Σάββατο 1 Αυγούστου 2009

Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ


Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ


ΑΣΚΟΥΣΕ ΤΕΤΟΙΟ ΓΟΗΤΡΟ ο κατηγορούμενος ώστε πρέπει να τονίσουμε ότι οι αγωνιστές του 21, όσοι έγραψαν απομνημονεύματα δεν κρύβουν τον ζωηρό θαυμασμό τους για τον νικητή της Αράχωβας. Όλοι ανεξαιρέτως. Και οι μεταγενέστεροι ιστορικοί, ντόπιοι και ξένοι. Οι περιηγητές κι όσοι γνώρισαν τον Καραϊσκάκη μιλούν με ίδιο θαυμασμό γι' αυτόν. Δεν μπορούμε εδώ να μεταφέρουμε όλες αυτές τις περικοπές: Δίνωμε όμως μερικές παρμένες στην τύχη.

Ο
Σπυρoμήλιoς: «Η αξιότης και η ανδρεία αυτών των δύo Στρατηγών (του Γ. Καραϊσκάκη και του Κίτσου Τζαβέλα) μας ήταν γνωστή από τας προλαβούσας πράξεις των και εις τον ιερόν τούτον αγώνα υπέρ της ελευθερίας... Πλην δε ήτον αυτά από τα σπάνια πράγματα του Καραϊσκάκη και του Τζαβέλα, διότι η αξιότης των εις τα πολεμικά επιχειρήματα και ο ζήλος των υπέρ της ελευθέριας της πατρίδος ήτον εγνωσμένα από τoσα και τόσα δείγματα. Αυτό έκαμε τον Ρεσίτ Mεχμέτ πασά να οργιστεί τον Καραϊσκάκη (μ' όλον ότι έκρυπτε εις το στράτευμά του τ’ όνομα του Καραϊσκάκη, διότι τ' oνoμά του μόνον τους επροξένει τρόμoν)... Ο Kαραϊσκάκης ήτο άνθρωπος με πολλά πpoτερήματα ενός καλού στρατηγού και αν εις ταύτα επρoστίθετo η παιδεία (διότι σχεδόν μόνον τ' όνομά του ήξευρεν να γράφη) ήθελε καταταχθή βέβαια μεταξύ των πρώτων του αιώνος δια τα κατορθώματά του. Ήτο αρείτολμος, άοκνος, δραστήριoς, εύγλωττος, ακούραστος, υπέφερε τας πλέον δυνατάς σκληραγωγίας, μ' όλον ότι έπασχε εις το στήθος, μεταδοτικός, υπομoνετικός, νους εφευρετικός, ταχύπους, με παρρησία πνεύματος, παραστατικό. Είχε και υπόληψιν ήδη συστημένη εις τo Έθνος και διότι ήτoν εκ των παλαιών Αρματολών και δια τας πράξεις του εις τον ιερόν μας αγώνα,...».

Ο
Πoυκεβίλ: «Tό όνομα του Καραϊσκάκη περιήρχετο από στόματoς εις στόμα, και κατέστη το είδωλο της, λατρείας των Ελλήνων στρατιωτών».

Ο
Κ. Παπαρρηγόπουλος: «Ουδείς των εξόχων της επαναστάσεως ανδρών από τoσoύτoν ταπεινού ορμήσας σημείου, εις τοσούτο ύψος αφίκετο περιωπής...»

