Τετάρτη 22 Ιουλίου 2009



" Μεταφυσική του Εθνικομπολσεβικισμού"
Aleksandr Dugin

Ο πιο εύστοχος και πλήρης ορισμός του εθνικομπολσεβικισμού θα είναι ο ακόλουθος: «Εθνικομπολσεβικισμός είναι μία υπέρ-ιδεολογία, κοινή για όλους τους εχθρούς της ανοικτής κοινωνίας». Δεν αποτελεί απλώς μία από τις εχθρικές προς μία τέτοια κοινωνία ιδεολογίες, αλλά είναι ακριβώς η πλήρης συνειδητή, ολική και φυσική αντίθεση. Ο εθνικομπολσεβικισμός είναι ένα είδος ιδεολογίας, η οποία έχει κτισθεί επί της πλήρους και ριζοσπαστικής αρνήσεως του ατόμου και του κεντρικού του ρόλου. Το Απόλυτο, στο όνομα του οποίου γίνεται η άρνηση του ατόμου, έχει, επίσης, την πλέον εκτεταμένη και κοινή λογική. Θα τολμούσαμε να πούμε ότι ο εθνικομπολσεβικισμός ταιριάζει σε κάθε εκδοχή του Απολύτου, σε κάθε νομιμοποίηση της απορρίψεως κάθε «ανοικτής κοινωνίας». Στον εθνικομπολσεβικισμό υπάρχει μία εμφανής τάση να συμπαντοποιηθεί το Απόλυτο με οποιοδήποτε κόστος, να προωθηθεί ένα τέτοιο είδος ιδεολογίας και ένα τέτοιο είδος φιλοσοφικού προγράμματος, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει την ενσωμάτωση όλων των διανοητικών μορφών εχθρικών απέναντι στην «ανοικτή κοινωνία», θέτοντές τες σε έναν κοινό παρανομαστή και ενοποιώντας τες σε ένα αρραγές σύνολο και πολιτικό μέτωπο.
Κατά την διάρκεια της ιστορίας, βεβαίως, οι διαφορετικές τάσεις, οι οποίες ήταν εχθρικές στην ανοικτή κοινωνία, ήταν και μεταξύ τους εχθρικές. Οι κομμουνιστές μετ’ αγανακτήσεως αρνούνταν την ομοιότητά τους με τους φασίστες και οι συντηρητικοί απέρριπταν κάθε σχέση με τις προαναφερόμενες τάσεις. Στην πράξη ουδείς των εχθρών της «ανοικτής κοινωνίας» απεδέχθη την σχέση του με τις ανάλογες ιδεολογίες, διότι αναλογιζόταν τις συγκρίσεις αυτές ως υποτιμητικές. Την ίδια στιγμή οι διάφορες εκδοχές της «ανοικτής κοινωνίας» αναπτύσσονταν από κοινού, έχοντας ξεκάθαρη συνείδηση της ιδεολογικής κα φιλοσοφικής συγγένειάς τους. Η αρχή του ατομικισμού θα μπορούσε να ενώσει τον Αγγλική Προτεσταντική μοναρχία με τον δημοκρατικό κοινοβουλευτισμό της Βορείου Αμερικής, όπου αρχικά ο φιλελευθερισμός συνδυάστηκε όμορφα με την δουλοκτησία.
Οι εθνικομπολσεβίκοι ήσαν ακριβώς οι πρώτοι που προσπάθησαν να ομαδοποιήσουν τις διαφορετικές εχθρικές στην «ανοικτή κοινωνία » ιδεολογίες και απεκάλυψαν, όπως επίσης και οι ιδεολογικοί τους αντίπαλοι, κάποιον κοινό άξονα, ο οποίος συγκέντρωνε γύρω του όλες τις πιθανές εναλλακτικές απέναντι στον ατομικισμό και την κοινωνία που βασίζεται σε αυτόν.
