Κυριακή 2 Αυγούστου 2009


Ψηφιακή Τεχνολογία
Επαναπροσδιορισμός των Ορίων & του Διπόλου Δημόσιο-Ιδιωτικό

Το πέρασμα από την «εποχή της μηχανής» και την αντίστοιχη μηχανιστική αντίληψη του χώρου – απόρροια των επιτευγμάτων της Βιομηχανικής Επανάστασης – στην εποχή της «επανάστασης της πληροφορίας» και των εικόνων, επέφερε περαιτέρω ριζικές αλλαγές στο βιοτικό επίπεδο αλλά και στην αντιληπτική κατάσταση των χωρικών δομών. Η τηλεόραση, το διαδίκτυο (internet), τα σύγχρονα ψηφιακά μέσα απεικόνισης, αποτελούν μερικά μόνο από τα στοιχεία που επαναπροσδιόρισαν τη λογική των ορίων του χώρου.Με την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών, η κοινωνική συνοχή και οι γνωστοί τρόποι επικοινωνίας μέσα στην πόλη, βασισμένοι στη χωρική συνάφεια και γειτνίαση, ανατρέπονται, με συνέπεια ο ρόλος του δημόσιου χώρου ως χώρου επικοινωνίας να εξασθενεί και νέες μορφές επικοινωνίας να τον υποκαθιστούν. Η επιρροή των μέσων επικοινωνίας στην καθημερινή ζωή έχει μεταβάλλει και την έννοια της ιδιωτικότητας. Αλληλεπιδρόμενες τεχνολογίες επιτρέπουν σε κάποιον να είναι σωματικά μόνος και όμως να εξακολουθεί να βρίσκεται σε επαφή – ή σωστότερα να συνδέεται – με άλλους ανθρώπους (π.χ. μέσω του διαδικτύου). Έτσι, επαναπροσδιορίζεται ο ορισμός και η σημασία των λέξεων «ιδιωτικότητα», «μονιμότητα», όρια ανάμεσα στο δυνητικό (virtual) και το (εν ενεργεία) πραγματικό. Οι σύγχρονες βασικές δομές των κτιρίων αλλά και των πόλεων είναι τα δίκτυα τα οποία επιτρέπουν τη χρήση μέσων επικοινωνίας όπως είναι το τηλέφωνο και ο υπολογιστής. Η σημερινή αρχιτεκτονική πρακτική καλείται να αντιμετωπίσει τις ροές των δικτύων, να συγχωνεύσει τις παρεχόμενες ανέσεις και να συσχετιστεί με τη δομή τους . Σύμφωνα με τον Castells «δεν ζούμε πλέον σε μια κατάσταση που καθορίζεται από τον χώρο των τόπων. Ζούμε σε ένα περιβάλλον που καθορίζεται από τον χώρο των ροών: τα χρήματα ρέουν όπως οι πληροφορίες, η τεχνολογία ρέει όπως οι πληροφορίες, η γνώση ρέει όπως οι πληροφορίες» . Η συνεχής χρήση της πληροφορικής και επικοινωνιακής τεχνολογίας (ICT) στην καθημερινή πρακτική, εν αντιθέσει με το παρελθόν όπου απαιτούνταν η παρουσία του ανθρώπου, έχει δημιουργήσει ένα νέο χώρο, παράλληλο προς τον φυσικό: τον οιονεί (virtual) χώρο. Η πραγματοποίηση σχέσεων, δράσεων και επαφών ανάμεσα σε φυσικούς χώρους σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, σε πραγματικό ή μη-πραγματικό χρόνο (ασύγχρονη επικοινωνία), ενεργοποιεί αυτόν τον δυνητικό χώρο προσδίδοντάς του μια συνεχώς εναλλασσόμενη μορφή. Κατά τον Rashid «υπάρχουν δύο καταστάσεις που πρέπει να θεωρήσουμε: ο φυσικός χώρος της αρχιτεκτονικής όπως τον γνωρίζαμε ανέκαθεν όπου η κλειστότητα, η μορφή και η μονιμότητα θα συνεχίσουν να παίζουν αδιαμφισβήτητα