Κυριακή 2 Αυγούστου 2009



Ελληνικός Διαφωτισμός

Νεοελληνικός Διαφωτισμός
Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός είχε απήχηση στον υπόδουλο Ελληνισμό. Έτσι διαμορφώνεται στον ελλαδικό χώρο μια πνευματική κίνηση, ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός, με σκοπό την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης που α οδηγούσε στην εθνική αποκατάσταση. Φορείς των ιδεών του διαφωτισμού ήταν κυρίως λόγιοι, κληρικοί, έμποροι. Κεντρικό πρόσωπο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής.
Βυζάντιο ελληνικό
Πότε αναφαίνεται και αρχίζει ο νέος Ελληνισμός; Να ένα ερώτημα πολυσυζητημένο, που ως τις μέρες μας δεν γνώρισε σύμπτωση απόψεων. Πάντως, η αφετηρία δεν είναι δυνατό να ορισθεί με ακρίβεια. Μόνο σημαντικούς σταθμούς μπορούμε να επισημάνουμε για το μεγάλο αυτό γεγονός στην ιστορική πορεία του έθνους μας, που πραγματοποιήθηκε αργά και σταθερά.
Ο κατακερματισμένος Ελληνισμός των αρχαίων χρόνων, που ενώθηκε σε ένα μεγάλο κράτος στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, για να βρεθεί και πάλι διχασμένος στα πρόθυρα της ρωμαϊκής κατάκτησης, ορθώνεται σε ένα ενιαίο σύνολο με την ίδρυση της Ανατολικής Αυτοκρατορίας. Τα πρώτα ρωμαϊκά χρόνια του βίου της παραχωρούν σύντομα τη θέση τους στους καθαρά ελληνικούς αιώνες, που αριθμεί η παρουσία της στην ιστορία. Ένας νέος Ελληνισμός, ακμαίος και έτοιμος για νέες εκπολιτιστικές εξορμήσεις, ανασταίνεται στην Ανατολή και η Αυτοκρατορία, με το ελληνικότατο αίμα που ρέει στις φλέβες της, δεν αργεί να καταστήσει το Βυζάντιο, φάρο του ελληνικού πνεύματος και πόλο έλξης όλων των αξιών, που θα μεταλαμπαδευτούν αργότερα στη Δύση.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, υπήρξε μια έντονα ελληνική παρουσία με βαθύτατη γνώση των ευθυνών και των επιδιώξεων του Ελληνισμού. Η κρατική της οργάνωση, η αίγλη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η νομοθετική ιδιοφυία μεγάλων αυτοκρατόρων, το ανθηρό της εμπόριο, η στρατιωτική της δύναμη, η μακρόχρονή της αντίσταση στα στίφη των βαρβάρων, που καραδοκούσαν στο Βορρά και στην Ανατολή, συνθέτουν ένα πολύπτυχο πολιτισμού, που η αίγλη του δεν μειώθηκε ούτε στις δύσκολές της μέρες.
Η σφριγηλή αυτή αναλαμπή του ελληνικού πολιτισμού, "ο ένδοξός μας Βυζαντινισμός", όπως τη θέλει ο ποιητής, ξεκινάει από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο, για να φτάσει ως τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τερματίζοντας τον ένδοξο βίο του με την πτώση της Βασιλεύουσας. Στο διάστημα αυτό σφυρηλατήθηκε ο νέος Ελληνισμός, εκείνος που θα συνεχίσει την πορεία με τη συντήρηση της εθνικής ιδέας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, για να θερμάνει μ' αυτήν τις ψυχές των αγωνιστών στις μέρες του μεγάλου Αγώνα. Όταν ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ονόμαζε την Κωνσταντινούπολη "ελπίδα και χαράν πάντων των Ελλήνων" διακήρυττε ενσυνείδητα την ελληνικότητα της Αυτοκρατορίας και το άρρηκτο των δεσμών αρχαίου και νέου Ελληνισμού, προδικάζοντας αναμφισβήτητα και την προέκτασή τους στο μέλλον. Την ίδια ελληνικότητα ευθύνης και εθνικής συνείδησης έχει και η ανάλογης υφής διακήρυξη του Πλήθωνα Γεμιστού, όταν έλεγε "Εσμέν ουν ων ηγείσθέ τε και βασιλεύετε Έλληνες το γένος, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί".
Η "πάτριος παιδεία" του Βυζαντίου δεν μαρτυρούσε μόνο την ελληνικότητά του. Μαρτυρούσε και την ανανεωτική δύναμη της φυλής. Η ακριτική ποίηση, η συνεπής καλλιέργεια των Γραμμάτων και των Τεχνών, τα εξαίρετα παιδευτικά κέντρα, με τα οποία ήταν κατάσπαρτος ο ελληνικός χώρος, αποτελούν πραγματικά μια προέκταση στους νεότερους χρόνους της ανθρωπιστικής προσφοράς των ελληνικών Γραμμάτων, προσαρμοσμένης στα πλαίσια και τις δυνατότητες της εποχής. Από την ελληνική παιδεία του Βυζαντίου θα πηγάσει η ευρωπαϊκή Αναγέννηση. Οι λόγιοι του Βυζαντίου, αναζητώντας άσυλο στη Δύση, μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, θα γίνουν οι φορείς του ελληνικού πνεύματος και του ελληνικού ανθρωπισμού στην Εσπερία. Αυτοί θα ρίξουν τον σπόρο της πνευματικής της άνθισης, σ' αυτούς οφείλεται η ευρωπαϊκή αφύπνιση, ότι συνηθίσαμε να αποκαλούμε σήμερα ευρωπαϊκό πνεύμα.