Σε αυτόν τον θεμελιώδη και ελάχιστα εξ ολοκλήρου αντιληπτό ρυθμό οι ιστορικά πρώτοι εθνικομπολσεβίκοι βάσισαν τις θεωρίες τους, χρησιμοποιώντας την στρατηγική της «διπλής κριτικής». Ο στόχος της κριτικής του εθνικομπολσεβικισμού ήταν ο ατομικισμός τόσο στα «δεξιά» όσο και στα «αριστερά». (Στα δεξιά εκφράστηκε στα οικονομικά, στην «θεωρία της αγοράς».Στα αριστερά εκφράστηκε στον πολιτικό φιλελευθερισμό: «κοινωνία δικαίου», «ανθρώπινα δικαιώματα» και ούτω καθεξής)
Με άλλα λόγια οι εθνικομπολσεβίκοι συνέλαβαν πέραν των ιδεολογιών την ουσία των δύο αντιθέτων και την δική τους μεταφυσική θέση.
Στην γλώσσα της φιλοσοφίας ο «ατομικισμός» έχω ταυτισθεί στην πράξη με τον «υποκειμενισμό». Εάν εφαρμόσουμε τον εθνικομπολσεβικισμό σε αυτό το επίπεδο, μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο εθνικομπολσεβικισμός τίθεται σθεναρά εναντίον του «υποκειμενικού» και υπέρ του «αντικειμενικού». Δεν πρόκειται για το ερώτημα: υλισμός ή ιδεαλισμός. Το ερώτημα είναι: ο αντικειμενικός ιδεαλισμός και υλισμός (στην μία πλευρά) και ο υποκειμενικός ιδεαλισμός και υλισμός2 (στην άλλη πλευρά!).
Η πολιτική φιλοσοφία, ούτως, του εθνικομπολσεβικισμού επιβεβαιοί την φυσική ενότητα των ιδεολογιών, οι οποίες βασίζονται στην αποδοχή της κεντρικής θέσεως του αντικειμενικού, στο οποίο απονέμεται το ίδιο επίπεδο με αυτό του Απολύτου. , δίχως εξάρτηση από το πώς μεταφράζεται ο αντικειμενικός αυτός χαρακτήρας (εκδήλωση). Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το ανώτατο μεταφυσικό κορύφωμα του εθνικομπολσεβικισμού είναι το Ινδουιστικό σχήμα «Το Άτμαν είναι το Μπράμαν». Στον Ινδουισμό το «Άτμαν» αποτελεί το υπέρτατο, υπερβατικό ανθρώπινο «Εγώ», ανεξάρτητο από το ατομικό «εγώ», αλλά εντός αυτού ως το πλέον φανερό και μυστηριώδες μέρος του, διαφεύγοντας από την ενυπάρχουσα σύλληψη. Το «Άτμαν» είναι το εσωτερικό Πνεύμα, αλλά το αντικειμενικό και υπερ-ατομικό. Το «Μπράμαν» είναι η απόλυτη πραγματικότητα, η οποία εναγκαλίζει το άτομο έξωθεν, είναι ο εξώτερος αντικειμενικός χαρακτήρας, εξυψωμένος στην υπέρτατη αρχική πηγή του. Η ταυτότητα του «Άτμαν» και του «Μπράμαν» στην υπερβατική ενότητα είναι η κορωνίδα της μεταφυσικής του Ινδουισμού και, το σημαντικότερο όλων, αποτελεί την βάση για την οδό του πνευματικού γίγνεσθαι. Αυτό είναι, δίχως καμμία εξαίρεση, το κοινό για όλα τα ιερά δόγματα σημείο. Σε όλα βρίσκεται το ερώτημα περί του κυρίου σκοπού της ανθρώπινης υπάρξεως, δηλαδή η αυθυπέρβαση, η επέκταση πέραν των ορίων του μικρού ατομικού «εγώ». Ο δρόμος μακριά από αυτό το «εγώ» είτε εσωτερικά είτε εξωτερικά οδηγεί στο ίδιο νικηφόρο αποτέλεσμα. Όθεν ακολουθεί το παραδοσιακό μυητικό παράδοξο, το οποίο εκφράζεται στην περίφημη ευαγγελική φράση: «όστις καταστρέφει την ψυχή του στο όνομά μου, αυτός την σώζει». Η ίδια ουσία περιέχεται στην ευφυή ρήση του Νίτσε:«Ο άνθρωπος πρέπει να