Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009


Τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος των ναρκωτικών

στην Ευρώπη

Εισαγωγή

Στην παρούσα σελίδα παρέχεται μια επισκόπηση των τρόπων αντιμετώπισης του προβλήματος των ναρκωτικών στην Ευρώπη και, όποτε είναι εφικτό, επισημαίνονται οι τάσεις, οι εξελίξεις και άλλα ζητήματα που αφορούν στην ποιότητα. Στη δέσμη μέτρων που εξετάζονται περιλαμβάνονται η πρόληψη, η θεραπεία, η μείωση των επιβλαβών συνεπειών και η κοινωνική επανένταξη που, συνολικά, αποτελούν ένα ολοκληρωμένο σύστημα για τη μείωση της ζήτησης. Στη σελίδα περιλαμβάνεται επίσης μια ανασκόπηση των διαθέσιμων στοιχείων σχετικά με τις ανάγκες των χρηστών ναρκωτικών που βρίσκονται στις φυλακές και τους υφιστάμενους τρόπους αντιμετώπισης στους συγκεκριμένους χώρους. Επιπλέον, εξετάζονται συνοπτικά οι μελλοντικές προκλήσεις αναφορικά με την παρακολούθηση σε ένα άλλο πεδίο της πολιτικής για τα ναρκωτικά, τη μείωση της προσφοράς ναρκωτικών.

Πρόληψη

Η πρόληψη των ναρκωτικών μπορεί να διαχωριστεί σε διάφορα επίπεδα ή στρατηγικές, από το περιβάλλον ως την ενδεδειγμένη πρόληψη, που στην ιδανική περίπτωση δεν έχουν ανταγωνιστική, αλλά συμπληρωματική σχέση. Η ακόλουθη περιγραφή της τρέχουσας κατάστασης και των τάσεων που επικρατούν στην Ευρώπη βασίζεται αφενός σε ποιοτικά στοιχεία σχετικά με την παροχή καθολικής και επικεντρωμένης πρόληψης τα οποία αναφέρθηκαν στο ΕΚΠΝΤ το 2007 (17) και αφετέρου σε βιβλιογραφία σχετικά με την επικεντρωμένη πρόληψη (ΕΚΠΝΥ, 2008στ).

Καθολική πρόληψη

Διάγραμμα 3: Οι συχνότεροι τύποι παρεμβάσεων στην καθολική πρόβλεψη στα σχολεία

fig3-el.gif

Τα τελευταία χρόνια, οι στόχοι της καθολικής πρόληψης των ναρκωτικών στα σχολεία στην Ευρώπη φαίνεται ότι στρέφονται σε διαφορετική κατεύθυνση. Το 2007, ο συχνότερα αναφερόμενος στόχος των δραστηριοτήτων πρόληψης ήταν η ανάπτυξη δεξιοτήτων ζωής (12 εκ των 28 χωρών που υπέβαλαν εκθέσεις), ενώ το 2004, οι μισές χώρες (13/26) ανέφεραν ως κύριο στόχο την ευαισθητοποίηση και την παροχή πληροφοριών. Η διαμόρφωση προστατευτικού σχολικού περιβάλλοντος, μια μορφή διαρθρωτικής παρέμβασης, επίσης αναφέρθηκε συχνότερα ως βασικός στόχος το 2007 (έξι χώρες) σε σχέση με το 2004 (τέσσερις χώρες). Οι αλλαγές στους αναφερόμενους στόχους μπορεί να αντανακλούν την υιοθέτηση μιας περισσότερο ορθολογικής και στοιχειοθετημένης προσέγγισης, όμως υπάρχει ασάφεια ως προς τον βαθμό στον οποίο η εν λόγω αλλαγή στους στόχους αντανακλά την πραγματική παροχή.

Στις σχολικές παρεμβάσεις που αναφέρθηκαν από τον μεγαλύτερο αριθμό χωρών συγκαταλέγονται εκδηλώσεις για γονείς και στρατηγικές με αποκλειστικό στόχο την παροχή πληροφοριών (ημέρες ενημέρωσης, επισκέψεις εμπειρογνωμόνων ή αξιωματικών της αστυνομίας σε σχολεία) (Διάγραμμα 3). Η αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων αυτών παραμένει ασαφής. Αντιθέτως, παρεμβάσεις με ισχυρότερη αποδεικτική βάση αναφέρονται σε ελάχιστες μόνο χώρες. Στις παρεμβάσεις αυτές περιλαμβάνονται τυποποιημένα προγράμματα, προγράμματα μεταξύ συνομηλίκων ή παρεμβάσεις ειδικά σχεδιασμένες για αγόρια• όλα αυτά θέτουν ως στόχο τη βελτίωση των επικοινωνιακών δεξιοτήτων, την ενίσχυση των ικανοτήτων διαχείρισης συγκρούσεων, του στρες και της απογοήτευσης ή τη διόρθωση εσφαλμένων κανονιστικών αντιλήψεων σχετικά με τη χρήση των ναρκωτικών. Η γενική επικράτηση παρεμβάσεων με ανύπαρκτη ή αδύναμη αποδεικτική βάση ενδεχομένως να οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν λιγότερες απαιτήσεις σε πόρους και σε κατάρτιση του προσωπικού.

Βελτίωση στην παρακολούθηση της μείωσης προσφοράς ναρκωτικών

Η μείωση της προσφοράς ναρκωτικών μπορεί να οριστεί ως η συμπερίληψη όλων των δραστηριοτήτων που στοχεύουν στην αποτροπή της πρόσβασης των χρηστών στα παράνομα ναρκωτικά. Οι δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνουν μέσα όπως διεθνείς διασκέψεις, νομοθεσία και πολιτικές σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο καθώς και δράσεις που καλύπτουν διάφορες διαδικασίες και παράγοντες που εμπλέκονται στην παραγωγή και την διακίνηση των παράνομων ναρκωτικών καθώς και στην εκτροπή ή παράνομη παραγωγή νόμιμων ουσιών (φαρμάκων, πρόδρομων χημικών ουσιών) για παράνομους σκοπούς και στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που σχετίζονται με τα ναρκωτικά. Οι δραστηριότητες επιβολής του νόμου, οι πρωτοβουλίες εναλλακτικής ανάπτυξης και τα σχέδια που στοχεύουν στην πρόληψη της εγκληματικότητας που συνδέεται με τα ναρκωτικά συμβάλλουν στη μείωση της προσφοράς παράνομων ναρκωτικών. Η παρακολούθηση και η ανάλυση αποτελούν σημαντικό παράγοντα υποστήριξης των εν λόγω δραστηριοτήτων και της αξιολόγησής τους και το ίδιο ισχύει και για τη μείωση της ζήτησης ναρκωτικών