Λίκνο του νέου Ελληνισμού το Βυζάντιο, καταυγάζει το ιστορικό στερέωμα με τη λάμψη της εκπολιτιστικής προσφοράς του. Περγαμηνή πολύτιμη του εθνικού μας βίου, έθεσε στερεές τις βάσεις της εθνικής μας συνείδησης και ενότητας και χάραξε το δρόμο των νεώτερων πεπρωμένων μας. Το δρόμο αυτό βάδισαν οι μεγάλοι πατριάρχες, οι διδάσκαλοι του γένους, οι διαφωτιστές, οι δημιουργοί της λογοτεχνίας και οι άγνωστοι ποιητές των δημοτικών μας τραγουδιών, για να οδηγήσουν τη φυλή μέσα από το έρεβος της δουλείας στη νέα ανάσταση και εθνεγερσία.
Ο σύγχρονος Ελληνισμός οφείλει πολλά στο Βυζάντιο. Το τρίπτυχο αρχαίος -βυζαντινός - νεότερος Ελληνισμός στην αρραγή του ενότητα, υπογραμμίζει το ενιαίο της παράδοσης και προδικάζει τη συνέχεια. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός ενυπάρχει στο βυζαντινό και συνεχίζεται στο νεότερο. Η ιστορία του έθνους μας είναι μία. Σ' αυτήν υπάρχουν θρίαμβοι αλλά και εθνικές συμφορές. Αν η πτώση της Βασιλεύουσας υπήρξε μεγάλη εθνική συμφορά, η σύσταση και ο εξελληνισμός της Ανατολικής Αυτοκρατορίας στάθηκαν ασφαλώς μεγάλος θρίαμβος και προσφορά στο γένος.
Ο νέος Ελληνισμός
Σημαντικός σταθμός στην πορεία του νέου Ελληνισμού υπήρξε το περίφημο διάταγμα του Καρακάλλα το 212 μ.Χ. με το οποίο παραχωρούνταν το δικαίωμα του ρωμαίου πολίτη σε κάθε υπήκοο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Τότε και οι Έλληνες ονομάστηκαν Ρωμαίοι και διατήρησαν το όνομα αυτό ως σήμερα (όταν λέγονται "Ρωμιοί"). Το όνομα Ρωμαίος εύκολα εκτόπισε το εθνικό Έλλην, γιατί θύμιζε τους ειδωλολάτρες Έλληνες των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Έμενε όμως στο λαό η ανάμνηση των προγόνων με το ένδοξο παρελθόν, που ονόμαζε Έλληνες, και τα λείψανα των μνημείων τους "ελληνικά", λέξη που υπάρχει ως τοπωνύμιο και σήμερα. Τους προγόνους αυτούς φανταζόταν ως γίγαντες και η αντίληψη διατηρήθηκε ως τελευταία σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας. Ωστόσο, αντί να χάσουν οι Έλληνες την εθνική τους οντότητα ως πολίτες της Ρώμης, συνέβη τούτο το παράξενο: διατήρησαν το όνομα Ρωμαίοι › Ρωμιοί ως τις μέρες μας ως δικό τους όνομα.
Η μεταφορά της πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τη Ρώμη στο Βυζάντιο είναι ένας άλλος σημαντικός σταθμός στην πορεία του εθνικού μας βίου. Στο γεγονός αυτό, που ήρθε σε μια κρίσιμη ώρα, για να διαφυλάξει το γένος από τον αφανισμό, πρέπει να αναζητήσουμε τις ρίζες του νεοελληνικού δέντρου. Με το χωρισμό της Αυτοκρατορίας σε Δυτικό και Ανατολικό κράτος, το δεύτερο δέχεται την ακτινοβολία και την επίδραση του ελληνικού πολιτισμού, ο οποίος με τον καιρό υπερισχύει και επικρατεί.
Ένα σπουδαίο στοιχείο στην ανάπτυξη του νέου Ελληνισμού είναι η Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία, που καθώς περιορίζεται στο Βυζάντιο, ταυτίζεται με τον Ελληνισμό και γίνονται έννοιες ταυτόσημες. Ορθοδοξία και Ελληνισμός, πίστη και πατρίδα, συμπίπτουν και οι Έλληνες ζουν, αναπνέουν και ελπίζουν μ' αυτές. Μετά την τετάρτη σταυροφορία, τα κράτη της Νικαίας, της Τραπεζούντας, της Ηπείρου και αργότερα του Μοριά, είναι ελληνικά δεσποτάτα και οι ηγεμόνες τους έχουν ελληνική συνείδηση. Εκεί αναπτύσσεται και ανδρώνεται ο νέος Ελληνισμός.
