Δευτέρα 3 Αυγούστου 2009

Ανθεστήρια:
Η Ελληνική Γιορτή των Νεκρών

Συγγραφέας: Νικόλαος Κ. Περιστερίδης







Μια κραυγή, λες και την κρατούσα μήνες μέσα μου, βγήκε από τα χείλη μου τινάζοντας με από τον βαθύ ύπνο στον οποίο είχα βυθιστεί. Λιγοστές ακτίνες του ηλίου φώτιζαν με γραμμές τους τοίχους του δωματίου μου. Θυμήθηκα.. ήταν ξημερώματα της 11ης ημέρας του μήνα Ανθεστηριώνα(*1.1), αρχής της άνοιξης. Σήμερα, σε όλη την έκταση της Αθήνας, θα σήμανε η έναρξη του τριημέρου τελετουργιών και εορτών των Ανθεστηρίων, μία εορτή που, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, γέμιζε με τρόμο τη ψυχή μου.. κάθε χρονιά. Πως δεν θα μπορούσε άλλωστε; Θυμάμαι αυτολεξεί τα λόγια και τις εκφράσεις της μητέρας μου, όταν ένα πρωινό δέχτηκε να μου εξηγήσει τη σημασία της ημέρας.
«Είναι μία εορτή μιαρή υιέ μου, ένα διήμερο όπου οι πόρτες του ’δη ανοίγουν και ψυχές ξεχύνονται γύρω μας. Κατά τη διάρκεια των εορτών ζούμε παράλληλα με τις ψυχές..»

Καθώς τα έτη περνούσαν, έμαθα σταδιακά ότι τα Ανθεστήρια είναι η Εορτή του Κρασιού του θεού Διονύσου, αυτού του εύχαρου και "ζωντανού" θεού. Όμως, όσο η νόηση μου γινόταν όλο και πιο ικανή να συνειδητοποιήσει κάποια βαθύτερα νοήματα, κατανόησα σταδιακά τη ουσιαστική σημασία του τριημέρου. Τα Ανθεστήρια είναι κάτι περισσότερο από μία απλή τελετουργία για το θεό Διόνυσο, είναι η εορτή «Όλων των Ψυχών».. μία προσπάθεια εξευμενισμού των νεκρών. Αυτή τη χρονιά όμως έμελλε να μάθω ότι ήταν κάτι ακόμα περισσότερο, στο τέλος του τριημέρου θα συνειδητοποιούσα ότι ήμουν έτοιμος πνευματικά να κατανοήσω τη βαθύτερη, και τόσο ουσιαστική, σημασία των εορταστικών τελετουργιών.



Οι ονομασίες και η ουσία των τριών ημερών των Ανθεστηρίων.
Καθώς έπλενα το σώμα μου ώστε να προετοιμαστώ για την ημέρα αυτή, σκέψεις με επισκέπτονταν. Μέσα στις επόμενες τρεις ημέρες θα ζούσα ξανά έναν «μυστικιστικό κύκλο», μία αλληλουχία ημερών..
Η πρώτη ημέρα των εορταστικών τελετουργιών έχει την ονομασία «Πιθοιγία», δηλαδή το άνοιγμα των Πιθαριών, και είναι μία σπονδή προς τον Αγαθό Δαίμονα(μία έννοια που προυπήρχε κάθε θεότητας). Η δεύτερη ημέρα ονομάζεται «Χόες», υπό την έννοια «κούπες πόσης», και είναι η έναρξη του γλεντιού για όλους τους πιστούς.
Κατά τη διάρκεια της γίνονται αγώνες οινοποσίας και κάθε άνδρας στεφανώνει το ποτήρι του με μία γιρλάντα και το προσφέρει στην ιέρεια του ναού Διονύσου του «εν Λίμναις». Η τρίτη, και σημαντικότερη, ημέρα αποκαλείται «Χύτρες»(*1.2)

Στην πραγματικότητα τα Ανθεστήρια είναι ένα μεγάλο, πολυήμερο, συμπόσιο μιας και κατά τη «Πιθοιγία» τα δοχεία κρασιού ανοίγουν, κατά τις «Χόες» οι πιστοί πίνουν το κρασί με κάθε επισημότητα και κατά την τελευταία ημέρα, «Χύτροις», μία πανσπερμία, ένα μεγάλο καλάθι με κάθε λογής σπόρους και καρπούς, προετοιμάζεται και προσφέρεται στους νεκρούς λίγο πριν την αναχώρηση τους.

