βεβαίως «εχεφροσύνη»· και διαφορά που υπάρχει μεταξύ εχεφροσύνης και παραφροσύνης δεν είναι απλά εννοιολογική. Πρόκειται για όρο, ή όρους, που η σημασία τους σαφώς δεν περιορίζεται σε ό,τι θα χαρακτηρίζαμε εμείς νοητικές λειτουργίες, αλλά καλύπτει και συναισθηματικούς παράγοντες: αναφέ ρεται σε «ψυχικές καταστάσεις» γενικότατα. Τώρα, υπάρχουν περιοχές όπου η ψυχική κατάσταση του ανθρώπου έχει ιδιαίτερη σημασία — Τέτοια πάνω απ' όλα είναι η περιοχή της θρησκείας· αυτή την περιοχή ατενίζει με τη σκέψη του ο Κορυφαίος προς το τέλος του έργου. Αλλά κάθε πτυχή του δράματος αποτυπώνει ως ένα βαθμό τις ψυχικές καταστάσεις των χαρακτήρων που μετέχουν σ' αυτό. Όπως στον Αἴαντα κατάσταση της φρενός· ή τωνφρενῶν τον ήρωα(θεωρούμενη από την άποψη της ψυχικής υγείας ή της παραφροσύνης)είναι θέμα πρωταρχικό, τόσο ισχύει και για την Ἀντιγόνην ότι το κρίσιμο ζήτημα είναι η κατάσταση των φρενών της Αντιγόνης και του Κρέοντος (αλλά και της Ισμήνης και του Αίμονος). «Είναι αδύνατο», λέει ο Κρέων, «να γνωρίσουμε επακριβώς την ψυχήν και τοφρόνημα και την γνώμην οποιουδήποτε ποτέ ανθρώπου, αν αυτός δεν δοκιμαστεί φανερά στην άσκηση της εξουσίας και την εφαρμογή των νόμων» (στίχ. 175-7). Και ίσως ψυχικές καταστάσεις του Κρέοντος μπορούμε να τις διαγνώσουμε χωρίς πολλή δυσκολία.
Ο Κρέων ανακοινώνει αρχικά το διάγγελμα του ως στρατηγός (στίχ. 8)· εισέρχεται στη σκηνή επιστρέφοντας από το πεδίο της μάχης βασιλιάς(στίχ. 155-6) — βασιλεύς νεοχμός.Έχει συγκαλέσει μια συνέλευση γερόντων και τους γνωστοποιεί, επί πολιτικού πεδίου τώρα,διάταγμα του. Αλλά προηγείται ένα διεξοδικό σκεπτικό εν είδει πραγματείας, μια διακήρυξη αρχών. Η επιλογή των γερόντων έγινε με βάση τη νομιμοφροσύνη τους προς τον θρόνο:είναι ο θρόνος του Λαΐου, του Οιδίποδα, των παιδιών τους. Εδώ πολύ διακριτικά τα περί Λαΐου και Οιδίποδα, ώσπου έρχεται στους γιους. (Αισθητή η διαφορά από το βιασμένο ξέσπασμα της Αντιγόνης στους στίχους 1 κ.εξ. ή από τον πονεμένο μονόλογο της Ισμήνης στους στίχους 49 κ.εξ.)Εκτίθενται όλα απολύτως φυσιολογικά, και αποκαλύπτουν και μια σχέση των γερόντων αυτού του Χορού με το «κατεστημένο». Αν όμως όσα λέει μας κάνουν επίσης να διερωτηθούμε, που ήταν λοιπόν ο Κρέων όταν συνέβαιναν όλα αυτά τα γεγονότα,η απάντηση είναι ότι εκινείτο στους διαδρόμους και όχι στο κέντρο της εξουσίας (αφού αποκλείεται εδώ να άσκησε προηγουμένως αντιβασιλεία). Σε προχωρημένο στάδιο της ζωής του έχει ανεβεί σ’ ένα θρόνο, που μπορεί να του ήταν επιθυμητός, μπορεί και όχι. Σε προχωρημένο στάδιο της ζωής του περνάει αυτή τη δοκιμασία, και όπως ο ίδιος λέει, αν δεν δοκιμαστεί κανείς πρώτα στην άσκηση της εξουσίας, δεν αποκαλύπτεται ο αληθινός του χαρακτήρας. Ο χαρακτή ρας του Κρέοντος αρχίζει να γίνεται ενδιαφέρων.