καθοριστικό ρόλο, και η οιονεί αρχιτεκτονική, που τώρα αναδύεται από τον ψηφιακό κόσμο του Διαδικτύου (Internet). Αντικείμενα, χώροι, κτίρια και ιδρύματα μπορούν πλέον να κατασκευάζονται, να πλοηγούνται, να κατανοούνται, να βιώνονται και να χειρίζονται κατά μήκος ενός παγκόσμιου δικτύου. Αυτή είναι μια νέα αρχιτεκτονική ρευστότητας και μεταβλητότητας βασισμένη στις τεχνολογικές εξελίξεις και ωθούμενη από μια βασική ανθρώπινη επιθυμία να εξετάσει το άγνωστο. Το αναπόφευκτο μονοπάτι και για τις δύο αυτές αρχιτεκτονικές, την πραγματική και την εικονική, θα είναι αυτό της σύγκλισης και της ανάδειξης». Σε αυτόν τον υβριδικό, ρευστό χώρο πρέπει να διερευνηθεί η σημασία και ο ρόλος των ορίων, η τοποθεσία των δραστηριοτήτων και των συνεπαγόμενων χωρικών σχέσεων (τι είναι δημόσιο, τι ιδιωτικό;). Το πρώτο μεγάλο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση ήταν η εμφάνιση των υπολογιστών και του διαδικτύου στα κτίρια, τόσο τα ιδιωτικά όσο και τα δημόσια. Με αυτό τον τρόπο, μια μεγάλη μερίδα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη μετάβαση στον φυσικό χώρο όπου αυτές λαμβάνουν μέρος. Η εργασία, η εκπαίδευση, το εμπόριο και οι συναλλαγές μπορούν να γίνουν τμηματικά ή καθολικά από την κατοικία (βλ. και παρακάτω). Έτσι, οι δραστηριότητες με κατ’ εξοχήν δημόσιο χαρακτήρα εισβάλουν στην ιδιωτική σφαίρα μέσω των προσωπικών υπολογιστών.Στην τυπική – κλασσική αντίληψη μιας επιχείρησης, για παράδειγμα, κάθε εργαζόμενος κατείχε μια θέση εργασίας σε έναν συγκεκριμένο γραφειακό χώρο. Από την άλλη πλευρά, ο εργαζόμενος που συμμετέχει σε μια δυνητική επιχείρηση μοιράζεται ορισμένα μέσα, κινητά, ακίνητα και λογισμικά με άλλους υπαλλήλους μέσω τηλε-εργασίας. Το μέλος της συμβατικής επιχείρησης περνούσε από τον ιδιωτικό χώρο της κατοικίας του στο δημόσιο χώρο του τόπου εργασίας. Αντίθετα, ο τηλε-εργαζόμενος μετατρέπει τον ιδιωτικό χώρο σε δημόσιο, και αντιστρόφως . Μπορεί, επομένως, ορισμένες φορές να διαχειρίζεται σύμφωνα με καθαρά προσωπικά κριτήρια μια χρονικότητα δημόσια. Τα όρια δεν είναι πια αυτονόητα. Αποκτούν περαιτέρω ιδιότητες από τις υλικές. Οι τόποι και οι χρόνοι αναμειγνύονται. Οι ίδιες οι έννοιες του δημόσιου και του ιδιωτικού τίθενται σε αμφισβήτηση. Τα πράγματα έχουν ευκρινή όρια μόνο στο επίπεδο του πραγματικού.Κατά συνέπεια, η οθόνη του υπολογιστή μετατρέπεται σε μια νέα μορφή ορίου ανάμεσα στον ιδιωτικό και τον δημόσιο χώρο. Αποτελεί πλέον ένα ψηφιακό όριο. Η Winka Dubbeldam υποστηρίζει ότι «η οθόνη του υπολογιστή, περισσότερο από την τηλεόραση, έχει μετασχηματίσει εντατικά και εκτεταμένα το νόημα της όψης ως ορίου – συνόρου. Εν αντιθέσει προς την εξωστρεφή φυσικότητα των μακρινών πλέον προγόνων της οθόνης οι οποία έδρασαν ως λεπτά φύλλα… προς τους κρυφούς