Ο
Χρίστος Βυζάντιος: «Μελετών τις τον άνδρα, τoύτoν εκ των πράξεών του ευρίσκει αυτόν έκτακτο εις το είδος του. Ανήρ ουδεμία παιδεία, έχων ούτε οικογενειακή επισημότητα, ούτε πλούτο, ούτε σχέσεις πολιτικές... αναλαμβάνει εις τας δεινοτέρας περιστάσεις τις Ελλάδος την Αρχηγία μικρού στρατού, άνευ χρηματικών μέσων... πράττει τοιαύτα τεράστια πολεμικά έργα., ώστε και αυτοί οι εχθροί θαυμάζοντες περί αυτού έλεγoν: «Η μεν Τoυρκία. έχει τον Ρεσίτην (Κιουταχήν) η δε Ελλάς τον Καραϊσκάκη και ότι τα δύο ταύτα θηρία παλαίουν και ο Θεός γινώσκει ποίος θα νικήσει τον έτερον». Ανήρ ως εκ των κατορθωμάτων, αυτού, συναθροίζει υπ' αυτόν πλέον των δέκα χιλιάδων στρατού και υποβάλλει υπ' αυτόν όλους τους στρατηγούς τις Ελλάδoς, ουδ' αυτών των δικαίως υπερηφάνων Σουλιωτών. Ανήρ φύσει στρατηγός, όστις ουδέποτε ιδών τακτικόν στρατόν, πριν η έλθη εις μάχη μετ' αυτού εξετίμησεν αυτόν και μετεχειρίσθη εν ώρα, μάχης τόσον επιδεξίως, ως είδομεν. Ανήρ όστις δια μόνης της εν πολέμω ικανότητος αυτού ήθελεν καταστρέψει τον ικανότερον και ισχυρότερον αρχιστράτηγο της Τουρκίας, έχοντα τοσούτον πολυάριθμον στρατόν... Όστις περιέστειλε τας απαιτήσεις και την διαρπαγή και τας καταχρήσεις των διεφθαρμένων άτακτων στρατιωτών, όστις εις ουδέν ελογίζετο την ζωήν του, ως πρώτος εκτιθέμενος εις τους κινδύνους... Ηγάπα δε τους στρατιώτας και εξετίμα τους ανδρείoυς και τούς τιμίους άνδρας, δι' ο ηγαπάτο και ήτο σεβαστός παρ' αυτών».

Ο
Σπηλιάδης: «Αν ο Καραϊσκάκης δεν ήγειρε και πάλιν την Ρούμελη εις τα όπλα, ο όλεθρος των Ελλήνων ήτo άφευκτος»,

Ο
Λάμπρος Κουτζονίκας: «Ο Kαραϊσκάκης αναδειχθείς Γενικός Αρχηγός, ησθάνθη το μεγαλείον της υψηλής αξίας και παραιτήσας κάθε ελάττωμα, προσηλώθη αναποσπάστως εις την Εθνική του Δόξα, διεκρίθη ως ουδείς άλλος και εν τω μέσω της δεινής απορίας εφείλκυσεν πλήθος πεινώντων και γυμνητευόντων και τους οδήγησεν εις την Δόξαν, ουχί θεραπεύων, αλλά χαλινώνων τας ορέξεις και απαγορεύων, τας καταχρήσεις. Αναφαίνεται η αξία του ανδρός έτι μάλλον όταν αναπολήση τις, οποία κατά την Στερεάν Ελλάδα, όταν έλαβεν την αρχηγία, και οποία τα καθ' ην ημέρα τελεύτησε.»

Ο
Σπ. Τρικούπης: (Στον επιτάφιο λόγο του): «…τότε είχε ψωμί και αυτός όταν είχον και οι αγαπητοί του Έλληνες... η κλίνη του ήτo κλίνη απλού στρατιώτου. Πρωταγωνιστής επαρουσιάζετο και την τιμήν του αγώνος την απέδιδεν εις άλλους. Ενθουσιασμένος δια την παλικαριά, παλικάρι και ο ίδιος, την ετίμα όπου την συνήντα και την αντήμειβε πλουσιοπαρόχως. Τους γνωστούς δια την ανδρεία έκραζεν κατ' όνομα, όταν ξεσπάθωνε εν καιρώ μάχης, δια να τον ακολουθήσουν. Έβγαζε τα πιστόλια του από το ζωνάρι και με αυτά, εις ανταμοιβή παλικαριάς, εστόλιζεν του παλικαριού την μέση. Έλυνε την ζώνηv του και έδιδεν εις τας ανάγκας του πολέμου το ύστερov νόμισμα».