Στις επαρχίες, η λαϊκή παράδοση είναι έντονη και οι ρωμαϊκές συνήθειες της Κωνσταντινούπολης βρίσκονται μακριά. Τα νέα κρατίδια έχουν να αντιμετωπίσουν πολυάριθμους κινδύνους. Για να αντισταθούν, καταφεύγουν στο αρχαίο παρελθόν με το λαμπρό πολιτισμό και τον επικό ηρωισμό. Ο Διγενής Ακρίτας επαναλαμβάνει τα κατορθώματα του Αχιλλέα και οι αρχαίοι Έλληνες, οι ειδωλολάτρες που είχαν δημιουργήσει τέτοια αριστουργήματα, δεν είναι πια ασυμπαθείς. Το όνομα Έλλην επανέρχεται μετά την πρώτη Άλωση και εκτοπίζει σιγά σιγά το Ρωμαίος.
Όμως, ο νέος Ελληνισμός είναι συνυφασμένος και παίρνει ουσιαστικά σάρκα και οστά στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Νέες δοκιμασίες περιμένουν το γένος και ο εθνισμός, η θρησκεία, οι παραδόσεις, είναι τα στοιχεία εκείνα, στα οποία θα βασιστεί, για να υποφέρει τη μακρόχρονη δουλεία και να επιτελέσει το θαύμα του Εικοσιένα.
Ο Διαφωτισμός - Οι πρόδρομοι
Μετά την Άλωση, η πνευματική παράδοση του νέου Ελληνισμού συνεχίζεται στην Ιταλία και αργότερα στο Φανάρι και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Εκεί διατηρήθηκε η πάτριος παιδεία και φούντωσε η εθνική συνείδηση. Εκεί και τα Γράμματα γνώρισαν ακμή. Την κατάκτηση του δεσποτάτου της Πελοποννήσου, τον τουρκοβενετικό πόλεμο 1463-1479, την κατάρρευση του αποικιακού κράτους της Βενετίας και τον τουρκοβενετικό πόλεμο 1684-1718, ακολούθησαν αλλεπάλληλα μεταναστευτικά κύματα, που ξεχύθηκαν στην Ευρώπη, όπου δημιουργήθηκαν αξιόλογες ελληνικές παροικίες ή κοινότητες.
Οι πιο σημαντικές από αυτές υπήρξαν της Βενετίας, του Λιβόρνου, του Cargese, της Αυστρίας και της Ουγγαρίας, από τις οποίες η πιο σπουδαία ήταν της Βιέννης, που έγινε πριν την Επανάσταση κέντρο εθνικό και πνευματικό του Ελληνισμού της αποδημίας, της Τεργέστης, της Ρουμανίας, της Ρωσίας, της Μάλτας, κλπ. Οι Έλληνες του εξωτερικού ανάστησαν το Γένος και ανάπτυξαν τις προγονικές αρετές. Μελέτησαν και πρόβαλαν τους αρχαίους συγγραφείς και συντέλεσαν στην πνευματική πρόοδο του Έθνους. Έγινε πια συνήθεια και οι νέοι μας πήγαιναν στο Πατάβιο, στη Ρώμη, στη Βενετία, για να ακολουθήσουν ευρύτερες σπουδές. Επιστρέφοντας στη σκλαβωμένη πατρίδα, έφερναν τις νέες ιδέες και καλλιεργούσαν τον Ελληνικό Διαφωτισμό, που επηρεάστηκε έτσι από την αγγλική, τη γερμανική, την ιταλική και ιδιαίτερα τη γαλλική σκέψη.
Στην Ελλάδα, ο Διαφωτισμός ακολούθησε βασικά τα ίδια με το γαλλικό, γιατί η ελληνική παιδεία ήταν εκείνη που έπαιρναν οι Φαναριώτες συνεχιστές της πνευματικής πορείας του έθνους στον ελλαδικό χώρο, στα χρόνια της δουλείας. Ως υπάλληλοι της Υψηλής Πύλης, ως ηγεμόνες ημιανεξάρτητων ηγεμονιών, χρησιμοποιούσαν τη γαλλική που είχε καθιερωθεί με τη συνθήκη της Ραστάττης ως γλώσσα της διπλωματίας. Γάλλοι οικοδιδάσκαλοι έφταναν στην Πόλη και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες για να διδάξουν τη γλώσσα και το γαλλικό βιβλίο, όργανο της ευρωπαϊκής παιδείας και των νέων ιδεών, έμπαινε στα σπίτια των Φαναριωτών. Φυσικό λοιπόν, στη χώρα μας ο διαφωτισμός να έρθει κυρίως από τη Γαλλία και το πρώτο ελληνικό μυθιστόρημα των νεότερων χρόνων, τα "Φιλοθέου Πάρεργα", έργο που γράφτηκε το 1718, αλλά εκδόθηκε μόλις το 1800, να προέλθει από Φαναριώτη, τον ηγεμόνα Νικόλαο Μαυροκορδάτο.