Πολλές από τις αρχές που ο Κρέων εξαγγέλλει στη διακήρυξη του θα γίνονταν ανεπιφύλακτα αποδεκτές από έναν Αθηναίο του 5ου π.Χ. αιώνα,που ήξερε ότι η δική του ευημερία ήταν αλληλένδετη με την ευημερία της πόλεως, και ήξερε επίσης τη διαφορά μεταξύ ενός πατριώ τη και ενός προδότη.Η απαγόρευση ταφής ενός προδότη στο χώμα της Αττικής δεν του ήταν κάτι άγνωστο, αν και οι αντιδράσεις σε μια τέτοια απαγόρευση σίγουρα θα διέφεραν: η αντίδραση του Χορού είναι προ σεγμένα ουδέτερη. Πάντως ο Κρέων, αν τον δούμε συνολικά και λίγο επιφανειακά, δεν τα πάει και τόσο άσχημα στην πρώτη του εμφάνιση. Ό,τι πραγματικά ενδιαφέρει από το λόγο του είναι να διακρίνουμε ποια προειδοποιητικά μηνύματα έχει δώσει ο Σοφοκλής ήδη από αυτό το στάδιο. Αισθάνεται άραγε ο Κρέων κάποια ευχαρίστηση να αναφέρε ται με πολλές λέξεις στη νεοπαγή εξουσία του (στίχ. 173)και στο σέβας που την περιβάλλει (στίχ. 166); Μήπως η χρήση της πρωτοπρόσωπης αντωνυμίας παραείναι επίμονη (στίχ. 173, 178, 184, 207); Και μήπως ταυτόχρονα φοβάται(στίχ. 180) ότι δεν επιδεικνύει αρκετήν ισχύ (όταν ξέρουμε ότι την ισχύ του θα του την αμφισβητήσει μια γυναίκα); Επιτέ λους,υπάρχουν και πολλές άλλες αιτίες για τις κακές αποφάσεις. Τάχα μόνο γι' αυτή την απειλητική αδυναμία έχει επίγνωση ο Κρέων — και επίγνωση μοιραία; Ο τρόπος με τον οποίο αντικρίζει την κατάσταση φαίνεται παράδοξα υπερβολικός. Πιστεύει άραγε στ' αλήθεια ότι το να θάψει τον Πολυνείκη, το να τον αντιμετωπίσει ως φίλον, θα επισύρει την ἄτην (στίχ. 185) στους πολίτες; (Είναι προφανής εδώ η ειρωνεία.) Ας σημειωθεί ότι για τον Κρέοντα οιφίλοι γίνονται, δεν γεννιούνται (στίχ. 188, 190). Έμφυτη φιλία δεν σημαίνει ή δεν μοιάζει να σημαίνει γι’ αυτόν τίποτε (θα του έρθει όμως η τιμωρία,όταν χάσει τον ίδιο το γιο). Οι ταφικές τελετές δεν σημαίνουν τίποτε άλλο γι' αυτόν τιμητική ανταπόδοση που απονέμεται στον φιλόπατρι (στίχ. 196-7).Μια φιλοσοφία διαμετρικά αντίθετη από εκείνη της Αντιγόνης, κι όμως όλα ηχούν σχετικά καλά —ή και πολύ καλά— μέχρι που φθάνουμε στους στίχους 205-6: «να μείνει το σώμα του άταφο και για φάγωμα και διαμελισμό από τα όρνια και τα σκυλιά, έτσι να το δούμε» (ἐᾶν δ' ἄθαπτον καί πρός οἰωνῶν δέμας καί πρός κυνῶν ἐδεστόν αἰκισθέν τ' ἰδεῖν). Ο λόγος για την κοινή θέα έρχεται απροσδόκητα στο τέλος, και δημιουργεί μια ολοζώντανη και αποτροπιαστική εικόνα. Άραγε την απολαμβάνει ο Κρέων; Αμέσως έπειτα πάντως ακολουθεί η φράση τοιόνδ' ἐμόν φρόνημα, που μας θυμίζει τον στίχο 176. Έτσι εννοεί ο Κρέων την τιμή προς τον φιλόπατρι· κι αυτό είναι το ποιόν φρονήματος που φανερώνει κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