Ο
Χρ. Περαιβός: «Η πικρά αυτή αγγελία διαχυθείσα ,εις Σαλαμίνα ανήγειρε θρήνους και οδυρμούς εις πάσαν ηλικίαν και γένος των τε κατοίκων, παροίκων και τυχόντων ξένων. Aφήσαντες όλοι τας οικίας των ανοικτάς έτρεχον τύπτοντες τα στήθη, ποτίζοντες την γην με θερμά, και ακράτητα δάκρυα , αμιλλώμενοι τις να πρωτοασπασθή και πρωτοραντίση με τα δάκρυά, του τον ήρωα, κράζοντές τον οι μεν πατέρα, οι δε σωτήρα της Ελλάδος, οι άλλοι το φόβητρον των Τούρκων και άλλοι το αιώνιον καύχημα της Ελλάδος. Με τοιαύτα και άλλα εγκώμια και κoπετoύς συνoδεύετo το θύμα της πατρίδος από Αμπελάκια μέχρι του χωρίου της Σαλαμίνος, το οποίο απέχει τρία τέταρτα της ώρας. Αρχιερείς και ιερείς όσοι παρευρέθησαν εις την νήσον, ενδεδυμένοι τα ιερά άμφια έψαλλαν την πένθιμον ακολουθίαν. Οι παρευρεθέντες στρατιώται, πολλοί δε και εκ των εν τω νοσοκαμείω ελαφρώς πληγωμένων, δράξαντες τα όπλα συνόδευoν το λείψανον μέχρι του ναού του Αγίου Δημητρίου όπου κατέθεσον αυτό εν τω μέσω. Πλήθος γυναικών θρηνωδών περικάθησε, πλησιέστεραι δε ήσαν, όσαι υιούς και συγγενείς απώλεσαν υπέρ πατρίδος.

Αύται εθρυνώδουν τας ηρωικάς του πράξεις εκάστης μάχης συμνημονεύουσαι εν τω μεταξύ και των συγγενών τον θάνατoν, κατά την Ελληνική συνήθειαν. Μετά τριών ωρών θρηνολογίαν έθαψαν το λείψανο παρά την θύραν του ναού εκ δεξιών, μόλις δύο βημάτων απέχουσαν του τάφου... Το στρατόπεδον εκ του ετέρου, ακούσαν την αποβίωσήν του, επικράνθη αισθαντικώτατα. Διότι υστερήθη ενός αρχηγού ανδρείου, ευτυχούς εις τας μάχας, φίλου των στρατιωτών, μεγαλόδωρου, ακούραστου, ικανού τέλος πάντων να εισάγη την φιλοτιμίαν εις πάντα στρατιώτη. Τοιούτον ένδοξο τέλος της ζωής έδωκε ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑ'Ι'ΣΚΑΚΗΣ, περί το πεντηκοστό έτος της ηλικίας του, μετά τοσαύτα και τοιαύτα ανδραθήματα. Εκείνος προς ον και η Στερεά Ελλάς εχρεώστει την απελευθέρωσίν της και η λοιπή Eλλάς εστήpιζε το πλείστον των κατά ξηράν ελπίδων της, ο αθάνατος Καραϊσκάκης, έπαυσε του ζην»

Ο
Ν. Δραγούμης: «Ουδείς ήνοιγε τα χείλη του, ουδείς εύρισκε λόγους ίνα ερμηνεύση το άλγος της καρδίας αυτού, ουδείς είχεν ιδέαν τι έπρεπε να γίνη μετά τον θάνατον του μεγάλου στρατηγού… Ήτο δε η σιωπή βαθυτάτη και πένθιμος, ότε ο Κολοκοτρώνης λύσας πρώτος αυτήν είπεν: .«Ο χαμός αδέλφια είναι μεγάλος. ο Θεός όμως είναι μεγαλύτερος»... Φωνή γοερά, φωνή ανδρών και γυναικών αντηχήσασα κατά την Τροιζηνίαν ακτήν, συνανεμίγη μετά των οδυρμών των απέναντι κατοίκων του Πόρου, και ουδείς συγκατένευε να παρηγορηθή, πpoαισθανόμενoς ίσως την προσεχή κατά το Φάληρο συμφoράν.»