Οι ασκήσεις συλλογής νεώτερων στοιχείων στο πλαίσιο των ετήσιων εκθέσεων προόδου του σχεδίου δράσης της ΕΕ για τα ναρκωτικά και τηςεπισκόπησης της UNGASS αποκάλυψαν μια ανάμεικτη εικόνα όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των στοιχείων ανταπόκρισης στον τομέα μείωσης της προσφοράς . Οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τα διεθνή σχέδια είναι συνήθως επαρκώς τεκμηριωμένες, ενώ όσον αφορά τα στοιχεία των δραστηριοτήτων σε εθνικό επίπεδο η πρόσβαση σε αυτά και η σύγκρισή τους είναι συχνά δύσκολη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ηEurostat, η Ευρωπόλ και το ΕΚΠΝΤ εργάζονται για τη βελτίωση της κατάστασης αυτής στο πλαίσιο του επόμενου σχεδίου δράσης της ΕΕ για τα ναρκωτικά (2009–12). Πρόκειται να αναθεωρηθούν τα υφιστάμενα εννοιολογικά πλαίσια και τα πληροφοριακά συστήματα καθώς και οι πιθανές πηγές πληροφόρησης για την παρακολούθηση και την ανάλυση των δραστηριοτήτων μείωσης της προσφοράς στα κράτη μέλη. Υπάρχει επίσης ανάγκη καλύτερης κατανόησης των αγορών ναρκωτικών, συγκεκριμένα των ρυθμίσεων προσφοράς και διανομής, τόσο στην οικονομική όσο και την κοινωνική τους διάσταση. Δύο μελέτες χρηματοδοτούμενες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ερευνήσουν τα συστήματα και τις πηγές πληροφόρησης για τη μείωση της προσφοράς ναρκωτικών και τις διεθνείς αγορές ναρκωτικών.

Στα σχολεία, εκτός από δραστηριότητες που θέτουν στο στόχαστρο συγκεκριμένα τη χρήση ναρκωτικών, πραγματοποιούνται επίσης και διαρθρωτικές παρεμβάσεις. Οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις επιδιώκουν να ασκήσουν επιρροή στις επιλογές των νέων σχετικά με τη χρήση ναρκωτικών μέσα από τη δημιουργία προστατευτικών και κανονιστικών κοινωνικών περιβαλλόντων (Toumbourou κ.ά., 2007). Η προσέγγιση αυτή συνάδει με τις συνολικές πολιτικές για την πρόληψη που τείνουν να υιοθετούν ολοένα αυστηρότερους κανονισμούς για τον καπνό και το αλκοόλ στα σχολεία. Στο πλαίσιο αυτό, είκοσι χώρες αναφέρουν ολική απαγόρευση του καπνίσματος σε όλα τα σχολεία, ενώ 18 χώρες αναφέρουν πλήρη ή εκτεταμένη παροχή (18) πολιτικών για τα ναρκωτικά στα σχολεία. Ιδιαίτερα τα κράτη μέλη της κεντρικής και της δυτικής Ευρώπης αναφέρουν ότι έχουν υλοποιήσει διαρθρωτικές παρεμβάσεις με στόχο τον περιορισμό της χρήσης καπνού και αλκοόλ στα σχολεία. Τα εν λόγω μέτρα πρόληψης μπορεί επίσης να συνοδεύονται από άλλα διαρθρωτικά μέτρα, όπως ο καλύτερος σχεδιασμός των σχολικών κτιρίων και της σχολικής ζωής.

Μία ακόμη ευρέως χρησιμοποιούμενη προσέγγιση πρόληψης είναι η πρόληψη στην οικογένεια. Έντεκα χώρες ανέφεραν την πλήρη ή την εκτεταμένη παροχή οικογενειακών συναντήσεων και βραδιών. Όπως και η σχολική πρόληψη, η πρόληψη στην οικογένεια φαίνεται ότι επικεντρώνεται κατά κύριο λόγο στην παροχή πληροφοριών. Εντατικά προγράμματα καθοδήγησης και επιμόρφωσης για οικογένειες, μια προσέγγιση που έχει αποδεδειγμένη και συνεπή αποτελεσματικότητα σύμφωνα με πολλές μελέτες (Petrie κ.ά., 2007), παρέχονται σε περιορισμένη βάση, με τα υψηλότερα επίπεδα παροχής να αναφέρονται από επτά μόνο χώρες.

Επικεντρωμένη πρόληψη

Η επικεντρωμένη πρόληψη διέπεται από κοινωνικούς και δημογραφικούς δείκτες, όπως η ανεργία, η νεανική εγκληματικότητα ή τα ποσοστά συστηματικών απουσιών από το σχολείο. Αυτού του είδους η πρόληψη περιλαμβάνει παρεμβάσεις σε ειδικές ομάδες, οικογένειες ή και ολόκληρες κοινότητες που περιλαμβάνουν άτομα τα οποία, λόγω έλλειψης κοινωνικών δεσμών και πόρων, ενδέχεται να είναι πιο επιρρεπή στη χρήση ναρκωτικών ή στην εξάρτηση.

Δεκατρείς χώρες αναφέρουν ότι το μεγαλύτερος μέρος των προγραμμάτων πρόληψης στην οικογένεια που εφαρμόζουν εμπίπτει στο πεδίο της επικεντρωμένης πρόληψης. Εντούτοις, οι σημαντικές συνθήκες κινδύνου στις οικογένειες σπανίως αντιμετωπίζονται στην Ευρώπη. Από τις 30 χώρες που υπέβαλαν έκθεση, μόνο οι επτά αναφέρουν πλήρη ή εκτεταμένη παροχή παρεμβάσεων για τη χρήση ουσιών στις οικογένειες, ενώ πέντε χώρες αναφέρουν ότι παρέχουν παρεμβάσεις για οικογενειακές συγκρούσεις και παραμέληση. Επιπλέον, τέσσερις χώρες ανέφεραν μία από τις ακόλουθες κατηγορίες παρεμβάσεων: αντιμετώπιση κοινωνικών μειονεκτημάτων (λ.χ. ανεργία), συνδρομή για προβλήματα ποινικής δικαιοσύνης ή παροχή βοήθειας σε περιθωριοποιημένες οικογένειες που προέρχονται από εθνοτικές μειονότητες. Επιπροσθέτως, μόλις τρεις χώρες μεριμνούν για τις ανάγκες οικογενειών που αντιμετωπίζουν προβλήματα διανοητικής υγείας.

Επίσης, παρά την αυξανόμενη πολιτική σημασία τους, σπάνια αναφέρονται οι συνθήκες κινδύνου για ευάλωτες ομάδες νέων, όπως ανήλικοι παραβάτες, άστεγοι, μαθητές που απουσιάζουν συστηματικά από το σχολείο, νέοι που προέρχονται από μειονεκτούσες ομάδες ή μειονότητες. Από το 2004 και μετά, ολοένα μεγαλύτερος αριθμός πολιτικών για τα ναρκωτικά θέτουν τις συνθήκες αυτές ως πρωταρχικό στόχο για τις παρεμβάσεις πρόληψης, όμως το αναφερόμενο επίπεδο παροχής παρεμβάσεων δεν έχει αυξηθεί την περίοδο αυτή. Αναλυτικότερα στοιχεία παρουσιάζονται στο επιλεγμένο θέμα για το 2008 σχετικά με τους ευάλωτους νέους.