Αυτός είναι ο λόγος που ο νεοελληνικός διαφωτισμός αρχίζει ουσιαστικά στα μέσα του 18ου αιώνα. Αν θελήσουμε να δούμε τα στάδια του διαφωτισμού στη χώρα μας, θα διακρίνουμε τρεις περιόδους της γαλλικής παιδείας. Η πρώτη φτάνει ως το 1774, οπότε με τη συνθήκη Κιουτσούκ- Καϊναρτζή νέες δυνάμεις ανεβαίνουν στην ηγεσία του γένους. Κατά την προδρομική αυτή περίοδο του νεοελληνικού διαφωτισμού, την προσοχή των ελληνικών λογίων συγκεντρώνει ο Βολταίρος με τα κηρύγματά του περί ελευθεροφροσύνης. Το έργο του προβάλλεται και μεταφράζεται στην Ελλάδα από τους φιλελεύθερους συγγραφείς, αλλά αποτελεί και αντικείμενο πολεμικής των αντιπάλων τους. Στην περίοδο αυτή ξεχωρίζουν τρία ονόματα: του Ευγένιου Βούλγαρη, του Θωμά Μανδακάση και του Ιώσηπου Μοισιόδακα.
Ο Βούλγαρης είναι ο πρωτοπόρος. Δέχεται νέος την επίδραση των προοδευτικών ιδεών της εποχής του και τις εισάγει στη διδακτική του. Στη "Λογική" του, το 1766, καταδικάζει την πρόληψη των αρχαίων και αναφέρεται σε επιφανείς φιλοσόφους της Δύσης, όπως στον Καρτέσιο, το Νεύτωνα, τον Χομπς, τον Λοκ και τον Λάιμπνιτς. Ιδιαίτερα προβάλλει το Βολταίρο, του οποίου εκδίδει το 1766 έμμετρη μετάφραση ενός διηγήματός του. Δυστυχώς όμως ο Βούλγαρης παρέμεινε πάντα αρχαϊστής και θεωρούσε τη δημοτική ασυμβίβαστη με τη φιλοσοφία. Στη "Λογική" του έγραφε: "Εκσυρικτέον το χυδαϊστί διαλέγεσθαι".
Στην Ευρώπη, ο διαφωτισμός έλυσε το ζήτημα του γλωσσικού οργάνου με την αντικατάσταση της λατινικής γλώσσας από τις εθνικές γλώσσες του κάθε τόπου.
Στην Ελλάδα, όμως, τα πράγματα για το γλωσσικό δεν ήταν το ίδιο εύκολα, όπως στη Δύση. Εδώ δεν είχαμε μία γλώσσα ξένη, αλλά τη γλώσσα των προγόνων και οι περισσότεροι δεν μπορούσαν να εξηγήσουν πώς ήταν δυνατό να αναστηθεί η προγονική δόξα χωρίς την αποκατάσταση της αρχαίας γλώσσας. Υπήρξε όμως μία μέση λύση, εκείνη του Νικηφόρου Θεοτόκη, ο οποίος συνέλαβε σωστά την παιδευτική σημασία του γλωσσικού και χωρίς να καταφύγει στη δημοτική, που τη θεωρούσε φθαρμένη από ξένες προσμείξεις, χρησιμοποίησε μία γλώσσα απλή και εύληπτη, χωρίς αρχαϊσμούς, που βοήθησε πολύ την εισαγωγή των επιστημονικών γνώσεων της εποχής στη χώρα μας, που ήταν και η σημαντικότερη προσφορά του ευρωπαϊκού διαφωτισμού.
Ο Θωμάς Μανδακάσης, γιατρός από την Καστοριά, ο οποίος εξέδωσε το 1760 στη Λειψία το "Περί των αοράτων δια των ορατών εννοουμένων πραγμάτων", ήταν υπέρμαχος της δημοτικής. Ο προοδευτικός λόγιος έγραφε σε ένα ποίημά του προς τον Καισάριο Δαπόντε:
Συ δε την γλώσσαν την απλήν μη την καταφρονήσεις ότι αρίστη και αυτή, ως θέλεις την γνωρίσεις. Και τόσας χάριτας γλυκάς και νοστιμάδας έχει οπού και όλων των εθνών τας γλώσσας υπερέχει.
Συστηματικότερα ασχολείται με την αγωγή ο Ιώσηπος Μοισιόδακας, ο οποίος βρίσκεται στην αφετηρία μαζί με τον Βούλγαρη, όμως μένει πιστός στις αρχές του ως το τέλος και γίνεται οπαδός της δημοτικής. "Πρώτος οπού εδοκίμασε να εκθέσει έκφρασιν δημοτικήν τα φιλοσοφικά μαθήματα", θα γράψει γι' αυτόν ο Π. Κοδρικάς. Όλες οι προσπάθειες και τα έργα του Μοισιόδακα αποβλέπουν "υπέρ του αληθινού φωτισμού των ανθρώπων". Αρχίζει τη διδασκαλία του με τα μαθηματικά, βάζει τους μαθητές του να αναλύσουν και να μεταφράσουν κλασσικά κείμενα και γράφει "Πραγματεία περί παίδων αγωγής ή Παιδαγωγία" (Βενετία 1779), όπου απηχεί απόψεις του Τζων Λοκ.
Πικραμένος από τους συντρόφους του, με κλονισμένη την υγεία, ο Μοισιόδακας πεθαίνει το 1800, τότε που ο Βούλγαρης είχε φτάσει στα ανώτατα αξιώματα.