Προειδοποιητικά μηνύματα· και τα διετύπωσα κατά το πλείστον ως ερωτήματα. Ολόκληρη η πρώτη ρήση του Κρέοντος είναι διάστικτη από νύξεις και αμφισημίες που παρέχουν επιφανειακά την εντύπωση πολιτικής σοφίας. Ίσως θα ήταν ανιαρό να εξετάζαμε ολόκληρο το ρόλο του με τον ίδιο βαθμό λεπτομέρειας. Μερικοί νεότεροι σχολιαστές, από αντίδραση προς μια δυσμενή γενικά άποψη, προέβαλαν την πλευρά του Κρέοντος με περισσότερη συμπάθεια. Ο ίδιος ο Σοφοκλής όμως προ-καθόρισε γι’ αυτόν τη δυσμενή εξέλιξη,φροντίζοντας ώστε κάθε φορά που η θέση του Κρέοντος φαίνεται εδραιωμένη και οι λόγοι του δείχνουν ορθοφροσύνη, αμέσως να φανερώνει το πραγματικό του ψυχικό ποιόν.Παρουσιάζεται στο κοινό ως ο άνθρωπος της εξουσίας, που με το κύρος της και προς το συμφέρον του κράτους απαιτεί απόλυτη υπακοή. Παντού διακηρύσσει την τάξη και την πειθαρχία και δεν αφήνει χώρο για τίποτε άλλο. Πειθαρχία στην πόλη, στον στρατό, στο σπίτι: σε όλα το ίδιο, και η αναρχία για όλα εξίσου μοιραία.Αυτό το μήνυμα δίνει το λογύδριό του προς τον Αίμονα (με οποιαδήποτε σειρά κι αν δεχτούμε να διαταχθούν οι στίχοι)· με τα σύγχρονα δεδομένα είναι σαν να βλέπαμε έναν άκαμπτο στρατιωτικό, που επιβάλλει και στην οικογένεια του την πειθαρχία κατά το πρότυπο του στρατού, και θα ήταν διατεθειμένος να την επιβάλει και στην πολιτική ζωή — άνθρωπο στενόμυαλο και επικίν δυνο, αλλά όχι ποταπό· άνθρωπο αρχών. Ας προσέξουμε όμως πώς ο Σοφοκλής περιέκλεισε αυτή την διακήρυξη αρχών (στίχ. 655-680) ανάμεσα σε δύο αναφορές στη γυναίκα: πρώτα,με τη γυναίκα που έδειξε απείθεια (στίχ. 655-6), και κατόπιν, όσο πιο εμφατικά γινόταν,στους τρεις τελευταίους στίχους, με τη δυσαρέσκεια του Κρέοντος για την αμφισβήτηση της εξουσίας του από μια γυναίκα. Η υπέρμετρα προσωπική αυτή αντίδραση δεν αφαιρεί άραγε ένα μέρος της επιβλητικής εντύπωσης από τους μεγαλόστομους αφορισμούς του Κρέοντος;Είναι σχεδόν ωμός, από την πλευρά του Σοφοκλή, (αν και είναι προφανές το δραματικό αποτέλεσμα που έχει) ο τρόπος με τον οποίο διαρκώς ξανα φέρνει τον Κρέοντα σ' αυτό το σημείο, με την κάθε ρητορική του κορύ φωση. Όταν η Αντιγόνη έχει εκφωνήσει τον μεγάλο της λόγο για τον Δία και τα ἄγραπτα νόμιμα των θεών, σκεπτόμαστε ίσως τις εύστοχες απαντήσεις που θα μπορούσε να έχει δώσει ο Κρέων, αλλά αντί γι’ αυτές ακούμε την άστοχη απάντηση που εκστομίζει. Εκφράζεται όπως οι Ατρείδες στο Αἴας, κάνοντας λόγο γιαδούλους και γιαὕβριν τους. Και αντιλαμβανόμαστε κατόπιν το γιατί: διότι η εξουσία του(κράτη) έχει αμφισβητηθεί από μια γυναίκα (στίχ. 484-5). Οι πολυπλοκότητες της διαλογικής στιχομυθίας του Κρέοντος με την Αντιγόνη (στίχ. 508-525) είναι σημαντικές για την κατανόηση του χαρακτήρα της Αντιγόνης: όσο για τον Κρέοντα, βρίσκουν την κορύφωση τους σε έξι λέξεις του αρχαίου κειμένου — «όσο είμαι ζωντανός, γυναίκα δεν θα μεκυβερνήσει», ἐμοῦ δέ ζῶντος οὐκ ἄρξει γυνή (στίχ. 525).