Ενδεδειγμένη πρόληψη

Η ενδεδειγμένη πρόληψη αποσκοπεί στον προσδιορισμό ατόμων με συμπεριφορικά ή ψυχολογικά προβλήματα τα οποία ενδέχεται να είναι ενδεικτικά ενδεχόμενης προβληματικής χρήσης ουσιών σε μεταγενέστερο στάδιο της ζωής τους, και στην εξατομικευμένη στόχευσή τους με ειδικές παρεμβάσεις. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν άτομα που έχουν εγκαταλείψει πρόωρα το σχολείο, καθώς και άτομα που παρουσιάζουν ψυχιατρικές διαταραχές, αντικοινωνική συμπεριφορά ή αρχικές ενδείξεις χρήσης ναρκωτικών. Μια έκθεση που δημοσίευσε πρόσφατα το ΕΚΠΝΤ(2008στ) παρουσιάζει μακροχρόνιες μελέτες που προσδιορίζουν προβληματικές πορείες, νευροσυμπεριφορικές μελέτες και αύξηση των γνώσεων σχετικά με την πλαστικότητα του εγκεφάλου και τον ρόλο των νευροδιαβιβαστών, ενώ υπογραμμίζει τα ευρήματα παρεμβάσεων που έχουν αναφερθεί από κράτη μέλη.

Νέοι προερχόμενοι από συγκεκριμένες ομάδες κινδυνεύουν με κοινωνικό αποκλεισμό και το γεγονός αυτό μπορεί να συνδέεται με αυξημένες πιθανότητες να κάνουν χρήση ναρκωτικών και να αναπτύξουν προβλήματα που σχετίζονται με τη χρήση ναρκωτικών. Με την ανάπτυξη στοχευμένων παρεμβάσεων, ειδικά σχεδιασμένων για τον περιορισμό της χρήσης ναρκωτικών και των επιβλαβών συνεπειών τους σε συγκεκριμένες ομάδες, μπορεί να αυξηθεί η δυνατότητα ικανοποίησης των αναγκών αυτών των ομάδων και ταυτόχρονα η πιθανότητα επιτυχούς έκβασης της παρέμβασης.

Το παρόν επιλεγμένο θέμα παρέχει εκτενείς πληροφορίες σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου και τα χαρακτηριστικά που συνθέτουν τον ευάλωτο χαρακτήρα συγκεκριμένων ομάδων και εξετάζει τη χρήση ναρκωτικών και τα προβλήματα σε σχέση με τα ναρκωτικά που αντιμετωπίζουν οι ομάδες αυτές. Ερευνά επίσης τις επιπτώσεις του ευάλωτου χαρακτήρα λόγω συστηματικών απουσιών από το σχολείο, σχολικής αποτυχίας, κοινωνικών μειονεκτημάτων, οικογενειακών προβλημάτων και εγκληματικότητας. Εξετάζονται επίσης συγκεκριμένες απαντήσεις σε ό,τι αφορά τη χρήση ναρκωτικών και τα προβλήματα που σχετίζονται με αυτή στις διάφορες ευάλωτες ομάδες, περιλαμβανομένης της νομοθεσίας, της πρόληψης και της θεραπείας.

Παιδιά με συμπεριφορικές διαταραχές, όπως η συνύπαρξη της ελλειμματικής προσοχής (υπερδραστηριότητα) και της διαταραχής της διαγωγής, διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν προβλήματα που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών. Η έγκαιρη παρέμβαση σε περιπτώσεις παιδιών με συμπεριφορικές διαταραχές απαιτεί τη στενή συνεργασία μεταξύ ιατρικών, κοινωνικών φορέων και υπηρεσιών υποστήριξης των νέων. Για παράδειγμα, το γερμανικό «σύστημα θεραπείας πολλαπλών επιπέδων», παρέχει έναν συνδυασμό συμβουλευτικής για γονείς και φροντιστές• παράλληλη ιατρική, ψυχοθεραπευτική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη• και εκπαιδευτική υποστήριξη στο νηπιαγωγείο ή το σχολείο. Η ιρλανδική προσέγγιση στη στοχευμένη εκπαίδευση και στην ψυχολογική συμβουλευτική για νέους, ιδιαίτερα δε για την πρόληψη αναπτυξιακών προβλημάτων σε σχολεία, σε εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις και στην οικογένεια, κατέληξε σε συνολικά θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης. Στις Κάτω Χώρες, μια μελέτη σχετικά με τις μακροπρόθεσμες προληπτικές επιπτώσεις της αντιμετώπισης ανάρμοστων συμπεριφορών σε παιδιά μέσης παιδικής ηλικίας (8–13 ετών) κατέδειξε ότι από τη συμπεριφορική θεραπεία (manualised) προέκυψαν σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα παρακολούθησης όσον αφορά το κάπνισμα και τη χρήση κάνναβης σε σχέση με τη συνήθη θεραπεία (Zonnevylle-Bender κ.ά., 2007).

Αποτελεσματικότητα και κίνδυνοι των παρεμβάσεων

Η χρήση ναρκωτικών μεταξύ παιδιών και σε οικογένειες εξακολουθεί να συνιστά το επίκεντρο της στοχευμένης πρόληψης στην Ευρώπη. Σύμφωνα με μεγάλο αριθμό μελετών σχετικά με τους κοινωνικούς και νευροσυμπεριφορικούς δείκτες πρόβλεψης της μετάβασης στη χρήση ουσιών, επιρροή στη χρήση ναρκωτικών μπορεί να ασκήσουν επίσης οι προσπάθειες πρόληψης που δεν σχετίζονται με τα ναρκωτικά. Τόσο η επικεντρωμένη όσο και η ενδεδειγμένη πρόληψη μπορούν να περιορίσουν την επίδραση ενός αρχικού μειονεκτήματος ανάπτυξης, τη μετάφρασή του σε κοινωνική περιθωριοποίηση και την επακόλουθη εξέλιξη προς την κατάχρηση ουσιών. Αρκετές ερευνητικές μελέτες καταδεικνύουν το γεγονός ότι οι παρεμβάσεις που παρέχονται κατά τα πρώτα χρόνια της σχολικής εκπαίδευσης και οι οποίες αποσκοπούν στη βελτίωση του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος και στη μείωση του κοινωνικού αποκλεισμού επίσης περιορίζουν τη μεταγενέστερη χρήση ουσιών (Toumbourou κ.ά., 2007).