Ο
Κασομούλης: «Πικρoτέραν στιγμήν και φαρμακερωτέραν εις καμμίαν περίσταση δεν είχα δοκιμάσει. Εμειναμεν εις την μεσην ικανήν ώρα χωρίς να κινούμεθα ούτε έδωθεν, ούτε εκείθεν. Εσυλλογίσθημεν, εις ποίον έπρεπε να υπάγωμεν να μας παρηγορήση! Ποίον να παρηγορήσωμεν; Επιστρέψαμεν οπίσω, ειδοποιούντες και τους λοιπούς να μείνων εις την θέσι διότι ο Αρχηγός απέθανε... Το ίδιoν εσπέpας της 23 Απριλίου, όπου οι Τούρκοι Αλβανοί έμαθαν τον θάνατον του Καραϊσκάκη, ήρχισαν να φωνάζουν: «Ορέ, ο Καραϊσκάκης, ο υιός της Καλογριάς απέθανε… Όλοι να βάλετε τα μαύρα., διότι άλλον ωσάν αυτόν δεν κάμνετε! ».

Ο
Μακρυγιάννης: «Όταν ζούσε ο Kαραϊσκάκης, σκουριάσαν τα ντoυφέκια, τους, στόμωσαν τα σπαθιά τους. Τότε είδαμεν πόσα δράμια ζυγίζει ο καθείς... Που ακούστη εννιά χιλιάδες Έλληνες πεζoύρα και καβαλαρία να τους πάρουν ομπρός Πεντακόσιοι Τούρκοι; Και να τους κυργέψουν όλα τα πόστα και κανόνια. Και να σκάσουνε από τη δίψα; Ανάθεμα τον Κόκραν όπου μας έβγαλε έξω το βράδυ - να τους αφήσουμε να πεθάνουν από τη δίψα, να τους πιάσουν όλους οι Τούρκοι».

Ο
Θ. Κολοκοτρώνης (σε γράμμα του προς το γυιό του Γενναίο): «Αν δεν ήτο αναγκαία η παρουσία μου εδώ, ήθελα αποφασίσει να υπάγω ο ίδιoς διότι από την σωτηρίαν των Αθηνών κρέμεται η τύχη της Πατρίδος μας, δια τoύτo η συνέλευσις έκρινε εύλογο να υπάγη η Γενναιότης σου, και σε διορίζω ως αντιπρόσωπόν μoυ και ως αρχηγόν της κατά των εχθρών εκστρατείας των Πελοποννησίων. Φτάνοντας εις Aθήνας θέλεις ακούσει τον Καραϊσκάκην ως άλλον πατέρα σου, διότι απo την ευπείθεια κρέμεται η διατήρησις των στρατοπέδων. Σας εύχομαι νίκας».

Ο
Γ. Ζεύγος: «Η επανάσταση, περνάει τέτοια κρίση που όλοι οι κορυφαίοι ηγέτες της, πολιτικοί και στρατιωτικοί υπόγραψαν αίτηση υποτέλειας στην Αγγλία. Σ' αυτή τη φοβερή στιγμή βγαίνει στη μέση ο Γ. Καραϊσκάκης. Η επανάσταση, σαν τον μυθικό Ανταίo, αντλεί δυνάμεις απ' τις μάζες και φανερώνεται ανίκητη... ο Καραϊσκάκης γρήγορα αποδείχνεται σαν το πιο γνήσιo παιδί της επαναστατημένης αγροτιάς..»

Η
Στρατιωτική Ιστορία της Ελλάδος: «Ο Καραϊσκάκης, μέχρι τούδε διακεκριμένος οπλαρχηγός, ήδη εμφανίζεται μεγαλοφυής στρατηγός».