Η παραπάνω σκέψη με βρήκε να περπατάω στους δρόμους μιας αγουροξυπνημένης Αθήνας, ο ήλιος έπαιζε με την Ακρόπολη στέλνοντας τις ακτίνες του διαμέσου των κιόνων. Κοίταξα γύρω μου, αρκετοί πολίτες είχαν ήδη προετοιμαστεί για το τριήμερο και είχαν βγει στους δρόμους. Όλοι με το φόβο ζωγραφισμένο στα άλλοτε σίγουρα μάτια τους, έναν φόβο άρρηκτα συνδεδεμένο με την 2η ημέρα των εορτών, αυτή των «Χοών». Αν και ημέρα γλεντιού, ήταν ημέρα μιαρή(*1), κατά την οποία οι περισσότεροι Αθηναίοι, συμπεριλαμβανομένου και εμού, πιστεύουν ότι τα πνεύματα των νεκρών ανέρχονται στη γη.
Αυτός είναι και ο λόγος που το αυριανό πρωινό οι προετοιμασίες θα είναι πολύ περισσότερες από ό,τι σήμερα..

Η έλευση των νεκρών ψυχών και οι άμυνες των ζωντανών.
Και σήμερα το ξύπνημα έμελλε να είναι εξίσου δυσάρεστο, μία κραυγή με τίναξε από το βαθύ μου ύπνο. Δεν είχα χρόνο, έπρεπε να ετοιμαστώ και να προλάβω να προετοιμάσω την οικία της οικογενείας μου. Πλύθηκα βιαστικά και κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο όπου φυλάσσουμε το ράμνο, το ξακουστό φυτό με τις εξαγνιστικές ιδιότητες. Κάθισα και αφού ακολούθησα το μικρό τελετουργικό άρχισα να το μασάω.. αυτή είναι η άμυνα μας απέναντι στις ψυχές, τις Κήρες, που ήδη έχουν ξεχυθεί στους δρόμους της Αθήνας.
Βγήκα έξω από το σπίτι. Ήδη κάποιες φιγούρες με είχαν προλάβει και είχαν αρχίσει να αλείφουν τις πόρτες τους με πίσσα. Στο ημίφως των πρώτων λεπτών από την στιγμή που ο ήλιος εμφανίστηκε στον ορίζοντα της πόλης, φιγούρες με σκυφτό το κεφάλι και με σπασμωδικές νευρικές κινήσεις προσπαθούσαν να ολοκληρώσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα την άμυνα της οικίας τους.. να αλείψουν την πόρτα με πίσσα. Παντού διέκρινες έναν απροσδιόριστο και άμορφο φόβο που έμοιαζε να βαραίνει απειλητικά πάνω από τα κεφάλια των Αθηναίων. Οι ψυχές ήταν δίπλα μας και σχεδόν όλοι μπορούσαμε να τις νιώσουμε.. ρίγος τρόμου, πρέπει να βιαστώ..
Είχαν περάσει περίπου δύο χρόνια από τότε που είχα ακούσει για τις Κήρες, τις τρομερές ψυχές των νεκρών που μας επισκέπτονταν αυτές τις ημέρες. Κανένας δεν μιλούσε για έναν συγκεκριμένο πρόγονο μας, κάποιον ήρωα ίσως, αλλά για ένα πλήθος αυτών. Ένα πλήθος δίχως πρόσωπο, ίσως αυτό να μας φόβιζε περισσότερο μιας και όλοι επιθυμούσαμε βαθιά να επισκεφτούμε κάποιο νεκρομαντείο ώστε να συναντήσουμε κάποιον από τους νεκρούς συγγενείς μας και να συνομιλήσουμε μαζί του.
Αν και οι Κήρες(*2) προκαλούσαν τον τρόμο στους πολίτες της Αθήνας εντούτοις έχαιραν και του απόλυτου σεβασμού μας. ’λλωστε, σύμφωνα με έναν γέροντα, που συνήθιζε να επισκέπτεται τον πατέρα μου, στους Αθηναίους ο φόβος για τους νεκρούς προηγείται της λατρείας τους.