ξεπερασθεί». Ο φιλοσοφικός δυισμός μεταξύ του «υποκειμενικού» και του «αντικειμενικού» επηρέασε κατά την ιστορία την πλέον συγκεκριμένη σφαίρα , την ιδεολογία και εν συνεχεία την πολιτική και κοινωνική ιεράρχηση. Οι ποικίλες εκφάνσεις της «ατομικιστικής» φιλοσοφίας έχουν σταδιακά επικεντρωθεί στο ιδεολογικό στρατόπεδο της φιλελεύθερης και δημοκρατικής-φιλελεύθερης πολιτικής. Αυτό ακριβώς είναι το μακρο-μοντέλο της «ανοικτής κοινωνίας», για το οποίο έγραψε ο Κάρλ Πόππερ. Η «ανοικτή κοινωνία» αποτελεί τον τελικό και πληρέστερο καρπό του ατομικισμού , ο οποίος μετεβλήθη σε ιδεολογία και εκπληρώνεται στην συγκεκριμένη πολιτική. Είναι, λοιπόν, θεμιτό να θέσουμε το πρόβλημα του καλύτερου κοινού ιδεολογικού σχήματος για τους οπαδούς της «αντικειμενικής» προσεγγίσεως, της οικουμενιστικής πολιτικής και του κοινωνικού προγράμματος για τους «εχθρούς της ανοικτής κοινωνίας». Ως αποτέλεσμα θα δρέψουμε τίποτα άλλο παρά την ιδεολογία του εθνικομπολσεβικισμού.
Μαζί με την ριζοσπαστική καινοτομία αυτής της φιλοσοφικής μερίδος, η οποία δημιουργήθηκε υπό αυτές τις συνθήκες εγκάρσια σε σχέση με τα συνήθη σχήματα (όπως ιδεαλισμός-υλισμός), οι εθνικομπολσεβίκοι δημιούργησαν το νέο όριο στην πολιτική. Τόσο η δεξιά όσο και η αριστερά χωρίζονται οι ίδιες σε δύο τομείς. Η τελείως αριστερά , οι κομμουνιστές, οι μπολσεβίκοι, όλοι οι «εξ αριστερών» διάδοχοι του Χέγκελ συδυάζονται στην σύνθεση του εθνικοπολσεβικισμού με τους εθνικιστές, τους κρατιστές, τους οπαδούς της ιδέας του «Νέου Μεσαίωνος», εν ολίγοις όλους τους διαδόχους του Χέγκελ «εκ δεξιών».3
Οι εχθροί της ανοικτής κοινωνίας επιστρέφουν στον μεταφυσικό τους χώρο, ο οποίος είναι κοινός για όλους τους.



Η Μεταφυσική του Μπολσεβικισμού
(Μάρξ «από τα δεξιά»)


Θα αναφερθούμε τώρα στην διαφώτιση του πως δυνάμεθα να ερμηνεύσουμε και τα δύο συνθετικά του όρου «εθνικομπολσεβικισμός» κατά μία αποκλειστικά μεταφυσική έννοια.
Ο όρος «μπολσεβικισμός» πρωτοεμφανίστηκε, όπως είναι γνωστό, κατά την διάρκεια των συζητήσεων εντός του Ρωσικού Σοσιαλιστικού Δημοκρατικού Εργατικού Κόμματος ως προσδιορισμός της ομάδος που τάχθηκε με το μέρος του Λένιν. Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η πολιτική του Λένιν στην ρωσική Σοσιαλδημοκρατία συνίστατο στον απεριόριστο ριζοσπαστισμό, στην απόρριψη συμβιβασμών, στον τονισμό του ελιτίστικου χαρακτήρος του κόμματος και στον «Μπλανκισμό» (η θεωρία της «επαναστατικής συνομωσίας»). Οι άνθρωποι που αργότερα έκαναν την Οκτωβριανή Επανάσταση και κατέλαβαν την εξουσία στην Ρωσία αποκαλούνταν μπολσεβίκοι. Σχεδόν αμέσως μετά την επανάσταση ο όρος «μπολσεβικισμός» έχασε την αρχική του σημασία και έφθασε να γίνεται αντιληπτός ως συνώνυμο της «πλειοψηφίας» , της «πανεθνικής πολιτικής», της «εθνικής ολοκληρώσεως» (ως «μπολσεβίκος» μπορεί να μεταφρασθεί κατά προσέγγιση από την ρωσική «ο αντιπρόσωπος του