Και τελειώνουμε με το
ψήφισμα της Γ' Εθνικής Συνελεύσεως:

«Προς τον εξοχώτατον Α' Στόλαρχον, προς τον εξοχώτατον Αρχιστράτηγον και προς τους γενναιότατους οπλαρχηγούς και στρατιώτας τους συγκροτούντας το στρατόπεδον της Αττικής.

Tη 27 Απριλίου 1827

Η φιλτάτη Πατρίς θρηνεί απαρηγόρητος, απωλέσασα το γνησιώτατoν τέκνον της, θρηνεί και κόπτεται στερηθείσα του θερμού προμάχου των ιερών της δικαίων, θρηνεί τον διαρρήξαντα, τας νέας αλύσεις της Στερεάς Ελλάδος, τον ένδοξον νικητή της Αραχώβης, τον εξολοθρευτή των τυράννων: θρηνεί τον αρείτολμον Γενικό Αρχηγό Καραϊσκάκην, όστις μαχόμενος υπέρ των κλεινών Αθηνών, έπεσεν ενδόξως και πνέων τα λοίσθια άλλο τι δεν ,παρήγγειλε, παρά των Αθηνών την διάσωσην.

Ελλάς, πένθησον τον πολύτιμόν σου Καραϊσκάκην, Ελληνίδες! μαυρoφορέσατε δια τον υπερασπιστήν της τιμής σας! Φιλέλληνες! Έλληνες! στρατιώται, εμβριμήσατε δια τον ανδρείον συστρατιώτη σας και καταβρέχοντες την Ιεράν γην των κλεινών Αθηνών με τα καρδιοστάλακτα δάκρυά σας, εκδικηθείτε το αίμα του, τιμωρήσατε τους ασεβέστατους φονείς του και σώσατε τας Αθήνας.

Eυδαίμων Καραϊσκάκη! ορκισθείς να ζήσεις ή να αποθάνης, ελεύθερος, εφύλαξες τον όρκον σου, ως χρηστός πολίτης, ως ευσεβής χριστιανός, ως τίμιος άνθρωπος. Ως τοιούτον της ανεκτιμήτου Ελευθερίας μάρτυρα., ως αθλήσαντα και στεφανωθέντα με τας δάφνας της δόξης και της αθανασίας, Σε υπεδέχθησαν εις τα Ηλύσια πεδία προσμειδιώντες οι τpισόλβιοι εκείνoι ήρωες όσοι απέθανον διά τα δίκαια της Πατρίδος και της Ανθρωπότητος.

Μεταξύ τούτων περιιπταμένη η ακτινοβόλος σκιά σου εις την αιωνίαν μακαριότητα, δεν ελησμόνησε τας Αθήνας, και ήδη επιφοιτώσα εις τας ομηγύρεις του Στολάρχoυ, του Αρχιστρατήγου, των Αρχηγών και των στρατιωτικών του στρατοπέδου της Αττικής, θεωρεί τα πoλεμικά και σωτηριώδη επιχειρήματά των και επικαλείται την εξ ύψους αντίληψιν, του υπέρτατου Βασιλέως δια να τους βοηθήση να σώσουν τας Αθήνας και την Ελλάδα εις δόξαν της Πίστεως και της Πατρίδος».



«Ο Καραϊσκάκης δεν εφέρθη ως πατριώτης. Εξηγήθη εις πολλούς ότι θέλει εμβάσει Τούρκους εις την πατρίδα. Eίχε κρυφήν ανταπόκρισιν με τoυς εχθρούς της πίστεως και της πατρίδος.

Ο Καραϊσκάκης είναι διωγμένος από την πατρίδα και ως αμαρτήσας εστερήθη όλων των βαθμών και αξιωμάτων, πάντες οι Έλληνες να τον στοχαστούν ως εχθρόν.