«Ο φόβος των αοράτων είναι, εν μέρει, ο φυσικός σπόρος της Θρησκείας» (*3)

Ο πραγματικός και σημαντικότατος πυρήνας των Ανθεστηρίων.
Ο ίδιος γέροντας ονόματι Σόλων, ένας από τους πολλούς αφανείς στοχαστές που σήμερα ζουν στην Αθήνα, μας επισκέφτηκε το μεσημέρι. Από αυτόν είχα μάθει όλα όσα ήξερα για τα Ανθεστήρια. Συνήθιζε να μου λέει ότι κάποια μέρα ίσως είμαι έτοιμος να καταλάβω την πραγματική φύση των τελετουργιών αυτών. «Σήμερα είναι η μέρα αυτή» , με σύνεση με ενημέρωσε και μου ζήτησε να τον ακολουθήσω. Μέσα από τα λόγια του, κατά τη διάρκεια της υπόλοιπης μέρας, έμαθα όλα όσα ήμουν πλέον έτοιμος να κατανοήσω..

«Νεαρέ μου ακόλουθε, σήμερα θα καταλάβεις ότι δεν είναι οι νεκροί αυτοί που τιμούνται, μήτε ο ίδιος ο θάνατος.. αλλά ο θυμός, η ζωή διαμέσου του θανάτου» ήταν τα πρώτα του, δίχως ίχνος κατανόησης λόγια του. Συνέχισε «κάτι τέτοιο μπορείς να το καταλάβεις από τη κεντρική τελετή των Χυτρών, το βράσιμο δηλαδή, πρόσεχε και όχι τη βρώση, της πανσπερμίας. Από την χύτρα της πανσπερμίας κανένας δεν επιτρέπεται να γευτεί, μήτε ιερέας μήτε κάποιος πολίτης» (*4)



«Τι εννοείς ως πανσπερμία γέροντα, διότι μάλλον δεν κατανοώ πλήρως την έννοια που έχεις κατά νου»του απηύθυνα την ερώτηση ώστε να λάβω.. «Η πανσπερμία δεν αποτελεί απλώς ένα δείπνο για τις ψυχές, μήτε η ουσία είναι να τις εξευμενίσουμε με αυτό. Μην αποπροσανατολίζεται με την προσαρμογή των εννοιών στα Ολύμπια πλέον πρότυπα. Οι νεκροί δεν τρώνε απλά τη βρώση και αναχωρούν προς τον Κάτω Κόσμο, αλλά παίρνουν το δείπνο μαζί τους. Παίρνουν την πανσπερμία στο τέλος των Ανθεστηρίων και φέρνουν πίσω, το Φθινόπωρο, την παγκαρπία» (*5)

Οι παραπάνω φράσεις του γέροντα ήταν ικανές να με ταράξουν, όλα όσα ήξερα για τα Ανθεστήρια έμοιαζαν να ταράσσονται εκ των θεμελίων τους, κάτι που ανέφερα αμέσως.. «Μα αυτός δεν είναι ο τρόπος για να αποκτήσεις την πραγματική γνώση, μία διαρκή απαλλοτρίωση των όσων θεωρείς σίγουρων;» και συνέχισε λέγοντας «Δεν υφίσταται αυτό το τριήμερο απόδοση τιμών στους νεκρούς, αλλά πραγματοποιείται μία συνεργασία μεταξύ νεκρών και ζωντανών, μία συνεργασία που υπάρχει από τις απαρχές των χρόνων. Οι ζωντανοί χρειάζονται τους καρπούς για να τους φάνε, για να ζήσουν, ενώ οι νεκροί για να τους πάρουν μαζί τους, να τους φροντίσουν και να τους επιστρέψουν ως καρπούς.» (*6)

Ο ήλιος είχε ήδη χαμηλώσει στον ουράνιο θόλο και σε λίγο θα χανόταν πίσω από την άκρη του επίπεδου κόσμου μας, όταν ο γέροντας με καληνύχτισε, στο τέλος της 2ης ημέρας, με τα εξής λόγια..«Η σημαντική εποχή για τον άνθρωπο είναι το φθινόπωρο, όπου τότε συλλέγει τους καρπούς, τους τρώει και τους αποθηκεύει. Ακόμα και τότε όμως δεν ξεχνάει τους νεκρούς, μιας και κρατάει μέρος των σπόρων που συνέλλεξε ώστε αυτοί να ωριμάσουν και να ευημερήσουν. Η άνοιξη, και ειδικότερα το τριήμερο των Ανθεστηρίων, είναι η εποχή των νεκρών μιας και οι σπόροι ανήκουν σε αυτούς. Δεν πρόκειται για τιμές των ζωντανών προς τους νεκρούς, αλλά για συνεργασία.. ο σκοπός είναι άκρως πιο ουσιαστικός» (*7).