λαού»). Σε ένα συγκεκριμένο στάδιο ο «μπολσεβικισμός» θεωρείτο ως μία αποκλειστικά ρωσική, εθνική εκδοχή του κομμουνισμού και του σοσιαλισμού, αντιτιθέμενη στους αφηρημένους δογματισμούς των αφηρημένων Μαρξιστών και ταυτοχρόνως στις κομφορμιστικές τακτικές άλλων σοσιαλδημοκρατικών τάσεων. Μία τέτοια ερμηνεία του μπολσεβικισμού ήταν κατά ένα μεγάλο μέρος χαρακτηριστική για την Ρωσία και σχεδόν αποκλειστική για την Δύση. Η αναφορά, ωστόσο, του μπολσεβικισμού στον συνδυασμό του όρου «εθνικο-μπολσεβικισμός» δεν περιορίζεται στην ιστορική αυτήν έννοια. Το ερώτημα πρόκειται περί μίας συγκεκριμένης πολιτικής, η οποία είναι κοινή για όλες τις ριζοσπαστικές αριστερές τάσεις σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής φύσεως. Μπορούμε να αποκαλέσουμε την πολιτική αυτήν «ριζοσπαστική», «επαναστατική», «αντι-φιλελεύθερη». Εδώ εννοείται η άποψη των αριστερών διδασκαλιών, τις οποίες ο Πόππερ κατατάσσει στις «ολοκληρωτικές ιδεολογίες» ή στις διδασκαλίες των «εχθρών της ανοικτής κοινωνίας». Ο μπολσεβικισμός, έτσι, δεν είναι απλώς μία συνέπεια της επιρροής της ρωσικής διανοίας στο σοσιαλδημοκρατικό δόγμα. Αποτελεί ένα συγκεκριμένο στοιχείο παρόν σε ολόκληρη την αριστερή φιλοσοφία, η οποία μπορούσε να αναπτυχθεί ελευθέρως και ανοικτά μόνον υπό ρωσικές συνθήκες.
Στις ύστερες αυτές ημέρες οι πλέον αντικειμενικοί ιστορικοί όλο και πιο συχνά θέτουν το ερώτημα: « Είναι ο φασισμός πραγματικά μια «δεξιά» ιδεολογία;» Η ύπαρξη και μόνον ενός τέτοιου ερωτήματος, οδηγεί σε μία ευκαιρία της ερμηνείας του «φασισμού» ως ένα πιο περίπλοκο φαινόμενο, το οποίο εμφανίζει ένα μεγάλο μέρος τυπικών «αριστερών» χαρακτηριστικών. Απ’ όσο γνωρίζουμε το συμμετρικό ερώτημα: «Και η κομμουνιστική ιδεολογία είναι πράγματι αριστερή; » δεν έχει τεθεί ακόμη. Το ερώτημα, όμως, τούτο καθίσταται όλο και πιο επείγον. Είναι αναγκαίο να το θέσουμε.
Είναι δύσκολο να αρνηθούμε τα αυθεντικά «αριστερά» στοιχεία στον κομμουνισμό, όπως η προσφυγή στον ορθολογισμό, την πρόοδο, τον ανθρωπισμό, τον εξισωτισμό κλπ. Παράλληλα, όμως, με αυτά διαθέτει στοιχεία, τα οποία αναμφισβήτητα παρεκκλίνουν των πλαισίων της «αριστεράς» και σχετίζονται με την σφαίρα του παράλογου, του μυθολογικού, του αρχαϊκού, του αντι-ανθρωπιστικού και ολοκληρωτικού. Είναι αυτό το σύνολο των δεξιών συστατικών της κομμουνιστικής ιδεολογίας, τα οποία θα έπρεπε να ονομάζονται «μπολσεβικισμός» με την πλέον κοινή έννοια. Υπό το πρίσμα της αυθεντικά «αριστερής» προοδευτικής θεωρήσεως ο Μαρξισμός φαινόταν ήδη διφορούμενος στα δύο συστατικά του στοιχεία. Πρόκειται για την κληρονομιά των ουτοπικών σοσιαλιστών και Εγελενιασμού. Μόνον η ηθική του Φώϋερμπαχ διαφεύγει από αυτήν την «μπολσεβικική» στην ουσία της ιδεολογική κατασκευή του Μάρξ, προσδίδοντας σε όλη αυτήν την συζήτηση μία συγκεκριμένη ονοματολογική πινελιά ανθρωπισμού και προοδευτικότητας.