Τι να ελπίζω από τον K
αραϊσκάκην; ότι θα είναι le serviteur tres humble της Διοικήσεως; Και Θεός εάν κατέβη να με το ειπή θέλω σταθή πάλι Θωμάς... Μαθαίνω ότι είναι κακά άρρωστος.. Η φθίσις του έφθασεν ως τον τρίτον βαθμόν... Ίσως ο Θεός μάς απαλλάξει από αυτόν»
Mαυρoκoρδάτoς


«ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ TΩN EΓΚΛHMATΩN ΤΟΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ»
άρ. 1167
Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος



Προς τους στρατιωτικούς και πολιτικούς αρχηγούς της Δυτικής Ελλάδος και προς πάντας τους Έλληνας.

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, επειδή απαρχή ευρέθη σύντροφος των αρμάτων εις τον Ιερόν υπέρ της Ελευθερίας αγώνα, η Πατρίς τον τίμησε με αξιώματα. Πως εφέρθη ως εις την εκστρατείαν του Σκόνδρα, είναι γνωστόν εις όλους. Μ' όλον τούτo η Πατρίς παρέβλεψε τα σφάλματά του, δια να τον τραβήξη εις μεταμέλειαν. Ήλθε εις τας δύο χώρας επί προφάσει της ασθένειας του, και τον υπεδέχθησαν φιλοφρόνως. Αλλ' αυτός δεν εφέρθη ως πατριώτης, και ως Χριστιανός. Αυθαδίασε να πιάσει άρματα εναντίον της πατρίδος. Έκαμε εκστρατείαν εναντίον του Μεσολογγίου. Έπιασε το φρoύριον του Βασιλαδίου, διώξας εκείθεν την φρουράν. Οι στρατιώτ
αι του έλαβαν δύω εκ των Προκρίτων της πόλεως ως αιχμαλώτους, από τους οφθαλμούς της Διοικήσεως, και έφεραν τούτους προς αυτόν την νύκτα, ευρισκόμενον εις το Ανατολικόν. Εξηγήθη δε και εις πολλούς ότι θέλει εμβάσει τούρκους εις την πατρίδα.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Υποπτευθείς η Διοίκησις, έλαβε τα ανήκoντα μέτρα, και διώρισεν επιτροπή τόπον επέχουσα στρατιωτικού Δικαστηρίου συνθεμένη υπo στρατηγούς και χιλιάρχους, οίτηνες εξετάσαντες αυτόν τε και όλα τα αίτια τα οποία καθ' ημέραν ηύξαναν τας υποψίας εναντίον του.

ΕΥΡΗΚΑΝ

«Ότι ο Καραϊσκάκης είχε κρυφήν ανταπόκρισιν με τους εχθρούς της πίστεως και της πατρίδας».
«Ότι απo τον Ομέρ - πασάν ζήτησε μπουγιουρντί δια να γένη καπιτάνος των Αγράφων»
«Ότι υπέσχετο εις τον εχθρό να πιάση την Tατάραιναν με χίλιους στρατιώτες και συμβούλευσε να εύγη ο αποστάτης Βαρακιώτης με χίλιους εις το Ξηρόμερον».
« ότι υπέσχετο εις τον εχθρό να τραβήξη προς εαυτόν στρατηγούς και χιλιάρχους Έλληνας εναντίον της πατρίδας».
«Ότι εν ω εγίνοντο αυτά εις Μεσολόγγιον, συγχρόνως ευγήκεν ο εχθρικός στόλος απo Πάτρας και άραξεν εις το Βασιλάδι, και έγινε μυστική εκστρατεία Τούρκων από Καστέλια και Ναύπακτον εναντίον του Μεσολογγίου, η οποία δεν ευδοκίμησε, διότι ολίγοι σταθεροί Έλληνες τους κτύπησαν εις την Κακήν Σκάλαν και τους εγύρισαν οπίσω».