ιδιωτικούς χώρους του ατόμου, ο εξωτερικός μας κόσμος είναι μόνιμα πλέον θαμμένος στους πιο ενδόμυχους ιδιωτικούς μας χώρους». Η χρήση για παράδειγμα πανέλων LED, τα οποία έχουν την ικανότητα να αναπαράγουν σε ψηφιακή μορφή τις δραστηριότητες που λαμβάνουν μέρος στο εσωτερικό ενός κτιρίου και να τις προβάλλουν σε κοινή θέα πάνω στην εξωτερική επιφάνεια ενός τοίχου, μετατρέπουν το μέχρι πρότινος σαφές οριακό όριο (τοίχος) σε μια δυναμική μεμβράνη επίδειξης εικόνων . Αλλά και άλλα μέσα, όπως οι διάφοροι αισθητήρες που μεταλλάσσουν την όψη των επιφανειών που τους φέρουν, με την αλλαγή των τιμών ορισμένων δεδομένων (χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του ονομαζόμενου «Πύργου των Ανέμων» του Toyo Ito ), οι κάμερες κλπ μετατρέπονται σε οθόνες προβολής της ιδιωτικής ζωής προς τη δημόσια, μεταβάλλοντας ριζικά τον χαρακτήρα τους. Έτσι, όταν η Hannah Arendt έλεγε ότι «…μη στερητικό χαρακτηριστικό της ιδιωτικότητας είναι το γεγονός ότι οι τέσσερις τοίχοι της ιδιοκτησίας ενός ατόμου του παρέχουν τον μόνο ασφαλή χώρο για να κρυφτεί από τον κοινό, δημόσιο κόσμο…από το να είναι κανείς ορατός…», δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας θα στερούσαν και αυτό ακόμη το χαρακτηριστικό.Αυτός ακριβώς ο προβληματισμός για την εξέλιξη της σχέσης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, αλλά και των μεταλλαγών που προκλήθηκαν από τη ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη, ιδιαίτερα στον ευαίσθητο τομέα της ιδιωτικής κατοικίας, αποτέλεσε το κεντρικό θέμα έκθεσης στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (ΜοΜΑ) της Νέας Υόρκης, με τίτλο «Η Μη-ιδιωτική Κατοικία» . Η έκθεση αυτή αποτελεί, ίσως, μια απόδειξη των όσων αναλύθηκαν προηγουμένως και άλλαξαν το τοπίο στην κλασσική συντακτική δομή του χώρου. Όπως γίνεται αντιληπτό και από τον τίτλο, η έκθεση παρουσίαζε 26 συνολικά σύγχρονες κατοικίες, έργα αρχιτεκτόνων από διάφορα μέρη του πλανήτη, μεμονωμένες οι περισσότερες, οι οποίες προσπαθούσαν να απαντήσουν στη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού και να επαναπροσδιορίσουν τα όριά τους.Η ραγδαία ανάπτυξη των νέων μέσων επικοινωνίας λειτούργησε ως καταλύτης για αρχιτεκτονικές καινοτομίες. Οι περισσότερες από τις κατοικίες που παρουσιάστηκαν στην έκθεση ήταν δεκτικές κατασκευές που προσλάμβαναν και μετέδιδαν εικόνες, ήχους, κείμενα και δεδομένα . Αυτό είχε ως αποτέλεσμα αρκετά από τα στοιχεία που κατ’ εξοχήν ανήκουν στην ιδιωτική σφαίρα να αποκτούν δημόσιο χαρακτήρα. Η κατοικία επομένως καλείται να συνθέσει ετερόκλητες επιθυμίες και λειτουργίες και από απλό καταφύγιο να μετατραπεί σε ένα μέσο διάρρηξης, αναίρεσης και προβολής της ιδιωτικής ζωής στη δημόσια. Σε αυτό καθοριστικό ρόλο παίζει η νέα χωρική συνθήκη