Οι ουτοπιστές σοσιαλιστές, οι οποίοι δίχως αμφιβολία συμπεριλαμβάνονται από τον Μάρξ στους προδρόμους και δασκάλους του, εκπροσωπούν έναν εξειδικευμένο μυστικιστικό μεσσιανισμό και προπομποί της επιστροφής στην «Χρυσή Εποχή». Στην πράξη όλοι τους υπήρξαν μέλη εσωτεριστικών οργανώσεων, εντός των οποίων επικρατούσε ατμόσφαιρα ριζοσπαστικού μυστικισμού, Εσχατολογίας και αποκαλυπτικών χαρισμάτων. Ο κόσμος αυτός αποτελούσε ένα μίγμα σεκταριστικών, αποκρυφιστικών και θρησκευτικών κινήτρων, το νόημα των οποίων περιορίστηκε στο ακόλουθο σχήμα: «Ο σύγχρονος κόσμος είναι ανέλπιστα κακός, έχει απωλέσει την ιερή του διάσταση. Οι θρησκευτικοί οργανισμοί έχουν εκφυλισθεί και έχουν χάσει την ευλογία του Θεού (η θεματολογία είναι κοινή σε ακραίες Προτεσταντικές σέκτες, «Αναβαπτιστές» και Ρώσσους παλαιοπιστούς). Ο κόσμος αυτός κυβερνάται από το κακό, τον υλισμό, την απάτη, από ψέματα και εγωισμό. Οι μυημένοι, όμως, γνωρίζουν για μία κοντινά επερχόμενη νέα χρυσή εποχή και προωθούν τον ερχομό αυτόν με τις αινιγματικές τελετουργίες τους και αποκρυφιστικές πράξεις. »
Οι ουτοπικοί σοσιαλιστές αναπαρήγαγαν αυτό το κοινό στον δυτικό μεσσιανικό αποκρυφισμό μοτίβο στην κοινωνική πραγματικότητα και προσέδωσαν στον επερχόμενο χρυσόν αιώνα τα κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά του. Υπήρξε συγκεκριμένα ένα σημείο εξορθολογισμού του εσχατολογικού μύθου, ταυτόχρονα, όμως, ο υπερφυσικός χαρακτήρας του ερχόμενου Βασιλείου, του Regnum, είναι εμφανής στα κοινωνικά προγράμματα και τις διακηρύξεις τους, στις οποίες μπορεί κάποιος με ευκολία να εντοπίσει μία αναφορά στα θαύματα της μελλοντικής κομμουνιστικής κοινωνίας (ναυσιπλοΐα με δελφίνια, έλεγχος του καιρού, κοινοκτημοσύνη στις γυναίκες, αεροπλοΐα κλπ) Απολύτως εμφανές, λοιπόν, ότι η πολιτική αυτή έχει σχεδόν παραδοσιακό χαρακτήρα και ένας τόσο ριζοσπαστικός εσχατολογικός μυστικισμός, η ιδέα της επιστροφής στην Αρχή, το καθιστά απολύτως λογικό να το ονομάζεις όχι απλώς «δεξιό» στοιχείο, αλλά ακόμη και «ακραία δεξιό».
Περνάμε τώρα στον Χέγκελ και την διαλεκτική του. Είναι ευρέως γνωστό ότι οι πολιτικές πεποιθήσεις του φιλοσόφου ήταν ακραία αντιδραστικές. Δεν είναι, όμως, αυτό το θέμα. Εάν μελετήσουμε προσεκτικότερα την εγελιανή διαλεκτική στην μεθοδολογική βάση της φιλοσοφίας του (και ήταν η διαλεκτική μέθοδος που δανείστηκε ο Μάρξ από τον Χέγκελ στον μεγαλύτερο βαθμό) , θα βρούμε ένα συμπαγές παραδοσιαστικό και εσχατολογικό δόγμα, το οποίο χρησιμοποιεί μία συγκεκριμένη ορολογία.