Ο Κρέων μιλάει τον περισσότερο καιρό για το αξίωμα του, αλλά τον εαυτό του σκέπτεται.Έχει απαιτήσεις απόλυτες και ακολουθεί συμπεριφορές τυράννου. Δεν χρειάζεται να επιμείνουμε σ’ αυτό, γιατί έχει πλήρως αναγνωρισθεί και τεκμηριωθεί από σειρά μελετητών. Η τυραννική του στάση σαφέστατα προβάλλει στη σκηνή με τον Αίμονα και δικαίως ο Αίμων σχολιάζει ότι ο Κρέων θα ήταν καλός κυβερνήτης μόνος σε μια πόλη έρημη από ανθρώπους (στίχ. 739). Όμως εδώ μιλάμε για άνθρωπο που έχει ήδη χαρακτηρίσει την Αντιγόνη δοῦλον του (ο 479)· που βλέπει τους υπηκόους του ως υποζύγια (στίχ. 291-2).Μάλιστα το τελευταίο αυτό χωρίο είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον και πολύ σημαντικό (στίχ. 289-314). Ο Κρέων έχει ακούσει την πρώτη διήγηση του Φύλακα για την «ταφή». Στην παρατήρηση του Κορυφαίου, που σ’ αυτό περίεργο γεγονός βλέπει την παρέμβαση κάποιου θεού, ο Κρέων δρα με τρόπο καχύποπτο και βίαιο, όπως αντιδρά πάντα σε οτιδήποτε του υποδηλώνει ότι μπορεί να έχει άδικο. Ούτως ή άλλως,ο κόσμος· θεών δεν σημαίνει τίποτε για τον Κρέοντα, αφού γι’ αυτόν θεοί δεν είναι παρά οι θεοί της πολιτείας· τα ορατά είναι το παν. Την ίδια στιγμή βρίσκει μια πολιτική εξήγηση τέτοια, που να είναι στον ίδιο κατανοητή(μην ξέροντας πως η πράξη έγινε από μία γυναίκα που δεν ενδιαφερόταν καθόλου για την πολιτεία). Κάποιοι που δεν βλέπουν με καλό την εξουσία του εξαγόρασαν τους φυλακές.Έχει γίνει επανειλημμένα η παρατήρηση ότι ο Κρέων καταλογίζει διεφθαρμένα κίνητρα (και εδώ και στην περίπτωση του Τειρεσία), επειδή τέτοιου επιπέδου κίνητρα χωράει η αντίληψη του. Εδώ η ανάπτυξη του θέματος των κινήτρων παίρνει έκταση, με βάση τους όρους μισθόςκαι κέρδος, και καταλήγει ρε ένα εμφατικό και αποφθεγματικό συμπέρασμα. «Τα αισχρά κέρδη Βλέπουμε να φέρνουν στους πιο πολλούς καταστροφή, όχι σωτηρία» (στίχ 313-4).Μέσα σε μια φρασεολογία πληθωρική επανέρχεται (από τον στίχο 185) η μεγάλη έννοια τηςἄτης. Άτη για ποιον; Για τους συνωμότες και τους φυλακές; Όμως η ἄτη περιμένει τον Κρέοντα. Για τα αισχρά κέρδη τίνος, λοιπόν, ο λόγος; Τί επιζητεί ο Κρέων;
Ίσως φαινόταν φοβερά παρατραβηγμένο να βρίσκουμε εδώ αναφορά στα κίνητρα του Κρέοντος, αν δεν υπήρχε ένα στοιχείο. Καταγγελίες για εξαγορά επανέρχονται και με τον Τειρεσία: ήταν στερεότυπη κατηγορία εναντίον των προφητών, οι οποίοι, το δίχως άλλο,συχνά την άξιζαν απόλυτα.Οργισμένες κατηγορίες αλληλοεκτοξεύονται. Ο Κρέωνδιατείνεται ότι όλο το γένος των μάντεων είναι φιλάργυρο (στίχ. 1055)· Ο Τειρεσίας αντιτείνει ότι το γένος των τυράννων αγαπά την αἰσχροκέρδειαν. Και πάλι δεν θα δικαιολογούμασταν να δώσουμε σ' αυτά υπερβολικές προεκτάσεις, αν σε ένα άλλο δράμα κάποιος άλλος εκπρόσωπος της σοφίας δεν κατηγορούσε επίσης έναν τύραννο (όμοιον σε πολλά με τον Κρέοντα) ότι ευχαριστείται «με κέρδη όχι έντιμα» (Αἴας, στίχ. 1349, κέρδεσιν τοῖς μή καλοῖς). Στην περίπτωση του Αγαμέμνονος τα εν λόγω κέρδη συνίσταντο στην επαναβεβαίωση της εξουσίας του, στην ικανοποίηση του γοήτρου του, στην επισφράγιση του θριάμβου του επί ενός νεκρού αντίπαλου. Ακριβώς ό,τι διείδε ο Τειρεσίας και στον Κρέοντα. Ανέντιμες απόλαυες, που για χάρη τους, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου του Κρέοντος (στίχ. 1045-7), ωραιοποιούν κάποιοι άνθρωποι τα Επαίσχυντα λόγια,προετοιμάζοντας έτσι για τους εαυτούς τους μια επαίσχυντη πτώση. Ο Τειρεσίας γνώριζε ποιο θα 'ταν το αληθινό συμφέρον του Κρέοντος (στίχ. 1062). Η υποχωρητικότητα. Και υποχωρεί ο Κρέων, αλλά πολύ αργά.