Η πύλη βέλτιστης πρακτικής του ΕΚΠΝΤ

Φέτος το ΕΚΠΝΤ παρουσίασε το πρώτο δομοστοιχείο της διαδικτυακής πύλης βέλτιστης πρακτικής για παρεμβάσεις σχετικά με τα ναρκωτικά (πρόληψη, θεραπεία, μείωση επιβλαβών συνεπειών και κοινωνική επανένταξη). Η πύλη παρέχει μια επισκόπηση των πιο πρόσφατων στοιχείων για την αποτελεσματικότητα των διαφορετικών παρεμβάσεων με την παρουσίαση εργαλείων και προτύπων που στοχεύουν στη βελτίωση της ποιότητας των παρεμβάσεων καθώς και με την επισήμανση παραδειγμάτων αξιολογημένων πρακτικών από ολόκληρη την Ευρώπη. Απευθύνεται σε ιατρούς, φορείς χάραξης πολιτικών και ερευνητές στον τομέα των ναρκωτικών και διαθέτει ισχυρή εστίαση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Το πρώτο δομοστοιχείο της πύλης επικεντρώνεται στην καθολική πρόληψη, συγκεκριμένα στα στοιχεία αποτελεσματικότητας τα οποία βασίζονται σε διάφορες εκθέσεις που δημοσιεύτηκαν από το 2000 και έπειτα.

Η διαδικτυακή πύλη παρέχει πληροφορίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα των διαφόρων παρεμβάσεων, όμως θα πρέπει να σημειωθεί ότι η βάση στοιχείων παραμένει σε μερικές περιπτώσεις περιορισμένη και ότι η επιλογή μεταξύ των διαφορετικών παρεμβάσεων απαιτεί προσοχή. Επιπρόσθετα, παραμένει το ερώτημα πώς θα ανταπεξέλθουν ορισμένες παρεμβάσεις σε διαφορετικά περιβάλλοντα, ενώ οι ελεγχόμενες δοκιμές μετρούν την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων. Η νέα έκδοση της τράπεζας δεδομένων της EDDRA, η οποία διατίθεται στη διαδικτυακή πύλη, διαθέτει παραδείγματα αξιολογημένων παρεμβάσεων σε διαφορετικές χώρες και περιβάλλοντα και μπορεί να παρέχει επιπρόσθετη καθοδήγηση.

Η συνολική αποτελεσματικότητα της πρόληψης στα σχολεία έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση (Coggans, 2006• Gorman κ.ά., 2007). Ωστόσο, σύμφωνα με πρόσφατα συγγράμματα (19), αποτελεσματικές φαίνεται ότι είναι ορισμένες συνιστώσες της πρόληψης στα σχολεία, όπως η επικέντρωση σε κανονιστικές αντιλήψεις και σε δεξιότητες της ζωής. Επί παραδείγματι, από τη μελέτη EU-Dap, μια ευρωπαϊκή τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή, που συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για την ανάπτυξη και την αξιολόγηση προγραμμάτων πρόληψης στα σχολεία αναφέρθηκαν θετικά αποτελέσματα (20). Από μια μελέτη παρακολούθησης προέκυψε ότι, δεκαπέντε μήνες μετά την παρέμβαση, η επιρροή του προγράμματος παρέμεινε σταθερή, ενώ παρατηρήθηκε μικρότερη συχνότητα περιστατικών μέθης και χρήσης κάνναβης μεταξύ των συμμετεχόντων. Το πρόγραμμα «Unplugged» που χρησιμοποιήθηκε στη δοκιμή έθεσε υπό αμφισβήτηση πρότυπα σχετικά με την αποδοχή καθώς και αντιλήψεις σχετικά με την επικράτηση της χρήσης ναρκωτικών μεταξύ των νέων.

Εκτός από αποτελεσματική, η πρόληψη πρέπει να είναι και ασφαλής — οι ανεπιθύμητες συνέπειες πρέπει να διατηρούνται στο ελάχιστο δυνατόν. Συνεπώς, οι κίνδυνοι που απορρέουν από τυχόν αρνητικά αποτελέσματα θα πρέπει να εξετάζονται προσεχτικά κατά τον σχεδιασμό και την αξιολόγηση παρεμβάσεων. Τούτο είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την καθολική πρόληψη στα σχολεία, η οποία παρέχεται σε ευρύ και διαφοροποιημένο πληθυσμό-στόχο. Για παράδειγμα, η παροχή πληροφοριών που σχετίζονται αποκλειστικά με τις επιπτώσεις των ναρκωτικών, μια προσέγγιση που είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Ευρώπη, όχι μόνο είναι αναποτελεσματική, αλλά εγκυμονεί τον κίνδυνο πρόκλησης μη επιθυμητών επιπτώσεων (Werch και Owen, 2002). Το ίδιο ισχύει για τις εκστρατείες στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, οι οποίες ενέχουν τον κίνδυνο ενίσχυσης της ροπής προς τη χρήση ουσιών (21).

Ένας τρόπος προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα προγράμματα πρόληψης βασίζονται σε στοιχεία και ότι οι κίνδυνοι πρόκλησης μη επιθυμητών επιπτώσεων περιορίζονται είναι η ανάπτυξη προτύπων σχετικά με την παροχή και το περιεχόμενο των σχεδίων πρόληψης. Ο αριθμός των κρατών μελών που αναφέρουν πρότυπα για τον σχεδιασμό και την αξιολόγηση σχεδίων έχει αυξηθεί από τρία το 2004 σε εννέα για το 2007. Ορισμένα κράτη μέλη αναφέρουν ότι αναπτύσσουν διαδικασίες πιστοποίησης για την εγγύηση της ποιότητας των προγραμμάτων και για την αποτελεσματική χρήση πόρων από τους δημόσιους προϋπολογισμούς (Τσεχική Δημοκρατία, Ουγγαρία, Πολωνία, Πορτογαλία). Στην Τσεχική Δημοκρατία, για παράδειγμα, η πιστοποίηση των δραστηριοτήτων πρόληψης συνιστά προϋπόθεση για τη χορήγηση κονδυλίων από τον κρατικό προϋπολογισμό.

top of page

Θεραπεία

Στόχος της παρούσας ενότητας είναι να παρουσιάσει μια επισκόπηση της θεραπείας απεξάρτησης από τα ναρκωτικά στην Ευρώπη μέσα από την περιγραφή της οργάνωσης και της παροχής υπηρεσιών.

Οργάνωση

Γενικά, στα κράτη μέλη οι υπηρεσίες θεραπείας απεξάρτησης από τα ναρκωτικά παρέχονται κυρίως μέσω του δημόσιου τομέα, αν και οι μη κυβερνητικοί οργανισμοί (ΜΚΟ) μπορεί να διαδραματίζουν ισότιμο ρόλο (επτά κράτη μέλη) ή ακόμη και να συνιστούν τον βασικό φορέα παροχής υπηρεσιών θεραπείας (πέντε κράτη μέλη). Σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος των γενικών ιατρών, που σε ορισμένες χώρες αποτελούν τους βασικούς παροχείς θεραπειών υποκατάστασης. Σε ορισμένες χώρες μπορεί να συμμετέχει και ο ιδιωτικός τομέας, κυρίως σε ό,τι αφορά τα κέντρα εσωτερικής παραμονής. Ωστόσο, η χρηματοδότηση της θεραπείας απεξάρτησης από τα ναρκωτικά αντλείται κατά κύριο λόγο από το δημόσιο ταμείο ή συνδέεται με τις κοινωνικές ασφαλίσεις ή τις ασφαλίσεις υγείας.