Η αναχώρηση των νεκρών από την πόλη.
Όλο το βράδυ ο ύπνος μου βιάζονταν από τα τελευταία λόγια του γέροντα, που σαν τα φίδια που τύλιγαν το κηρύκειο του θεού Ερμή έζωναν και εμένα.. «δεν πρόκειται για τιμές, αλλά για συνεργασία» .
Ξύπνησα.. ετοιμάστηκα γοργά και περίμενα υπομονετικά το γέροντα Σόλων ώστε να περάσω κοντά του την τελευταία ημέρα των Ανθεστηρίων, να δω μέσα από τα δικά του μάτια τη ληκτήρια τελετή. Δεν άργησε να έρθει. Αφού με χαιρέτησε με ένα νεύμα, δίχως να βγει λέξη από τα χείλη του, βρεθήκαμε να περπατάμε στους δρόμους της Αθήνας.
Η ατμόσφαιρα παρέμενε υποτονική και νευρική κατά τη διάρκεια της 3ης ημέρας, αυτής των Χύτρων, στην οποία γινόταν ξεκάθαρη πλέον η παρουσία των νεκρών στην πόλη.
Κατά την 1η ημέρα των Ανθεστηρίων, την Πιθοιγία, φαντάσματα αφήνονταν ελεύθερα στην πόλη. Επί τρεις ημέρες τριγυρνούσαν και συνυπήρχαν με τους ανθρώπους γεμίζοντας την ατμόσφαιρα με έναν ανείπωτο τρόμο, κάνοντας τους να μασούν ράμνο, να αλείφουν τις πόρτες τους με πίσσα και να κλείνουν τα ιερά τους. Την τρίτη ημέρα, μέσω της ληκτήριας τελετής, καλούνταν με σεπτό διάταγμα να αναχωρήσουν. Αυτά ήξερα για τα Ανθεστήρια, έως σήμερα όμως, μιας και ο γέροντας μου είχε δείξει την πραγματική ουσία των τελετών.
Δεν άργησε να μου μιλήσει.. «Η πανσπερμία λοιπόν ετοιμάζεται από εμάς κατά την 3η ημέρα των Ανθεστηρίων και προσφέρεται στους νεκρούς. Σήμερα μπορούμε να δούμε κάτι τέτοιο. Οι ψυχές αναχωρώντας για τον Κάτω Κόσμο την παίρνουν μαζί τους, φροντίζουν τους σπόρους ώστε να γίνου καρποί και επιστρέφουν την προσφορά πίσω σε εμάς ως παγκαρπία»
«Με λίγα λόγια, σπέρνεται πανσπερμία, θερίζεται παγκαρπία» είπα απευθυνόμενος στο γέροντα. Χαμογέλασε και κούνησε καταφατικά το βλέμμα του.. «κάπως έτσι νεαρέ μου, η σημερινή μέρα είναι η γιορτή του παλιγγενισιακού κύκλου του ανθρώπου και της φύσης, το επιστέγασμα μιας αιώνιας συνεργασίας μεταξύ ζωής και θανάτου, ζωντανών και νεκρών».
Φωνές από όλη την πόλη διέκοψαν την τελευταία του φράση.. Ήταν το τέλος της ληκτήριας τελετής των Ανθεστηρίων και όλοι οι πολίτες βγήκαν χαρούμενοι στους δρόμους της Αθήνας φωνάζοντας.. «Έξω από εδώ, Κήρες. Δεν είναι πλέον Ανθεστήρια» (*8) διώχνοντας με θορύβους την ηρεμία που επικρατούσε τις τρεις αυτές μέρες στην πόλη.. «χαρούμενοι μέσα στην άγνοια τους» σκέφτηκα.