Ο Κρέων είναι τύραννος — ή έστω πάει να γίνει τύραννος. Δεν είναι όμως ένα απλό στερεότυπο τυράννου. Είναι ένα αναγνωρίσιμο ανθρώπινο ον, βάναυσο, με κοινότυπη νοημοσύνη και στενά περιθώρια για συμπάθειες. Δραστήριος πολιτικά χωρίς την ικανότητα του πολιτικού, γιατί δεν έχει τη δύναμη να αντιστέκεται στους πειρασμούς της εξουσίας.Είναι ένας «ρεαλιστής», για τον οποίο ό,τι είναι ορατό είναι το μόνο πραγματικό. Η κλίμακα των κινήτρων που έχει την ικανότητα να αντιληφθεί είναι περιορισμένη και πάντως περιλαμβάνει τη λαχτάρα της εξουσίας και τη δίψα για το χρήμα. Τον θάνατο ως γεγονός υποχρεωτικά τον αποδέχεται, αλλά το αθέατο βασίλειο των νεκρών αυτόν δεν σημαίνει τίποτε. Πιστεύει στην αποτελεσματικότητα της απειλής της θανάτωσης: το ότι θα μπορούσε κάποιος να επιλέξει θάνατο όχι για να υπερασπισθεί την πολιτεία αλλά για να της εναντιωθεί, και όχι για το χρήμα αλλά για ένα συναίσθημα ή κάποιες αρχές — αυτό είναι κάτι εντελώς έξω από την εμπειρία του και την αντιληπτική του ικανότητα. Η τραχύτητα του χαρακτήρα του γίνεται φανερή από την περιφρόνηση του για τα αισθήματα των άλλων και κυρίως από τη στάση του απέναντι στον γάμο του Αίμονος,αφού θεωρεί ότι όλες οι γυναίκες είναι —ή οφείλουν να είναι— ίδιες· υποτιμά τη δαιμονική ισχύ των αισθημάτων του Αίμονος, κι έτσι χάνει το γιο του.Τί σημαίνει αυτό για τον Κρέοντα; Αν κρίνουμε απ' όσα λέει στους στίχους 641-7, σημαίνει! την απώλεια μιας ωφέλιμης μονάδας, ενός συμμάχου στον αγώνα των φίλων εναντίον των εχθρών. Ο Κρέων όμως δεν μπορεί ποτέ να κριθεί από το φανερό νόημα των όσων λέει, πολύ λιγότερο μάλιστα όταν τα όσα λέει εκφέρονται αποφθεγματικά, όπως τόσο συχνά συμβαίνει. Ο Σοφοκλής μας επιφυλάσσει μια ειρωνική αναστροφή. Όποτε ο Κρέων φέρνει στο φως τον εσωτερικό εαυτό του, αποδεικνύεται κενός(στίχ. 709), άδειος από όλες εκείνες τις αρχές που πριν λίγο διεκήρυσσε. Ο ισχυρός άνδρας,που με την αδιαλλαξία και την ισχυρογνωμοσύνη του είχε δώσει την εντύπωση άξιου ανταγωνιστή μιας Αντιγόνης, καταρρέει. Ο πολιτικός άνδρας,ανεξάντλητος σε σοφά ρητά,αυτός που έδειχνε πως όλους τους προσωπικούς του δεσμούς τους υποτάσσει στο πολιτικό του χρέος, συντρίβεται ολοκληρωτικά από την απώλεια ενός γιου και μιας συζύγου. Ο παραφουσκωμένος τύραννος καταλήγει να είναι ο πιο κοινός, αφού είναι ο πιο δυστυχισμένος, απ' όλους τους ανθρώπους.