που δημιουργείται από τα ψηφιακά όρια τα οποία διαφοροποιούνται από τα συμβατικά υλικά όρια και ανοίγουν «παράθυρα» επικοινωνίας σε έναν ρευστό και συνεχώς μεταβαλλόμενο οιονεί κόσμο. Κατά συνέπεια, ένας συμπαγής τοίχος χωρίς συμβατικά ανοίγματα μπορεί μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας να μετατραπεί σε μια δυναμική μεμβράνη προβολής δεδομένων, αποκτώντας έτσι μια ιδιαίτερη ρευστότητα που επαναπροσδιορίζει την υλικότητά του. Η έννοια της ιδιωτικότητας όπως φαίνεται αποτελεί αξία που επαναπροσδιορίζεται στο χρόνο. Η ολοένα και αυξανόμενη ρευστότητα μεταξύ του τι είναι δημόσιο και τι ιδιωτικό οφείλεται στη νέα χωρική συνείδηση που επιβάλουν τα ψηφιακά όρια. Ο ανθρώπινος νους μπορεί και αντιλαμβάνεται τον χώρο γύρω του ως σύστημα «κατευθύνσεων και προσανατολισμών», ως μία δυνητικότητα ή ως μία από τις πολλαπλές δυνατές πραγματώσεις αυτής. Από αυτήν την σκοπιά, η συνύπαρξη του υλικού κόσμου με αυτόν του κυβερνοχώρου είναι η υλοποίηση αυτού του δυναμικού συστήματος που παράγει ο σύγχρονος άνθρωπος. Ο προβληματισμός γύρω από τους διπολικούς συσχετισμούς αποκτάει σήμερα μια νέα διάσταση: οι νέες τεχνολογίες παράγουν συνεχώς τις προϋποθέσεις για τη συνύπαρξη των πόλων αυτών ως μία ολότητα. Τα όρια μεταξύ τους είναι δυσδιάκριτα και μεταβαλλόμενα, δεν παύουν ποτέ όμως να είναι μηχανισμοί παραγωγής νοημάτων.Tο όριο πλέον δεν αντιμετωπίζεται σαν φράγμα, περιορισμός, αρχή ή τέλος μιας διαδικασίας. Διαρρηγνύεται, πτυχώνει, γίνεται μια μόνιμα ενδιάμεση, μεταβατική περιοχή, ένα κατώφλι. Mια σχισμή, ένα διάκενο στις ενσφηνωμένες εγκαταστάσεις που επιτρέπει ετερογενείς συναντήσεις, περάσματα σε γραμμές φυγής, απελευθερωτικά γίγνεσθαι.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία1. ARENDT, HANNAH: «Η Ανθρώπινη Κατάσταση», μετάφραση: Στέφανου Ροζάνη, Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου, εκδόσεις Γνώση, Αθήνα, 1986.. Τίτλος πρωτοτύπου: “The Human Condition”, The University of Chicago, 1958. 2. CASTELLS, MANUEL: “The informational city: information technology, economic restructuring, and the urban – regional process”, Blackwell, Oxford, 1989.3. CASTELLS, MANUEL: “The Rise of the Network Society”, Blackwell Publishers, Cambridge, Massachusetts, 1996.4. CHERMAYEFF, SERGEY, CHRISTOPHER, ALEXANDER: “Community and Privacy”, Doubleday, New York, 1963.5. COLOMINA, BEATRIZ: “Privacy and Publicity. Modern Architecture as Mass Media”, The MIT Press, 1996.6. LÉVY, PIERRE: «Δυνητική Πραγματικότητα (Realité Virtuelle). Η Φιλοσοφία του Πολιτισμού και του Κυβερνοχώρου», μετάφρ. Μιχάλης Καραχάλιος, σειρά: γλώσσα – θεωρία – πράξη, εκδόσεις Κριτική, Αθήνα, Μάιος 1999. Τίτλος πρωτοτύπου: “Qu’ est-ce que le virtuel?”, éditions La Découverte, Paris, 1995. 