Ωστόσο, η πρώτη αυτή περίοδος του νεοελληνικού διαφωτισμού παραμένει προδρομική, ώσπου να φανεί, κορυφαία του μορφή, ο Καταρτζής που θα συνειδητοποιήσει όλα τα φλέγοντα προβλήματα του Ελληνισμού.
Η ακμή του Διαφωτισμού
Η δεύτερη περίοδος του νεοελληνικού διαφωτισμού ξεκινάει από τη συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή και φθάνει ως το τέλος του δεκάτου ογδόου αιώνα. Κατά την ανακαινιστική αυτή περίοδο, μεγάλη επίδραση ασκεί στην Ελλάδα η έκδοση της γαλλικής Εγκυκλοπαίδειας. Ο Δημ. Καταρτζής-Φωτιάδης, φωτισμένος και σεβαστός άρχοντας, του οποίου το έργο παρέμενε ανέκδοτο, άρχισε να μεταφράζει το λεξικό της Γαλλικής Ακαδημίας. Ο ίδιος, στον "Λόγο προτρεπτικόν εις το γνώθι σαυτόν δελφικόν γράμμα και την κοινήν παιδαγωγίαν του έθνους, ή σοφός, ημιμαθής, αμαθής", γραμμένο το 1787, κάνει την πρώτη απόπειρα για τη σύνταξη ελληνικής βιβλιογραφίας. Τον απασχολεί έντονα το θέμα της εθνικής μας απογραφής. Μαζί και το γλωσσικό. Ο φωτισμένος δάσκαλος νωρίς έγραψε μία γραμματική της "ρωμαίικιας γλώσσας" και εξέθεσε τη γλωσσική θεωρία του στο "Σχέδιο ότι η ρωμαίικια γλώσσα, όταν καθώς λαλιέται και γράφετ' έχει στα λογογραφικά της τη μελωδία και στα ποιητικά της ρυθμό, και το πάθος και την πειθώ στα ρητορικά της. Ότι τέτοια, είναι σαν την ελληνική, κατά πάντα καλίτερ' απ' όλαις ταις γλώσσαις. Κι ότ' η καλλιέργειά της κ' η συγγραφή βιβλίων σ' αυτήνα είναι γενική και ολική αγωγή του έθνους", που έγραψε το 1783 και ήταν σημαντικότατη προσφορά του ελληνικού διαφωτισμού. Παράλληλα, ο Καταρτζής ασχολήθηκε με βασικά θέματα της νεοελληνικής αγωγής και παιδείας. Συνέταξε "Δικανική Τέχνη", "Νεοελληνική Στιχουργική", το φιλοσοφικό δοκίμιο "Εγκώμιο του φιλοσόφου, μακαρισμός του ορθοδόξου, ψόγος του αθέου, ταλάνισμα του δεισιδαίμων", όπου διαγράφεται με καθαρότητα η φιλοσοφική του θέση, δηλαδή ο άνετος ανθρωπισμός του φωτισμένου δεσποτισμού, και πολλά παιδαγωγικά έργα.
Ο Καταρτζής κοιτάζει με κάθε τρόπο πώς θα φωτίσει το γένος του. Η γλώσσα δεν είναι γι' αυτόν σκοπός, αλλά μέσο παιδείας και αγωγής, γι' αυτό, όταν είδε ότι η προσπάθειά του στη δημοτική δεν βρήκε απήχηση στην αυλή της Βλαχίας (το ύφος του, γράφει ο Κοδρικάς, "ως κακόζηλον απεδοκιμάσθη", Μελέτη της κοινής ελληνικής διαλέκτου παρά Παναγιωτάκη Καγκελλαρίου Κοδρικά, Παρίσι 1818, σελ. λβ'), αποφάσισε να γράψει "κατά το ύφος των σπουδαίων", "αδιαφορώντας με ότι τρόπον και αν είναι, μόνον να ωφελήση το γένος του". Η στροφή όμως αυτή δεν πρέπει να καταλογισθεί σε βάρος του, όταν γνωρίζουμε τα κίνητρα που τον ώθησαν. Ο Καταρτζής υπήρξε μεγάλη μορφή, όχι μόνο του νεοελληνικού διαφωτισμού, αλλά γενικά και της ιστορίας της παιδείας μας.
Στον κύκλο των μαθητών του Καταρτζή ανήκει ο Ρήγας Φεραίος και ο Αθανάσιος Χριστόπουλος, που θα μας δώσουν τα πρώτα γνήσια δείγματα της λογοτεχνίας μας, οι Δημητριείς Δανιήλ Φιλιππίδης και Γρηγόριος Κωνσταντάς, που θα εκδώσουν το 1791 στη Βιέννη "Γεωγραφία Νεωτερική" στη δημοτική, από τα πιο χαρακτηριστικά έργα της περιόδου, κείμενο ισάξιο με την "Ελληνική Νομαρχία", στο οποίο δίνουν και πολιτικές υποθήκες στους συμπολίτες τους.