Ο Σοφοκλής ανέθεσε αυτή την παρατήρηση στον Άγγελο, που την εκφωνεί στους δεκαεπτά ουσιαστικούς στίχους (1155 – 11710) της εναρκτήριας ρήσης του, με το που εμφανίζεται επί σκηνής. Όπως είπαμε ήδη η άποψη του Αγγέλου είναι η άποψη του μέσου ανθρώπου. Όταν το θεωρεί ως δεδομένο ότι η τύχη κυβερνά τα πάντα, έχει εξίσου άδικο, όπως κι όταν απορρίπτει τη δυνατότητα πρόγνωσης. Πιο εύστοχος είναι ίσως στους επτά τελευταίους στίχους του, όπου συλλογίζεται για την πτώση του Κρέοντος, με κριτήρια τη χαρά και την απόλαυση της ζωής. Είναι θέματα που επανέρχονται στο λόγο του σταθερά (στίχ. 1165, 11170, 1171). Τον πλούτο και την εξουσία (που φαίνεται ότι ήταν οι στόχοι της φιλοδοξίας του Κρέοντος) ο Κρέων θα τα διατηρήσει, όμως θα χάσει τη χαρά, γιατί έχασε το γιο του και επίσης —κάτι που δεν γνωρίζει ο Άγγελος — πρόκειται να χάσει και τη γυναίκα του. Ο Κρέων, ο πολιτικός άνδρας, στη δίψα του για την εξουσία κατέστρεψε την πραγ ματική πηγή της ευτυχίας, που είναι οι φίλοι.Αυτός, κι όχι η Αντιγόνη, κλείνει το έργο σαν ἔμψυχος νεκρός (στίχ. 1167), λαχταρώντας το θά νατο, αλλά αναγκασμένος να παραμείνει στον ορατό κόσμο της ζωής (στίχ. 1332).
Από τον Κρέοντα ερχόμαστε πάλι στην Αντιγόνη. Κάτι που θα γινόταν γενικά αποδεκτό από τους ερμηνευτές του έργου είναι ότι ο Σοφοκλής το επεξεργάστηκε επί τη βάσει αντιτιθέμενων ζευγών, ότι οι ρόλοι Κρέοντος και Αντιγόνης έχουν ταχθεί αντιμέτωποι για μια ασυμφιλίωτη σύγκρουση.Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι είναι εύκολο να κατανοήσου με την ηρωίδα. Υπό μια θεμελιώδη έννοια, η Αντιγόνη έχει δίκιο και ο Κρέων άδικο. Όμως μέσα στο πλέγμα των αντιθέσεων του έργου δεν πρόκειται για μια απλή αντιπαράθεση ανάμεσα στην παλιανθρωπιά, από τη μια, και στην γλυκύτητα και φωτεινότητα, από την άλλη. Κατά τον Knox «η Αντιγόνη μοιάζει με τον Αίαντα όσο με κανέναν άλλο από τους ήρωες του Σοφοκλή». Ο Perrotta, για τον οποίο είναι μια «τρο μερή ηρωίδα», όπως λέει, κάνει παράλληλα λόγο για «μια γλυκερή Αντιγόνη κατάλληλη για σχολική χρήση». Πόσο καλά τη γνωρί ζουμε αλήθεια και πόσο εύκολα απαλλασσόμαστε από αυτήν! Ο Χορός στις τραγωδίες δεν έχει πάντα δίκιο και ο Χορός της Αντιγόνης είναι πιο πιθανό να έχει άδικο απ' ό,τι πολλοί άλλοι: αλλά όταν ο Κορυφαίος χαρακτηρίζει την ηρωίδα σκληρή κόρη σκληρού πατέρα, τα λόγια του πρέπει να φανερώνουν κάποια όψη της αλήθειας.