7. LYNN, GREG: “Animate Form”, Princeton Architectural Press, New York, 1999.8. METAMORPH TRAJECTORIES, 9. International Architecture Exhibition, La Biennale di Venezia, Marsilio, Italy, 2004.9. MITCHELL, W. J.: “City of Bits: Space, Place and the Infobahn”, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 1995.10. MITCHELL, W. J.: “E-TOPIA”, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 1999.11. MVRDV: “Metacity / Datatown”, 010 Publishers, Rotterdam, 1999.12. NEGROPONTE, N.: “Being Digital”, Hodder and Stoughton, London, 1995.13. NORBERG – SCHULTZ, CHRISTIAN: “Genius Loci: Towards a Phenomenology of Architecture”, Rizzoli, New York, 1980.14. NORBERG – SCHULTZ, CHRISTIAN: “Intentions in Architecture”, MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 1965.15. RILEY, TERENCE: “The Un-private House”, MoMA Editions, New York, 1999.16. ROWE, C., SLUTZKY, R., HOESLI, B.: “Transparency, literal and phenomenal”, Yale, 1964. Επίσης δημοσιευμένο με τον τίτλο “Transparency”, στο Perspecta, n. 8, 1964.17. SALAZAR, HAIME, GAUSA, MANUEL: “Single Family Housing: the private domain”, translation Paul Hammond, Basel: Birkhäuser Publishers Barcelona, Actar, 1999.18. THOMSON, D’ ARCY W.: «Ανάπτυξη και Μορφή», Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 1999. Μετάφραση (Αμαλία Κώνστα) από το αγγλικό πρωτότυπο: “On Growth and Form”, Cambridge University Press, Cambridge, 1961, πρώτη έκδοση 1942.19. VAN BERKEL, BEN, BOS, CAROLINE: “MOVE: Imagination, Techniques, Effects”, UN Studio & Goose Press, Amsterdam, 1999.20. ZELLNER, PETER: “Hybrid Space. New Forms in Digital Architecture”, Thames & Hudson, London, 1999.21. ΦΑΤΟΥΡΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ Α., «Ένα Συντακτικό της Αρχιτεκτονικής Σύνθεσης», Εκδόσεις Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1995. Ενδεικτική Αρθρογραφία1. MOSS, MITCHELL L.: “Reinventing the City as a Place to Live and Work”, Housing Policy Debate, vol. 8, Issue 2, Fannie Mae Foundation, Washington, DC, 1997. 2. ΑΙΣΩΠΟΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ: «Η έκλειψη του δημόσιου χώρου», Futura 05, 1998 – 99.3. ΑΝΤΩΝΑΚΑΚΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ: «Παρατηρήσεις στο όριο επαφής δημόσιου και ιδιωτικού χώρου», Χρονικό ’73, σελ. 169 – 171. Επίσης δημοσιευμένο στο «Κείμενα για την Αρχιτεκτονική και την Κατοικία», επιλογή – επιμέλεια: Μάχη Καραλή, ΕΜΠ, Αθήνα, 2002, σελ. 191 – 193.4. ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΤΕΧΝΗΣ: «Η μη-ιδιωτική κατοικία», , Νέα Υόρκη, Αρχιτεκτονικά Θέματα, 34/2000, σελ. 22 – 23.5. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ: “Localizing Border Lines: Negotiating Architectural Dispersion”, The Dispersed House, 2002.