Η επιτροπή έλαβε τέλος πάντων πολλά διδόμενα δια να γνωρίση αυτόν επίβουλο της πατρίδος και προδότην.
Επειδή όμως η πατρίς αγαπά τα τέκνα της, και μακροθυμεί δια να τα, ελευθερώσει από την απάτην, και να τα φέρη εις μετάνοιαν, να γνωρίσουν τα χριστιανικά χρέη των, απεφασίσθη παρά της διορισθείσης επιτροπής, τη συναινέσει όλων των παρευρεθέντων αρχηγών των αρμάτων και των πολιτικών και εδόθη προσταγή προς τον αυτόν Καραϊσκάκην να αναχωρήση αμέσως απ' εδώ, μ' όλο όπου είναι και ασθενής, όστις και ανεχώρησεν σήμερον.
Αν μετανοήση αληθώς και επιστρέψη εις τα χριστιανικά, και Ελληνικά χρέη του, η Πατρίς θέλει λάβει την ευχαρίστησιν ότι τον εκέρδισεν, ει δ' επιμείνει εις την κακίαν του, ας όψεται.
Σεις δε, αδελφοί, ειδοποιείσθε δια του παρόντoς, ότι ο Καραϊσκάκης είναι διωγμένος από την πατρίδα και δεν έχει καμμίαν εξουσία παρά της Διοικήσεως. Μάλιστα εστερήθη όλων των βαθμώv και αξιωμάτων ως αμαρτήσας. Όσοι δε απατηθέντες ηκολούθησαν αυτόν προσκαλούνται να γυρίσουν εις τα οπίσω, και να ενωθούν με τους αρχηγούς, τους υπερασπιστές της Πατρίδος. Πάντες, δε οι λοιποί Έλληνες να απομακρυνθούν της συναναστροφής του και να τον στοχασθούν ως εχθρόν, εν' όσω να μετανoήση και να προσπέση εις τo έλεoς του έθνους και ζητήση συγχώρησιν.

Εν Αιτολικώ την 2 Απριλίου 1824

Α. ΜΑΥΡΟΚΟΡΔΑΤΟΣ
Οι στρατηγοί: ΝΟΤΗΣ ΜΠΟΤΖΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΤΟΡΝΑΡΗΣ, ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΖΙΩΓΚΑΣ, ΔΗΜΟΣ ΣΚΑΛΤΖΑΣ, ΑΛΕΞΙΟΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΑΚΡΗΣ, ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΓΙΟΛΝΤΑΣΗΣ.
Οι Χιλίαρχοι: ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΛΙΑΚΑΤΑΣ, ΛΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ, ΣΤΑΘΗΣ ΚΑΤΖΑΡΟΣ.
Οι καπιτάνοι: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΣΟΥΛΤΑΝΗΣ».



Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ

Η ΠΟΙΝΗ πού επέβαλαν στον Καραϊσκάκη ήταv ισόβιος εξορία, ή αειφυγία. Κι' έπρεπε να φύγει αμέσως. Βαριά άρρωστος ζήτησε 5-6 μέρες προθεσμία ώσπoυ να συνέλθει κάπως.
Του το αρνήθηκαν. Σε 48 ώρες έπρεπε να εξαφανισθεί από το Αιτωλικό.
Παγωμένοι οι δικοί του, ο Τζαβέλας και οι άλλοι. Οι φήμες έφεραν τον Ανδρέα Ίσκο -ετεροθαλή αδελφό του, κατά τον Bλαχογιάννη- να, ροβολάει προς το Αιτωλικό για να εκδικηθεί την ατιμία του Μαυροκορδάτου. Καραϊσκάκης - Τζαβέλας - Ίσκος, οι τρεις τους αποτελούσαν θανάσιμο κίνδυνο για τον Μαυροκορδάτο εκείνη την κρίσιμη ώρα. Γι' αυτό και φρόντισε vα επισπεύσει την εκτέλεση της απόφασης, να διώξει τον Καραϊσκάκη.