Από την αρχή του έργου η Αντιγόνη εισορμά με ένα χείμαρρο από αρνητικές εκφράσεις, στις οποίες αποκρίνεται με τις ζυγισμένες εκφρά σεις της η Ισμήνη. Βλέπουμε δύο αδελφές, ίδιες σε κληρονομικότητα, ίδιες σε πείρα και αντιμέτωπες με την ίδια κατάσταση, όμως το φοβερό παρελθόν (στίχ. 1κ.εξ., 49 κ.εξ.) που εμπνέει στην Ισμήνη διάθεση υπο ταγής, δυναμώνει απλώς την αμετακίνητη αποφασιστικότητα της Αντι γόνης.Δύο αδελφές, δύο αδελφοί (σ' αυτούς θα πρέπει να επανέλθουμε) και το κράτος, η πόλις. Το ζήτημα, όπως το βλέπει η Αντιγόνη, τίθεται μ' ένα περίεργο τρόπο στο τέλος της πρώτης ρήσης της. Ο στρατηγός με διάγγελμα του κήρυξε την πόλη σε κατάσταση επιφυλακής: δεν βλέπει άραγε η Ισμήνη ότι «επέρχονται εναντίον των φίλων τα δεινά που πρέ πουν σε εχθρούς» (στίχ. 10); Οι φίλοι και οι εχθροί: το μόνιμο δίδυμο μιας αντίθεσης, που αποτέλεσε τη βάση για πολύ μεγάλο μέρος του ηθικού και πολιτικού προβληματισμού των Ελλήνων. Η Αντιγόνη μάχε ται στις επάλξεις της φιλίας, με την έννοια των δεσμών συγγένειας, και υπερασπίζεται το χρέος της ταφής που οι δεσμοί αυτοί επιβάλλουν. Αλλά μήπως δεν έχει και η πολιτεία φίλους και εχθρούς; Η πολιτεία,η πόλις, δεν σημαίνει γι' αυτήν τίποτε, όπως δεν σημαίνει ούτε ο Κρέων — ο αγαθός Κρέων, όπως τον αποκαλεί σαρκαστικά. Υπάρχουν για την οικογένεια φίλοι, υπάρχουν και εχθροί, και σε μια τέτοια πολωτική αντίθεση ενδιάμεσες διαβαθμίσεις δεν χωρούν έτσι η Ισμήνη, από τη στιγμή που αρνείται την υποστήριξη της, περνάει αμέσως, αυτόματα, στο αντίθετο στρατόπεδο (στίχοι45-46, 69 κ.εξ., 86-87, 93-94).
Φίλοι και εχθροί. Είναι η εξέχουσα αντίθεση που προβάλλεται σε πολλές από τις σωζόμενες τραγωδίες του Σοφοκλή. Στον Αἴαντα είναι λίγο ως πολύ ξεκάθαρο ζήτημα και αντιμετωπίζεται μέσα σε περιβάλλον στρατιωτικό· στην Ἀντιγόνην ο ποιητής εκμεταλλεύεται τις αμφισημίες που ενυπάρχουν στη χρήση της λέξης φίλος. Στον Όμηρο η χρήση της λέξης είναι εκ πρώτης όψεως αινιγματική, μπορεί όμως να φωτιστεί από τις γνώσεις μας για την πρώιμη ηρωική κοινωνία: φίλος θα ήταν οποιοσδήποτε/οτιδήποτε μπορούσε ο ήρωας να εμπιστευθεί μέσα σ' έναν κόσμο εχθρικό, είτε ήταν η οικογένεια,κάποιος σύντροφος του ήρωα, κάποιος από τους υποτελείς του, είτε η δική του γενναία καρδιά. Εδώ έχουν την προέλευση τους πολλές μεταγενέστερες συμπεριφορές, όπως μεταξύ άλλων η πλατιά διαδεδομένη αρχή «να ωφελείς τους φίλους σου και να βλάπτεις τους εχθρούς σου». Μια ιδιαίτερη —και ιδιαίτερα στενή— κατηγορία φίλων είναι οι συγγενείς· και πολλές φορές η λέξη έχει αυτήν ακριβώς τη σημασία, ιδίως στην τραγωδία(άρα και στοΠερί Ποιητικῆς του Αριστοτέλη). Είτε επειδή η οικογένεια —και, σε μικρότερο βαθμό,κάθε δεσμός αφοσίωσης και αλληλεξάρτησης— αποτελεί πηγή δημιουργίας συναισθημάτων,είτε για οποιονδήποτε άλλον λόγο, το επίθετο φίλος συνηθέστατα —και το ρήμα φιλεῖνσχεδόν πάντο τε— συνυποδηλώνουν κάποιο βαθμό αγάπης (ή συμπάθειας)· είναι λέ ξεις που συνηθίζονται και για εραστές, και τελικά φίλον χαρακτηρίζεται κάθε τι που σου είναι αγαπητό. Στην Ἀντιγόνην φαίνεται ότι παίζουν δύο αμφισημίες: είναι η φιλία ως συγγένεια και η φιλία ως κοινωνικο πολιτική σχέση· και παράλληλα είναι η φιλία ως συγγένεια και ηφιλία ως συναίσθημα. Και οι δύο αυτές αμφισημίες συνδέονται με το πρόβλη μα της ταφής.