Ο θόρυβος κόπασε τις επόμενες ώρες και η Αθήνα βυθίστηκε για ακόμα ένα βράδυ στο σκοτάδι και τη σιωπή. Ο γέροντας με είχε αφήσει εδώ και ώρα, λέγοντας μου ότι το σώμα του ζητάει επίμονα ανάπαυση. Μόνος μου ανέβηκα σε έναν λόφο βυθισμένος μέσα στις σκέψεις μου, απέναντι μου η Ακρόπολη φαινόταν αδρά μέσα στο ελάχιστο φως μιας έναστρης νύχτας. Το τριήμερο αυτό των Ανθεστηρίων αποδείχθηκε πολύ πιο ουσιαστικό από κάθε προηγούμενο έτος, μιας και κατά τη διάρκεια του αναγκάστηκα να ρίξω τα θεμέλια των γνώσεων μου και να χτίσω τα νέα, τα πραγματικά.. έως την επόμενη φορά που θα αναγκαστώ να κάνω κάτι τέτοιο. «Μία διαρκή απαλλοτρίωση των όσων θεωρείς σίγουρων» σκέφτηκα.
Τα Ανθεστήρια αποτελούν την εορτή Όλων των Ψυχών, των νεκρών, της άνοιξης, της άνθησης των λουλουδιών.. τη γιορτή του παλιγγενισιακού κύκλου του ανθρώπου και της φύσης.
«Πόσοι όμως το γνωρίζουν αυτό», σκέφτηκα, «’ραγε, πως θα μείνει στην ιστορία αυτή η γιορτή, τα Ανθεστήρια; Θα διασωθεί το τόσο ουσιαστικό νόημα της, εκ των απαρχών του χρόνου, παλιγγενεσίας και της συνεργασίας μας με τους νεκρούς ή θα μείνει απλά ως μία χαρούμενη εορτή Κρασιού για το θεό Διόνυσο;».
Έχοντας απέναντι μου την Ακρόπολη, λουσμένη από το φως των αστεριών, της απηύθυνα ασυνείδητα, μέσα στις σκέψεις μου, το ερώτημα που με βασάνιζε.. «θα διασωθεί το νόημα ή θα καταλήξει και αυτή μία απλή γιορτή οινοποσίας;» Δεν έλαβα καμιά απάντηση.. Μόνο μία φράση δημιουργήθηκε στο θόλο της συνείδησης μου «ο χρόνος θα δείξει..» .



* Το παραπάνω άρθρο αποτελεί λογοτεχνικό κείμενο στηριγμένο σε ιστορικά στοιχεία. Κάθε στοιχείο που δίνεται μέσα στο κείμενο είναι άκρως τεκμηριωμένο και αποδεκτό από την κοινότητα των ενασχολούμενων με την Αρχαία Ελληνική.


[Παραπομπές:]
(*1.1) Τέλη Φεβρουαρίου.
(*1.2) Σημαίνει «τσουκάλια».
(*1) Ο Φώτιος εξηγεί ότι ήταν «μέρα μιαρή», κατά τη διάρκεια της οποίας οι Έλληνες πίστευαν ότι ανέρχονταν στη γη τα πνεύματα των νεκρών.
(*2) Το όνομα Κήρες δεν μπορεί να θεωρηθεί ισοδύναμο με την έννοια ψυχές, μιας και το πρώτο εμπεριέχει και την έννοια του φόβου. Για το λόγο αυτό είναι πιο κοντά στην έννοια που έχει η λέξη φάντασμα, μιας και η τελευταία εμπεριέχει την αίσθηση του φόβου. Η προέλευση της λέξης είναι άγνωστη, ενώ τείνει να υποδηλώνει πάντα τον θάνατο και το κακό.
(*3) Χωρίο από το εξαίρετο βιβλίο της Jane Ellen Harrison(Λέκτωρ των αρχαίων Ελληνικών στο πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, 1850- 1928)., «Δαίμων και Ήρως», που στην Ελλάδα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Θέμις.
(*4) Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του σχολιαστή στους Βατράχους «Και κανένας ιερέας δε γεύεται από τη χύτρα όπου μαγειρεύουν όλοι οι πολίτες», όπως επίσης και στους Αχαρνής, «μαγειρεύουν χύτρες πανσπερμίας από όπου πήρε το όνομα της η γιορτή, από τη χύτρα όμως κανένας δε δοκίμαζε».
(*5) Οι νεκροί εδώ λαμβάνουν τις ευθύνες των Χθόνιων, των Δημήτρειων, τελούν δηλαδή το έργο της Θεάς Δήμητρας και της Κόρης με την Κάθοδο και την ’νοδο της.
(*6) Αν και στα σημερινά λεξικά οι όροι πανσπερμία και παγκαρπία είναι συνώνυμες εντούτοις στην αρχαιοελληνική λατρεία ήταν σαφώς διαχωρισμένες, σύμφωνα με την J.E.Harrison.
(*7) Ο Αισχύλος παρουσιάζει αυτόν τον κύκλο, την παληγγενεσία, κάπως πιο αφηρημένο και τοποθετεί στη θέση των νεκρών ψυχών τη μάνα Γη.. «Και ας κληθεί η Γη που γεννά τα πάντα, τα θρέφει και τα παίρνει πάλι πίσω στη μήτρα της»
(*8) Σύμφωνα με το Ζηνόδοτο.