Παροχή

Η θεραπεία απεξάρτησης από τα ναρκωτικά λαμβάνει χώρα σε ποικίλες εγκαταστάσεις, μεταξύ άλλων, κέντρα θεραπείας εξωτερικής και εσωτερικής παραμονής, κέντρα γενικής παθολογίας, υπηρεσίες άμεσης πρόσβασης και φυλακή. Τα κέντρα θεραπείας εξωτερικής παραμονής, περιλαμβανομένων των κέντρων γενικής παθολογίας, αντιστοιχούν στο μεγαλύτερο ποσοστό της θεραπείας απεξάρτησης από τα ναρκωτικά στην Ευρώπη, κυρίως επειδή η θεραπεία υποκατάστασης παρέχεται συνήθως στα κέντρα αυτά. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του δείκτη αίτησης θεραπείας, οι χρήστες ναρκωτικών που ξεκινούν θεραπεία σε κέντρα θεραπείας εξωτερικής παραμονής είναι, κατά μέσο όρο, 30 ετών περίπου και κυρίως άνδρες (22). Περίπου το ένα τρίτο εξ αυτών στρέφονται μόνοι τους σε θεραπεία, ποσοστό 22 % παραπέμπονται σε θεραπεία από το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, ποσοστό που τείνει να αυξάνεται τα τελευταία χρόνια, και το εναπομείναν ποσοστό παραπέμπεται μέσω κοινωνικών και υγειονομικών υπηρεσιών ή μέσω άτυπων δικτύων (23).

Το ήμισυ των ασθενών που ξεκινούν θεραπεία σε κέντρα θεραπείας εξωτερικής παραμονής ανέφερε κυρίως τη χρήση οπιοειδών, ενώ ποσοστό 21 % κατονόμασε την κάνναβη και 16 % την κοκαΐνη ως το κύριο ναρκωτικό του. Οι αυξήσεις στον αριθμό των ατόμων - ιδιαίτερα δε των ατόμων που ζητούν για πρώτη φορά θεραπεία απεξάρτησης (νέες αιτήσεις) - που παραπέμπονται σε θεραπεία για προβλήματα με μη οπιοειδή ναρκωτικά ενδέχεται να αντανακλούν βελτιώσεις στην παροχή θεραπειών για τους χρήστες κάνναβης και κοκαΐνης σε ορισμένα κράτη μέλη, καθώς και κάποια αύξηση του αριθμού των χρηστών που ζητούν θεραπεία για τα εν λόγω ναρκωτικά (βλ. Κάνναβη και Κοκαΐνη και κρακ). Ωστόσο, η συνολική διαθεσιμότητα υπηρεσιών που απευθύνονται στις ανάγκες των χρηστών μη οπιοειδών ναρκωτικών εξακολουθεί να είναι περιορισμένη.

Η θεραπεία απεξάρτησης σε εγκαταστάσεις εσωτερικής παραμονής λαμβάνει χώρα κυρίως σε θεραπευτικές κοινότητες, ψυχιατρεία και εξειδικευμένα τμήματα γενικών νοσοκομείων. Οι παρεχόμενες υπηρεσίες περιλαμβάνουν από βραχυπρόθεσμη απεξάρτηση έως μακροχρόνια ψυχιατρικά προγράμματα και προγράμματα θεραπείας απεξάρτησης που βασίζονται στην αποχή. Οι υπηρεσίες που παρέχονται σε κέντρα εσωτερικής παραμονής μπορεί να είναι ιδιαίτερα κατάλληλες για χρήστες ναρκωτικών με περίπλοκες ανάγκες θεραπείας λόγω συνοδών σωματικών προβλημάτων και προβλημάτων ψυχικής υγείας. Για τα άτομα σε κέντρα εσωτερικής παραμονής ισχύει, κατά μέσο όρο, ό,τι ισχύει για εκείνα σε κέντρα εξωτερικής παραμονής: είναι ηλικίας περίπου 30 ετών, κυρίως άντρες και ξεκινούν θεραπεία απεξάρτησης από οπιοειδή κυρίως ναρκωτικά (24). Ωστόσο, το ποσοστό των άνεργων και χωρίς σταθερή στέγη χρηστών ναρκωτικών είναι υψηλότερο στα κέντρα εσωτερικής παραμονής σε σχέση με εκείνο των κέντρων εξωτερικής παραμονής, στις περισσότερες χώρες όπου είναι εφικτή η πραγματοποίηση σύγκρισης (25).

Χρήση οπιοειδών και ενέσιμη χρήση ναρκωτικώνΑνέκαθεν οι υπηρεσίες παροχής θεραπειών απεξάρτησης από τα ναρκωτικά ήταν οργανωμένες γύρω από τις ανάγκες των χρηστών οπιοειδών, οι οποίοι εξακολουθούν να συνιστούν την κυριότερη ομάδα χρηστών υπό θεραπεία. Στα περισσότερα κράτη μέλη, η θεραπεία υποκατάστασης που συνδυάζεται με ψυχοκοινωνική περίθαλψη συνιστά την επικρατέστερη επιλογή για τους χρήστες οπιοειδών. Με την εισαγωγή της θεραπείας με μεγάλη δόση βουπρενορφίνης στην Κύπρο το 2007, η θεραπεία υποκατάστασης είναι πλέον διαθέσιμη σε όλα τα κράτη μέλη, την Κροατία και τη Νορβηγία (26). Στην Τουρκία, η θεραπεία υποκατάστασης δεν έχει ακόμη θεσπιστεί, αν και επιτρέπεται δυνάμει ενός κανονισμού του 2004 σχετικά με τα θεραπευτικά κέντρα. Η βουπρενορφίνη είναι η δεύτερη συχνότερα συνταγογραφούμενη ουσία υποκατάστασης των οπιοειδών μετά τη μεθαδόνη, ενώ η χρήση της στη θεραπεία απεξάρτησης από τα οπιοειδή έχει αυξηθεί τα τελευταία έτη (βλ. ). Πλέον είναι διαθέσιμη ως θεραπευτική επιλογή σε όλα τα κράτη μέλη εκτός από τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία και την Πολωνία. Το 2006, εκτιμάται ότι 594 000 χρήστες οπιοειδών έλαβαν θεραπεία υποκατάστασης στην Ευρώπη, ενώ οι 16 εκ των 22 χωρών που παρείχαν δεδομένα ανέφεραν αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

αρχή της σελίδας

Μείωση των επιβλαβών συνεπειών

Νέα ναρκωτικά και αναδυόμενες τάσειςΗ πρόληψη και ο περιορισμός των επιβλαβών συνεπειών των ναρκωτικών αποτελεί στόχο δημόσιας υγείας σε όλες τις στρατηγικές και τα σχέδια δράσης των κρατών μελών και της ΕΕ που σχετίζονται με τα ναρκωτικά (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2007α). Οι κύριες παρεμβάσεις στον τομέα είναι η θεραπεία υποκατάστασης οπιοειδών και τα προγράμματα ανταλλαγής βελονών και συρίγγων, τα οποία θέτουν στο στόχαστρο τους θανάτους από υπερβολική δόση και τη διάδοση των λοιμωδών νοσημάτων. Τα εν λόγω μέτρα αναφέρεται ότι παρέχονται σε όλες τις χώρες εκτός από την Τουρκία (βλ. επίσης Χρήση οπιοειδών και ενέσιμη χρήση ναρκωτικών και) και, παρά τις σημαντικές διαφορές που εντοπίζονται τόσο στο εύρος όσο και στα επίπεδα παροχής υπηρεσιών, στην Ευρώπη υπάρχει μια γενική τάση ανάπτυξης και παγίωσης όσον αφορά τα μέτρα μείωσης των επιβλαβών συνεπειών.