Ο ένας από τους αδελφούς είναι ο «φίλος» της πολιτείας, ο άλλος είναι ο «εχθρός», ενώ ο ένας για τον άλλον είναι ταυτόχρονα και φίλος καιἐχθρός — γεγονός στο οποίο, όπως θα δούμε, ο Κρέων θα απαιτήσει από την Αντιγόνη να δώσει προσοχή. Για τον ίδιο τον Κρέοντα, όπως ακριβώς η ταφή είναι υπόθεση πολιτική —μια ανταμοιβή που δίδεται σε όσους την αξίζουν—, έτσι και οι φίλοι δεν γεννιούνται, αλλά γίνονται, κι ένας γιος είναι απλά μια ωφέλιμη μονάδα (αν και ο Κρέων δεν αισθάνεται έτσι, όταν χάνει τον Αίμονα). θα οδηγήσει την Αντιγόνη στον θάνατο για την ανυπακοή της,όπως λέει, «κι ας είναι παιδί της αδελφής ή κι ό,τι πιο συγγενικό απ' όλο τον κύκλο των εξ αίματος δεσμών που ο Ερκείος Δίας προστατεύει» (στίχοι486-7). Αυτός μόνο εκείνους που υπηρετούν την πάλιν είναι διατεθειμένος να αναγνωρίσει ως φίλους. Άλλο τόσο είναι ξεκάθαρη και η διάκριση που κάνει η Αντιγόνη μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο. Τα συμφέροντα της οικογένειας οι «φίλοι» τα ευνοούν, οι «εχθροί» τα πλήττουν κι ένα απ' αυτά είναι το δικαίωμα κάθε μέλους της για την καθιερωμένη ταφή του από τα χέρια των συγ γενών. Όταν η Ισμήνη αρνείται να συμμετάσχει, παίρνει με την άρνηση της την ιδιότητα της έχθρας. Κι όταν η Ισμήνη την αναγκάζει να επιχει ρηματολογήσει, για μια υπόθεση που είναι πέραν πάσης επιχειρηματο λογίας, η Αντιγόνη διατείνεται ότι το να θάψει τον αδελφό της —και άρα το να πεθάνει και η ίδια— είναι όχι μόνο καλόν (στίχ. 72), όχι μόνο σε συμφωνία με τον κοινωνικό κανόνα,αλλά και ὅσιον, γιατί έτσι θα έχει αποδοθεί τιμή σ' εκείνα που οι θεοί περιβάλλουν με τιμή(στίχ. 77-78). Και εννοεί φυσικά τους χθόνιους θεούς, που απαιτούν το ταφικό αυτό χρέος.Όλα τούτα είναι αλληλένδετα μέσα της σ' ένα συγκινησιακό πλέγμα, που δεν την αφήνει καλά-καλά να κάνει διάκριση, από τους κατοίκους του κάτω κόσμου, ανάμεσα στους νεκρούς της οικογένειας της και στις χθόνιες θεότητες που τους έχουν υπό την προστασία τους και θα έχουν σε λίγο και την ίδια.
Υπάρχει συγκινησιακή ένταση, και συγκινησιακά έντονες είναι οι εκφράσεις "μίσους" που η ηρωίδα απευθύνει στην Ισμήνη. Και βέβαια ένας μάρτυρας δεν πηγαίνει από ψυχρό υπολογισμό στον θάνατο για μια υπόθεση ή για τις αρχές που υποστηρίζει. Πριν όμως δούμε την Αντιγόνη υπ' αυτό το πρίσμα, είναι κάτι άλλο που μας προκαλεί ερωτη ματικά, μια νότα προσωπικού πάθους. Ο Πολυνείκης ήταν ὁ ἀδελφός, ὁ κασίγνητος (στίχ. 21, 46), και άραφίλος. Η λέξη αυτή μπορεί, όχι όμως και κατ' ανάγκη, να συνυποδηλώνει βαθύ συναίσθημα· το υπερθετικό φίλτατος πάντως οπωσδήποτε. Πράγματι ο Πολυνείκης, για τον οποίο η Αντιγόνη θα ετοιμάσει τάφο, είναι ο φίλτατος αδελφός της (στίχ. 80-81). Δεν μπορεί να είναι τυχαίο που, όταν η Αντιγόνη μιλάει για τη θέση της στον Άδη, παρουσιάζεται να χρησιμοποιεί γλώσσα που θα ταίριαζε σε εραστές (στίχ. 73): φίλη μετ’ αὐτοῦ κείσομαι,φίλου μέτα.Ποιος μπορεί, με το χέρι στην καρδιά, να ισχυρισθεί μετά βεβαιότητας ότι ο Σοφοκλής θέλησε —ή δεν θέλησε— να υπαινιχθεί μια ιδιαίτερη σχέση βαθύτερου συναισθήματος μεταξύ Αντιγόνης και Πολυνείκη; (Τελικά η Αντιγόνη, όταν πεθάνει,κείσεται μετά τοῦ Αίμονος.)