Κατά τη δεύτερη αυτή περίοδο του νεοελληνικού διαφωτισμού, παρατηρείται στροφή προς τους προγόνους και συνειδητοποιείται ο ελληνικός εθνισμός. Ο περιηγητισμός προς την Ελλάδα, ο οποίος υπογραμμίζει τη σχέση ανάμεσα στον αρχαίο και τον νέο Ελληνισμό, συμβάλλει σημαντικά προς την κατεύθυνση αυτή. Και θα έρθει κατά την επομένη περίοδο η ηγετική μορφή του διαφωτισμού στη χώρα μας, ο Αδαμάντιος Κοραής, για να καλλιεργήσει συστηματικά την αγάπη και την έφεση των Ελλήνων προς τα κλασσικά γράμματα.
Την τρίτη περίοδο του νεοελληνικού διαφωτισμού πρέπει να την αντιστοιχήσουμε με την κίνηση μιας ομάδας γάλλων διανοουμένων, των ιδεολόγων, οι οποίοι ήσαν υπέρμαχοι της ελευθερίας και της ισότητας, αλλά αποδοκίμαζαν τις βιαιοπραγίες για την εφαρμογή τους. Οι διανοούμενοι αυτοί έμειναν μακριά από κάθε δράση και κατά την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης και στους ναπολεόντειους χρόνους. Το πνεύμα των ιδεολόγων αντιπροσωπεύει σε μας ο Αδαμάντιος Κοραής, του οποίου η προσφορά δεν περιορίζεται μόνο στα όρια του διαφωτισμού.
Με το λαμπρό "Υπόμνημα περί της παρούσης καταστάσεως του πολιτισμού εν Ελλάδι", που τυπώνει για πρώτη φορά το 1803 στο Παρίσι στα γαλλικά και είναι ασφαλώς το σπουδαιότερο κείμενο του νεοελληνικού διαφωτισμού, ο Κοραής αναλαμβάνει το έργο της διαφώτισης των ξένων για τα ελληνικά πράγματα, βέβαιος για την αναγέννηση της πατρίδας του. "Δεν έλαβον την γραφίδα, γράφει, ω Πατρίς μου, ειμί διά να αναγγείλω πρώτος την αρχίσασαν αναγέννησίν σου εις ολόκληρον την Ευρώπην και ιδιαιτέρως εις το φιλόξενον και φιλάνθρωπον αυτό έθνος, εντός των κόλπων του οποίου εύρον μίαν νέαν πατρίδαν, αφ' ότου είχον την δυστυχίαν να σε αποχωρισθώ... Μία ελαφρά βροχή και ολίγη καλλιέργεια θα ήρκουν διά να κάμουν να ανθήσουν εκ νέου όλα εκείνα τα πλούτη, τα οποία άλλοτε εκάλυπτον (το έδαφός σου)".
Είπαν σωστά τον Κοραή μεγάλο φιλόλογο, όμως ο Χιώτης σοφός υπήρξε και μεγάλος πατριώτης. Πάντα προσδοκούσε την απελευθέρωση της πατρίδας του. Γι' αυτήν μοχθούσε με όλες του τις δυνάμεις. Όλες του οι προσπάθειες, είτε φιλολογικές, είτε πολιτικές, σ' αυτήν κατέτειναν. Η ελευθερία θα έρθει με την πνευματική αναγέννηση και την άνοδο του πνευματικού επιπέδου του λαού. Βροντοφωνεί γι' αυτό να κτισθούν σχολεία. Προτείνει μάλιστα και ένα εξελιγμένο εκπαιδευτικό σύστημα, σύμφωνα με τη νέα παιδαγωγική της Δύσης. "Όλαι μας αι προλήψεις και αι κακίαι", τονίζει, "προέρχονται από της απαιδευσίας την καταραμένην αχλύν, ομίχλην, καταχνιάν. Μόνη η παιδεία, ελευθερώνουσα τον νουν από την άγνοιαν, διδάσκει τον άνθρωπον τα προς τον Θεόν και τον πλησίον καθήκοντα".