Επιπλέον, οι περισσότερες χώρες παρέχουν μεγάλο εύρος υγειονομικών και κοινωνικών υπηρεσιών στο πλαίσιο φορέων άμεσης πρόσβασης. Ωστόσο, ορισμένες χώρες αναφέρουν ότι η υλοποίηση μέτρων για τη μείωση των επιβλαβών συνεπειών καθυστερεί λόγω έλλειψης πολιτικής υποστήριξης. Στην Ελλάδα, η επέκταση των υπηρεσιών άμεσης πρόσβασης και των θεραπειών υποκατάστασης καθυστερεί• τα προγράμματα ανταλλαγής βελονών και συρίγγων στη Ρουμανία και την Πολωνία περιορίστηκαν το 2006, κατόπιν διακοπής της εξωτερικής χρηματοδότησης• το μοναδικό πρόγραμμα ανταλλαγής βελονών και συρίγγων στην Κύπρο δεν έχει εγκριθεί επισήμως. Στην Ουγγαρία, όπου παρατηρείται αύξηση των προγραμμάτων ανταλλαγής βελονών και συρίγγων και των έργων εκτός δομών, μια μελέτη που διενεργήθηκε μεταξύ του πληθυσμού εκτός θεραπείας υποδεικνύει ότι η παροχή εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής και ότι εξακολουθούν να ορθώνονται υψηλά εμπόδια πρόσβασης.

Εξαιτίας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των κρατών της Βαλτικής και της Ρουμανίας όσον αφορά το HIV/AIDS, η διεθνής χρηματοδότηση εξακολουθεί να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στις χώρες αυτές. Χρηματοδοτική υποστήριξη για δραστηριότητες μείωσης των επιβλαβών συνεπειών παρέχεται από το «Πρόγραμμα για την καταπολέμηση του AIDS, της ελονοσίας και της φυματίωσης» του Παγκόσμιου Ταμείου, ενώ στην Εσθονία, τη Λιθουανία και τη Λεττονία, το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και την Εγκληματικότητα (UNODC) ξεκίνησε πρόσφατα το σχέδιο «πρόληψη και πρόνοια για το HIV/AIDS μεταξύ των χρηστών ενέσιμων ναρκωτικών και σε σωφρονιστικά καταστήματα».

Τέλος, ορισμένα κράτη μέλη εξέτασαν πρόσφατα τις επιπτώσεις που έχει η εισαγωγή παρεμβάσεων στον περιορισμό των επιβλαβών συνεπειών. Στη Γαλλία, η μείωση των ποσοστών θνησιμότητας μεταξύ χρηστών ναρκωτικών που παρατηρήθηκε συνέπεσε με την εισαγωγή τριπλών αντιικών θεραπειών, με την ανάπτυξη μιας πολιτικής για τη μείωση των επιβλαβών συνεπειών και με τη διαθεσιμότητα θεραπειών υποκατάστασης με οπιοειδή• στην Ισπανία, ο φθίνων αριθμός των χρηστών ενέσιμων ναρκωτικών, σε συνδυασμό με την εύκολη πρόσβαση σε θεραπεία συντήρησης με μεθαδόνη, συσχετίστηκε με τη μείωση των λοιμωδών νοσημάτων και των θανάτων που σχετίζονται με τα ναρκωτικά μεταξύ των χρηστών ναρκωτικών (De la Fuente κ.ά., 2006)• τέλος, στην Πορτογαλία, τα διαθέσιμα δεδομένα υποδεικνύουν σταθεροποίηση των λοιμωδών νοσημάτων, γεγονός που μπορεί να αποδοθεί, εν μέρει, στην αυξημένη διαθεσιμότητα μέσων μείωσης των επιβλαβών συνεπειών και θεραπείας.

αρχή της σελίδας

Κοινωνική επανένταξη

Οι χρήστες ναρκωτικών υπό θεραπεία αναφέρουν συχνά υψηλά επίπεδα ανεργίας και έλλειψης στέγης. Το μειονέκτημα αυτό τείνει να είναι περισσότερο διαδεδομένο μεταξύ συγκεκριμένων ομάδων χρηστών, ιδιαίτερα δε σε γυναίκες, χρήστες ηρωίνης και κρακ, σε άτομα που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητας και άτομα με συνοδά ψυχιατρικά προβλήματα.

Η κοινωνική επανένταξη αναγνωρίζεται ως θεμελιώδης συνιστώσα των ολοκληρωμένων στρατηγικών για τα ναρκωτικά και μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της χρήσης ναρκωτικών και σε διάφορες εγκαταστάσεις. Οι στόχοι των παρεμβάσεων κοινωνικής επανένταξης μπορούν να επιτευχθούν μέσα από την ανάπτυξη ικανοτήτων, την ενίσχυση των κοινωνικών δεξιοτήτων, μέσα από μέτρα για τη διευκόλυνση και την προώθηση της απασχόλησης και την απόκτηση στέγης ή τη βελτίωση ζητημάτων στέγασης. Στην πράξη, οι υπηρεσίες επανένταξης μπορούν να παρέχουν επαγγελματικές συμβουλές, θέσεις εργασίας και υποστήριξη σε θέματα στέγασης, ενώ οι παρεμβάσεις εντός των φυλακών μπορούν να συνδέουν τροφίμους φυλακών με υπηρεσίες στέγασης και κοινωνικής στήριξης σε επίπεδο τοπικής κοινωνίας, ενόψει της αποφυλάκισής τους.

Η έλλειψη στέγης, σε συνδυασμό με την έλλειψη σταθερής στέγης, συνιστούν μια από τις σοβαρότερες μορφές κοινωνικού αποκλεισμού που αντιμετωπίζουν οι χρήστες ναρκωτικών και η οποία αφορούσε ποσοστό περίπου 10 % των χρηστών ναρκωτικών που ξεκίνησαν θεραπεία το 2006 (27). Παρόλο που σε πολλές χώρες παρέχεται υποστήριξη για θέματα στέγασης σε άτομα υπό θεραπεία απεξάρτησης, δεν παύουν να υπάρχουν ελλείψεις, ενώ δύο χώρες αναφέρουν ότι είναι δύσκολο για τους χρήστες ναρκωτικών να αποκτήσουν πρόσβαση σε γενικές υπηρεσίες για αστέγους οι οποίες χρησιμοποιούνται κατά παράδοση από χρήστες αλκοόλ (Ιρλανδία, Ιταλία). Νέα μέτρα τα οποία μπορούν να συμβάλουν στην ικανοποίηση των αναγκών στέγασης των χρηστών ναρκωτικών αναλαμβάνονται σε τρεις χώρες (Βέλγιο, Δανία, Κάτω Χώρες), οι οποίες αναφέρουν ότι οι εγκαταστάσεις για άστεγους μακροχρόνιους ναρκομανείς οργανώνονται σε κεντρικό επίπεδο και ότι ιδρύονται εξειδικευμένα ιδρύματα μέριμνας για χρήστες ναρκωτικών με προβλήματα συμπεριφοράς ή συννοσηρότητα.