Σαράντα οκτώ ώρες του έδωσαν προθεσμία αλλά αυτός τους χάρισε τις μισές. Την άλλη μέρα, 3.4.1824, μάζεψε τα παληκάρια του και ξεκίνησε για τηv εξορία του με το στίγμα του πρoδότη. Ξεκίνησε για να γίνει ο Αρχιστράτηγος της Ελλάδας, ο νικητής της Αράχοβας και του Δίστομου, ο ήρωας της Pούμελης και της Αθήνας, ο κράτιστος. Τον πήγαιναν σηκωτό σε ξυλοκρέβατο, γιατί τον έκαιγε η θέρμη του χτικιού του και δεν μπορούσε να βαδίζει. Πένθιμη πορεία. Μπρος οι σάλπιγγες που ηχούσαν λυπητερά κατά τη διαταγή τoυ. Κι' από πίσω επί κεφαλής των παλικαριών τoυ, ο άρρωστος κατάδικος, ο προδότης, προχωρούσε ξαπλωμένος στο στρώμα, του και μοιράζοντας φλουριά στους φίλους του που άφηνε στο Αιτωλικό. Περνώντας απ' το σπίτι του Μαυροκορδάτου, άφησε τα παλικάρια, του να προχωρούν και μπήκε μόνος του μέσα.

Εκεί βρισκόταν ο Μαυροκορδάτος, οι κριτάδες, οπλαρχηγοί φίλοι του Μαυροκορδάτου
κι' ο Βουλπιώτης, ναι, ο χθεσινός προδότης, να τρων και να πίνουν μονιασμένοι. «Η τιμή αυτή έγινε εις, τoν Βουλπιώτη δια την τρίτη κατάθεσιν που έβγαλε από τη δυσκολία τον Mαυροκορδάτο», γράφει ο Kασoμούλης.

Ο Καραϊσκάκης δεν μπόρεσε να το κρατήσει:

-Φάγε, ορέ Boυλπιώτη, φάγε και συ μαζί με τον Πρίντζιπα, και με τους καπεταναίους για να θανατώσεις τον Kαραϊσκάκη. Κι' εσύ πρίντζιπα δεν ντρέπεσαι να έχεις στο τραπέζι σου έναν ψεύτη κι' έναν προδότη;
Κι' ύστερα λέει στους καπεταναίους:
-Αδελφοί Καπιταναίοι. Αν με καταδικάσατε δικαίως, ο Θεός να με το στείλει, (το βόλι) εις το κεφάλι ευθύς αυτού όπου βγαίνω. Kαι αν αδίκως, ογλήγορα, να σας το πέμψει εις το δικό σας κεφάλι.

Eις τον Διευθυντή είπε:
-Ε, ορέ Μαυροκορδάτε, εσύ την προδοσία μου με την έγραψες εις το χαρτί και εγώ ογλήγορα ελπίζω να σου την γράψω εις το μέτωπο σου, δια να φανεί ποίος είσαι! (Και κτύπησε το μέτωπο του με τα τέσσαρα δάκτυλα, -δείχνων τον Mαυροκορδάτον -
εδώ! λέγει. Έχετε υγείαν.
Τον αποκρίθηκαν:
- Έχε υγεία...

Η περίφημη αυτή σκηνή δείχνει όλο το μεγαλείο και την τόλμη του συκοφαντημένου ήρωα. Πελιδνό σουδάριο ο Mαυροκορδάτος, δεν τόλμησε ν’ ανoίξη το στόμα, για ν' απαντήσει. Οι άλλοι οπλαρχηγοί, οι δικαστές, που μόλις χθες κήρυξαν τον Kαραϊσκάκη προδότη και επίβουλο, σήμερα του ευχήθηκαν κατευόδιο. Οι ίδιοι αυτοί, λίγους μήνες αργότερα, θα τον αναγνωρίσουν αρχηγό, θα τεθούν στις διαταγές του, και θα τον κοιτούν στα μάτια για να τους προστάξει. Για να πετύχουν, όλοι μαζί, περίλαμπρες νίκες πoυ θα δοξάσουν και την Ελλάδα και τους ίδιoυς.