Για την ανάπτυξη και την πρόοδο της παιδείας χρειάζονται βοηθήματα και εγχειρίδια. Οι νέοι της Ελλάδας πρέπει να γνωρίσουν τα κλασσικά κείμενα και να αντλήσουν πνευματική δύναμη από τα τεράστια αποθέματα της αρχαιότητας. Ο ίδιος ο Κοραής παρουσιάζει εκπληκτική δραστηριότητα στον τομέα αυτό. Ήδη το 1800 με τη διδακτορική διατριβή του πραγματοποιεί την πρώτη έκδοσή του αρχαίου κειμένου. Είναι το "Περί αέρων, υδάτων, τόπων" του Ιπποκράτη. Τέσσερα χρόνια αργότερα, εκδίδει τα "Αιθιοπικά" του Ηλιοδώρου και το 1805 αρχίζει την έκδοση της μνημειώδους "Ελληνικής Βιβλιοθήκης" του. Στην προσπάθειά του τον βοηθούν ευκατάστατοι έλληνες έμποροι και κυρίως οι αδελφοί Ζωσιμάδες. Εκδίδει Ισοκράτη, Πλούταρχο, Αριστοτέλη, Ξενοφώντα, Πλάτωνα, Λυκούργο, κλπ. Παράλληλα, εκδίδει χωριστά και άλλα κείμενα, όπως τα "Πάρεργα" της Ελληνικής Βιβλιοθήκης, τον Αίσωπο, την Ιλιάδα. Τα κείμενα παρουσιάζει κριτικά επεξεργασμένα και προτάσσει εκτεταμένα προλεγόμενα, όπου εκθέτει τις γλωσσικές, πολιτικές, παιδαγωγικές και άλλες απόψεις του. Η φήμη του ολοένα απλώνεται και περισσότερο. Τον μνημονεύουν κοντά στα ονόματα των μεγάλων ευρωπαίων φιλολόγων. Αυστηροί κριτές, όπως ο γάλλος Κουριέ, αναγνωρίζουν την αξία του. Μαζί ο Κοραής ασχολείται συστηματικά στους 5 τόμους των "Ατάκτων" του με τη νεοελληνική γλώσσα. Στο γλωσσικό επιδιώκει μία μέση λύση. Η άποψή του είναι να αποτελέσει τη βάση της ελληνικής η νέα γλώσσα, η οποία, για να ανταποκριθεί στις υπάρχουσες ανάγκες, πρέπει να διατηρήσει μερικούς αρχικούς τύπους: "Διόρθωσιν ονομάζω της γλώσσης, όχι μόνον τον μετασχηματισμόν διαφόρων βαρβαρόμορφων λέξεων και συντάξεων, αλλά και την φυλακήν πολλών άλλων, τας οποίας ως βαρβάρους σπουδάζουν να εξορίσωσιν από την γλώσσαν, όσοι μετά προσοχής δεν ηρεύνησαν την φύσιν της γλώσσης". Μπορεί ο Κοραής να έγινε εισηγητής μιας μέσης γλώσσας, όμως μελέτησε όσο κανείς στον καιρό του τη νεοελληνική και με τη διδασκαλία του οδήγησε τελικά στη δημοτική, την οποία ακολούθησαν πολλοί από τους οπαδούς του.
Με αφορμή το γλωσσικό, άρχισε την περίοδο αυτή η λεγόμενη "μάχη των φυλλαδίων", της οποίας ωστόσο τα αίτια δεν είναι τόσο επιφανειακά. Κορυφαίες μορφές στη μεγάλη φιλολογική διαμάχη των Ελλήνων, που άρχισε το 1815, για να ανακοπεί με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης, είναι ο Αδαμάντιος Κοραής και ο Παναγιώτης Κοδρικάς. Ο δεύτερος συνοψίζοντας τις διαφορές τους θα πει: "Πρόκειται άρα περί δύο ή τριών γραικοβαρβαρικών λεξειδίων". Εκείνο που έχει σημασία για τη διαμάχη αυτή δεν είναι το τι πρέσβευε η κάθε παράταξη, αλλά το πείσμα, η ένταση των φιλολογικών αγώνων που έδωσαν νεύρο και οντότητα στην πνευματική ζωή των Ελλήνων και με τα δύο αντιμαχόμενα περιοδικά, τον "Λόγιο Ερμή", που είχε ιδρύσει ο Γαζής, και την "Καλλιόπη" έδωσαν στους Ευρωπαίους το μέτρο της πνευματικής στάθμης του αγωνιζόμενου για την απελευθέρωσή του έθνους μας.
Πρόμαχος του συντηρητισμού υπήρξε ο Κοδρικάς. Γεννημένος στην Αθήνα, διαμορφώνει τις αντιλήψεις του στο φαναριώτικο κλίμα και τρέπεται προς τη συστηματοποίηση της φαναριώτικης γλώσσας. Υποστηρίζει ότι έχει διαμορφωθεί μία γλώσσα στα έγγραφα των Πατριαρχείων και των ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας. Αυτή πρέπει να επικρατήσει, όπως η γλώσσα των Βερσαλλιών. Ανεξάρτητα από την αντιδραστική θέση του, δεν πρέπει να υποτιμηθεί η προσπάθειά του για την προβολή του έθνους του, καθώς και οι προθέσεις του.
Ο Νεόφυτος Δούκας, ένας από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους του αρχαϊσμού, τρέπεται προς αυτόν, όχι από συντηρητισμό, αλλά από κλασσική επίδραση. Κατά τα άλλα, είναι άνθρωπος ζωντανός, αγαπά το γένος του και περιμένει την αναγέννησή του. Οι γλωσσικές του όμως πεποιθήσεις έγιναν αιτία να αδικηθεί η προσφορά του. Ο Αθανάσιος Πάριος κατεχόταν πάντα από πνεύμα αντιδραστικό. Φανατικός, εριστικός, θρησκόληπτος, τα έβαλε με τον Κοραή, όταν έπεσε στα χέρια του ένα γράμμα του σοφού διδάσκαλου, όπου κατηγορούσε τη νηστεία. Η μανία του ήταν τέτοια, που έφτασε να κατηγορήσει όσους σπούδαζαν στη Δύση για ανήθικη διαγωγή! Η "Αντιφώνησίς" του, τυπωμένη το 1802, είναι το πιο αντιδραστικό κείμενο της περιόδου του διαφωτισμού.