Η παροχή συνδρομής για την ανεύρεση εργασίας σε άτομα υπό θεραπεία απεξάρτησης είναι βασικό στοιχείο της κοινωνικής επανένταξης, καθώς ένα στα δύο άτομα που ξεκινούν θεραπεία είναι άνεργο (28). Μεταξύ των νέων προσεγγίσεων για τη συνδρομή στην εύρεση και διατήρηση θέσεων απασχόλησης για τις οποίες αναφέρονται επιτυχή αποτελέσματα περιλαμβάνονται οι εξής: «προγράμματα συμβουλευτικής υποστήριξης», επιδοτούμενες θέσεις εργασίας (από το 2006 παρέχονται και στη Λιθουανία) και ειδική υποστήριξη εργοδοτών και εργαζομένων, όπως πραγματοποιείται στο σχέδιο «Ready for work» στην Ιρλανδία, ή διάφορες «υπηρεσίες εργασίας και κοινωνικές υπηρεσίες» στην Τσεχική Δημοκρατία.

αρχή της σελίδας

Υγειονομικά και κοινωνικά μέτρα στις φυλακές

Οι φυλακές συνιστούν σημαντικό χώρο παροχής υγειονομικών και κοινωνικών παρεμβάσεων σε χρήστες ναρκωτικών. Στην παρούσα ενότητα, εξετάζονται στοιχεία σχετικά με τη χρήση και τους χρήστες ναρκωτικών στα ευρωπαϊκά σωφρονιστικά καταστήματα, πρόσφατες πληροφορίες σχετικά με την παροχή υπηρεσιών σε φυλακισμένους χρήστες ναρκωτικών καθώς και νέοι νόμοι σχετικά με τη θεραπεία απεξάρτησης από τα ναρκωτικά στις φυλακές.

Χρήση ναρκωτικών

Στα στοιχεία που προέρχονται από μεγάλο φάσμα μελετών οι χρήστες ναρκωτικών στις ευρωπαϊκές φυλακές εξακολουθούν να υπερεκπροσωπούνται σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Σύμφωνα με μελέτες που διεξήχθησαν μεταξύ του 2001 και του 2006, το ποσοστό των φυλακισμένων (29) οι οποίοι αναφέρουν ότι έχουν χρησιμοποιήσει κάποια παράνομη ναρκωτική ουσία ποικίλλει σημαντικά μεταξύ πληθυσμών φυλακών, κέντρων κράτησης και χωρών, από ένα τρίτο ή και λιγότερο (Βουλγαρία, Ουγγαρία, Ρουμανία) έως και περισσότερο από 50 % στις περισσότερες μελέτες και έως και 84 % σε γυναικείες φυλακές στην Αγγλία και την Ουαλία. Η κάνναβη εξακολουθεί να είναι το παράνομο ναρκωτικό που αναφέρεται συχνότερα από τους φυλακισμένους, με ποσοστό επικράτησης της χρήσης σε ολόκληρη τη ζωή έως και 78 %. Παρά το γεγονός ότι οι εκτιμήσεις για τη χρήση άλλων ουσιών σε ολόκληρη τη ζωή μπορεί να είναι ιδιαίτερα χαμηλές σε ορισμένες φυλακές (μόλις 1 %), ορισμένες μελέτες αναφέρουν ποσοστά επικράτησης της χρήσης σε ολόκληρη τη ζωή 50–60 % για την ηρωίνη, τις αμφεταμίνες ή την κοκαΐνη μεταξύ των φυλακισμένων (30). Οι πλέον επιβλαβείς μορφές χρήσης ναρκωτικών εντοπίζονται επίσης μεταξύ των φυλακισμένων, ενώ, σύμφωνα με ορισμένες μελέτες, περισσότεροι από το ένα τρίτο εξ όσων ερευνήθηκαν έχουν κάνει χρήση ενέσιμων ναρκωτικών (31).

Πρόσφατη νομοθεσία σχετικά με τη θεραπεία απεξάρτησης στις φυλακές

Το 2006 και στις αρχές του 2007, έξι χώρες αναθεώρησαν τα νομικά πλαίσια και τις κατευθυντήριες γραμμές τους που αφορούσαν τα δικαιώματα των κρατουμένων στην απεξάρτηση.

Στο Βέλγιο, μια οδηγία του 2006 του υπουργού Δικαιοσύνης ορίζει ότι οι τρόφιμοι δικαιούνται το ίδιο εύρος επιλογών θεραπείας με το εύρος επιλογών που διατίθεται εκτός φυλακής. Εν τω μεταξύ, στην Ιρλανδία, οι νέες κατευθυντήριες γραμμές των σωφρονιστικών υπηρεσιών δίνουν έμφαση στο πρότυπο υγειονομικής περίθαλψης το οποίο θα πρέπει να είναι συγκρίσιμο με τα διαθέσιμα πρότυπα της κοινότητας, ενώ θα είναι κατάλληλο για το σωφρονιστικό περιβάλλον.

Στη Δανία, μια τροποποίηση της νομοθεσίας από τον Ιανουάριο του 2007 δίνει στους κρατούμενους χρήστες ναρκωτικών το δικαίωμα της δωρεάν απεξάρτησής τους. Η νομοθεσία ορίζει σαφώς ότι η θεραπεία θα πρέπει κανονικά να ξεκινά εντός 14 ημερών από την αίτηση του κρατουμένου στην υπηρεσία σωφρονισμού και επιτήρησης της Δανίας. Εντούτοις, ο κρατούμενος δεν έχει το δικαίωμα αυτό, εάν αναμένεται να αποφυλακιστεί εντός τριών μηνών ή θεωρείται ακατάλληλος ή στερείται κινήτρων για τη θεραπεία.

Στη Ρουμανία, μια νέα νομική βάση για την καθιέρωση θεραπείας υποκατάστασης σε φυλακές θεσπίστηκε τον Μάιο του 2006 από την κοινή υπουργική απόφαση των υπουργών Δικαιοσύνης, Δημόσιας Υγείας και Διοίκησης και Εσωτερικών Υποθέσεων σχετικά με τη συνέχιση των ολοκληρωμένων προγραμμάτων ιατρικής, ψυχολογικής και κοινωνικής υποστήριξης για τους κρατουμένους.