Στην περίοδο αυτή κινούνται στο προσκήνιο ένα σωρό λόγιοι. Ο Κωνσταντίνος Κούμας, πιστός και αφοσιωμένος οπαδός του Κοραή. Με το έργο του η νεοελληνική παιδεία στρέφεται προς το γερμανικό στοχασμό. Ο συνεργάτης του Κωνσταντίνος Οικονόμος δημοσίευσε το 1816 μία μετάφραση του "Φιλάργυρου" του Μολιέρου, που έμεινε γνωστή με τον τίτλο "Εξηνταβελώνης". Ο Αθανάσιος Ψαλίδας, περισσότερο εκπαιδευτικός παρά συγγραφέας, προχώρησε πέρα από τον Κοραή στο γλωσσικό ζήτημα και έγινε οπαδός της δημοτικής. Νέος, εξέδωσε στη Βιέννη μερικά φυλλάδια, μεταφράσεις και έγραψε ένα μισοτελειωμένο φιλοσοφικό σύγγραμμα. Άφησε ανέκδοτα διδακτικά έργα. Στον κύκλο των οπαδών του Κοραή ανήκουν ακόμη ο Θεόφιλος Καΐρης και η αδελφή του Ευανθία, ο Νεόφυτος Βάμβας, ο Κωνσταντίνος Βαρδαλάχος κ.ά. Προσκείμενο προς τον κοραϊσμό πρέπει να θεωρήσουμε και τον Άνθιμο Γαζή. Οι διάδοχοί του στην έκδοση του "Λογίου Ερμού" Κωνσταντίνος Κοκκινάκης και Θεόφιλος Φαρμακίδης θα γίνουν στενοί συνεργάτες του διδασκάλου. Ο Κωνσταντίνος Νικολόπουλος και ο Γρηγόριος Ζαλίκογλου θα δημιουργήσουν έναν δικό τους αρχαϊκό κοραϊσμό.
Δεν λείπουν από την περίοδο και οι ακραίες θέσεις. Το 1806 εκδίδεται ανώνυμα η "Ελληνική Νομαρχία", σημαντικό κείμενο του διαφωτισμού, που δείχνει πολιτική ωριμότητα και προηγμένες κοινωνικές αντιλήψεις. Έχει χαρακτήρα λιβελλογραφικό, μας παρέχει όμως ενδιαφέρουσες στατιστικές πληροφορίες για την Ελλάδα και διατυπώνει ένα πρόγραμμα για την απελευθέρωση και αναγέννηση του γένους. Επιτίθεται εναντίον των προεστών και αποκαλεί τους Φαναριώτες "βρωμοάρχοντες της Κωνσταντινούπολης".
Ακόμη βιαιότερη είναι η έμμετρη σάτιρα, που με τον τίτλο "Ρωσσαγγλογάλλος" κυκλοφορεί στα ίδια χρόνια. Στρέφεται εναντίον των κοτζαμπάσηδων, των Φαναριωτών και του ανωτέρου κλήρου. Χαρακτηριστικά είναι όσα λέγει ο μητροπολίτης:
Αφ' ου το ράσο τούτο φόρεσα, πλέον τινά ζυγόν δεν γνώρισα. Δύο ποθώ, ναι, μα τες Εικόνες άσπρα πολλά και καλές κοκόνες.Λίγο πριν από τον Αγώνα, βγαίνουν στο Παρίσι οι "Στοχασμοί του Κρίτωνος", ένα φυλλάδιο με βίαιη επίθεση κατά του ανωτέρου κλήρου, που το έκαψαν στα Πατριαρχεία.
Γενικά για το νεοελληνικό διαφωτισμό πρέπει να πούμε ότι, στα χρόνια του αποκτούμε εθνικό πνευματικό βίο, που θα σταθεί ένας από τους κυριότερους παράγοντες της εξέγερσης των Ελλήνων το 1821 εναντίον των ασιατών κατακτητών, καθώς μάλιστα οι κυριότεροι εκπρόσωποί του υπήρξαν εθνεγέρτες και ενδιαφέρθηκαν για τα πολιτικά πράγματα της πατρίδας τους. (Ο Βούλγαρης απευθύνθηκε στην Αικατερίνη, ο Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας στον Τσάρο, ο Βελεστινλής στον Βοναπάρτη, ο Κοραής σε τόσες πολιτικές φυσιογνωμίες). Αυτός ο οργασμός εκδόσεων παντός είδους διδακτικών και επιστημονικών συγγραμμάτων, λεξικών, εγκυκλοπαιδικών έργων, αρχαίων κειμένων, η σύσταση σχολείων και βιβλιοθηκών, η κυκλοφορία φιλολογικών περιοδικών, οι πρώτες θεατρικές παραστάσεις, η ανάπτυξη της δημοσιογραφίας, οι φιλολογικές έριδες, δημιουργούν μία ζωντανή πνευματική ζωή, με κίνηση ιδεών, με δίψα για απελευθέρωση, με προσδοκίες για την ανάσταση του γένους. Όλα αυτά τελικά θα βοηθήσουν το έθνος να τραβήξει μπροστά, να αναγεννηθεί και να συνεχίσει την ιστορική του πορεία.