Στη Νορβηγία, μια εγκύκλιος του 2006 του Υπουργείου Δικαιοσύνης και του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικών Υποθέσεων ενδυνάμωσε τη συνεργασία μεταξύ των δύο τομέων που στόχευε στην παροχή καλύτερης παρακολούθησης κατά τη διάρκεια και μετά την έκτιση των ποινών. Στη Σλοβακία ειδικότερα ένας νόμος του 2006 επέτρεψε την παροχή ψυχολογικών υπηρεσιών σε προφυλακισμένους χρήστες, οι οποίοι υποφέρουν από συμπτώματα στέρησης. Στόχος του νόμου αυτού είναι η παροχή υπηρεσιών τέτοιου είδους στους χρήστες τη στιγμή που τις χρειάζονται περισσότερο, τη στιγμή της επιβαλλόμενης αποτοξίνωσης αμέσως μετά τον εγκλεισμό τους. Θέσπισε επίσης ένα νομοθετικό πλαίσιο για την υποστήριξη των υφιστάμενων ειδικών μονάδων απεξάρτησης για τους καταδικασθέντες χρήστες.

Τόσο οι εμπειρογνώμονες σε θέματα φυλακών όσο και οι αρμόδιοι για τη χάραξη πολιτικής αναγνωρίζουν το γεγονός ότι τα ναρκωτικά διεισδύουν στις περισσότερες φυλακές, παρά τα όσα μέτρα λαμβάνονται για τη μείωση της προσφοράς ναρκωτικών. Οι μελέτες που διενεργήθηκαν κατά την περίοδο μεταξύ 2001 και 2006 στην Ευρώπη υποδεικνύουν ότι ποσοστό από 1 % έως 56 % των τροφίμων αναφέρουν ότι έχουν κάνει χρήση ναρκωτικών εντός της φυλακής, ενώ έως και ένα τρίτο των τροφίμων έχουν κάνουν χρήση ενέσιμων ναρκωτικών κατά την κράτησή τους (32). Το γεγονός αυτό γεννά ανησυχίες σχετικά με τις πιθανότητες διάδοσης λοιμωδών νοσημάτων, ιδιαίτερα όσον αφορά την κοινή χρήση των μέσων έγχυσης.

Λοιμώδη νοσήματα που συνδέονται με τα ναρκωτικά και θάνατοι που συνδέονται με τα ναρκωτικάΟ πληθυσμός των φυλακών στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπερβαίνει τα 607 000 (33) άτομα, ενώ εκτιμάται ότι υπάρχει ετήσια κίνηση 860 000 φυλακισμένων. Στις περισσότερες χώρες, το ποσοστό των φυλακισμένων που έχουν καταδικαστεί για αδικήματα περί τα ναρκωτικά κυμαίνεται από 10 έως 30 %. Βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, υπολογίζεται ότι περισσότερα από 400 000 άτομα που έκαναν παλαιότερα ή κάνουν σήμερα χρήση παράνομων ναρκωτικών περνούν από τις φυλακές της ΕΕ κάθε χρόνο. Μεταξύ αυτών, αξιοσημείωτος είναι ο αριθμός των προβληματικών χρηστών. Οι υγειονομικές ανάγκες του μεγάλου αυτού πληθυσμού των πρώην ή νυν χρηστών ναρκωτικών στις ευρωπαϊκές φυλακές προσδιορίζονται, έως έναν βαθμό, από προβλήματα υγείας που σχετίζονται με τη χρήση ναρκωτικών, κυρίως με λοιμώδη νοσήματα όπως οι ιοί της ηπατίτιδας Β και C και το HIV/AIDS (βλ. ).

Υγειονομική περίθαλψη

Στις περισσότερες χώρες, με την ευθύνη της υγειονομικής περίθαλψης στη φυλακή είναι επιφορτισμένο το υπουργείο δικαιοσύνης. Ωστόσο, η κατάσταση αλλάζει και, σε αυξανόμενο αριθμό ευρωπαϊκών χωρών, η αρμοδιότητα αυτή έχει μεταφερθεί στο σύστημα υγείας (Γαλλία, Ιταλία, Αγγλία και Ουαλία στο Ηνωμένο Βασίλειο, Νορβηγία). Στην Ισπανία, σε όλες τις φυλακές αναπτύσσονται ολοκληρωμένες υπηρεσίες που απευθύνονται σε χρήστες ναρκωτικών σύμφωνα με το σχέδιο δράσης της εθνικής στρατηγικής για τα ναρκωτικά (2000–08) και βάσει ενός πρωτοκόλλου συνεργασίας μεταξύ των υπουργείων υγείας και εσωτερικών, το οποίο υπεγράφη το 2005. Σε άλλες χώρες, προκειμένου να ικανοποιούνται οι ανάγκες του αυξανόμενου αριθμού των έγκλειστων χρηστών ναρκωτικών, οι φυλακές έχουν συνάψει συνεργασία με δημόσιες υπηρεσίες υγείας και ειδικευμένους μη κυβερνητικούς φορείς για τα ναρκωτικά σε επίπεδο κοινότητας.

Οι παρεμβάσεις με στόχο τους φυλακισμένους χρήστες ναρκωτικών έχουν επεκταθεί σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε σχέση με την κατάσταση πριν από πέντε χρόνια, περισσότερες χώρες αναφέρουν δραστηριότητες στους ακόλουθους τομείς: ενημέρωση σχετικά με τα ναρκωτικά και πρόληψη• δοκιμασία για λοιμώδη νοσήματα και εμβολιασμοί• θεραπεία απεξάρτησης από τα ναρκωτικά, περιλαμβανομένης της θεραπείας υποκατάστασης. Επιπλέον, οι παρεμβάσεις αυτές έχουν αρχίσει να διαδίδονται ευρύτερα εντός των χωρών. Θεραπεία υποκατάστασης στις φυλακές παρέχεται επισήμως σε όλες τις χώρες, με την εξαίρεση της Βουλγαρίας, της Εσθονίας, της Λεττονίας, της Λιθουανίας, της Κύπρου, της Σλοβακίας και της Τουρκίας, αν και, στις περισσότερες χώρες, η συνολική προσπελασιμότητα στη συγκεκριμένη θεραπευτική επιλογή είναι περιορισμένη. Επί του παρόντος, η Ισπανία είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που παρέχει ευρεία δέσμη μέτρων για τη μείωση των επιβλαβών συνεπειών στις φυλακές.

Το 2006, μόνο τέσσερα κράτη μέλη υπέβαλαν κοινωνικο-δημογραφικά στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με τα πρότυπα της χρήσης ναρκωτικών από φυλακισμένους που βρίσκονται υπό θεραπεία απεξάρτησης μέσω των εκάστοτε εθνικών συστημάτων παρακολούθησης των θεραπειών. Στη Γαλλία, την Κύπρο και τη Σλοβακία, ένα οπιοειδές, συνήθως η ηρωίνη, αναφέρεται συχνότερα ως το κύριο ναρκωτικό όσων ξεκινούν θεραπεία απεξάρτησης• στη Σουηδία, η αμφεταμίνη ως κύρια ουσία συνιστά τη σημαντικότερη αιτία της έναρξης θεραπείας στη φυλακή, κατάσταση που αντικατοπτρίζει ευρύτερα τα πρότυπα της προβληματικής χρήσης ναρκωτικών στη χώρα.