Η μεθοδολογία αυτή, επιπλέον, αντανακλά την δομή της μυητικής, εσωτερίστικης προσεγγίσεως τα γνωσιολογικά προβλήματα, ξέχωρα από την βέβηλη, καθημερινή λογική του Καρτέσιου και του Κάντ, η οποία βασιζόταν στην «κοινή λογική», στις γνωσιολογικές εξειδικεύσεις της «καθημερινής συνειδήσεως», της οποίας, όπως σημειώσαμε a propos, όλοι οι φιλελεύθεροι και ο Κάρλ Πόππερ χωριστά είναι απολογητές.
Η εγελιανή φιλοσοφία της ιστορίας είναι μία παραδοσιακή μυθολογική εκδοχή , αναμεμειγμένη με καθαρή χριστιανική τελεολογία. Η Απόλυτη Ιδέα αποξενώνεται από τον εαυτό της και γίνεται ο κόσμος (ας ενθυμηθούμε την ρήση του Κορανίου: «Ο Αλλάχ ήταν ένας κρυμμένος θησαυρός, που επιθυμούσε να μαθευτεί»).
Αποκτώντας υπόσταση κατά την διάρκεια της ιστορίας, η Απόλυτη Ιδέα επηρεάζει τους ανθρώπους έξωθεν, όπως ένα «ruse της Κοσμικής Διανοίας», προκαθορίζοντας τον προνοιακό χαρακτήρα ιστού γεγονότων. Στο τέλος, όμως, μέσω της ελεύσεως του υιού του Θεού, η αποκαλυπτική οπτική της ολικής συνειδητοποιήσεως της Απολύτου Ιδέας φανερώνει τον εαυτό της στο υποκειμενικό πεδίο, το οποίο χάρις σε αυτήν την διαδικασία γίνεται «αντικειμενικό» αντί για «υποκειμενικό». Το Όν και η Ιδέα γίνονται ένα. Το Άτμαν συμπίπτει με το Μπράμαν. Και αυτό συμβαίνει σε ένα συγκεκριμένο επιλεγμένο βασίλειο, σε μία αυτοκρατορία του Τέλους, την οποίαν ο Γερμανός εθνικιστής Χέγκελ ταυτοποιούσε με την Πρωσσία.
Η Απόλυτη Ιδέα είναι η θέσις. Η αποξένωσή της διαμέσου της ιστορίας είναι η αντίθεσις. Η συνειδητοποίησή της στο εσχατολογικό Βασίλειο είναι η σύνθεσις.
Η γνωσιολογία του Χέγκελ βασίζεται σε μία τέτοια θεώρηση της οντολογίας. Εκτός από τον συνήθη ρασιοναλισμό, ο οποίος βασίζεται στους νόμους της επίσημης λογικής, ενεργώντας μόνον με θετικές διατυπώσεις, περιορισμένος από τις αιτία- και- αποτέλεσμα σχέσεις, η «νέα λογική» του Χέγκελ υπολογίζει την ειδική οντολογική διάσταση, αναμεμειγμένη με την πιθανή όψη ενός πράγματος, το οποίο δεν είναι προσβάσιμο για την «καθημερινή συνείδηση», αλλά χρησιμοποιείται ενεργά από τις μυστικές σχολές του Παράκελσου, του Μποέμ, των Ερμητιστών και των Ροδόσταυρων. Το γεγονός ενός υποκειμένου ή μίας δηλώσεως (στο οποίο περιορίζεται η καντιανή «καθημερινή» γνωσιολογία) αποτελεί για τον Χέγκελ ακόμη μία από τις τρείς υποστάσεις. Η Δεύτερη Υπόσταση είναι η «άρνηση» αυτού του γεγονότος και δεν ερμηνεύεται ως καθαρό μηδέν (όπως το θεωρεί η επίσημη λογική) , αλλά ως ία ειδική υπερδιανοητική τροπικότητα της υπάρξεως ενός πράγματος ή μίας δηλώσεως. Η Πρώτη Υπόσταση είναι Ding fuer uns («ένα πράγμα για εμάς»). Η Δεύτερη είναι Ding an sich («ένα πράγμα εντός του εαυτού του»). Εκτός, όμως, από την θεώρηση του Κάντ το «πράγμα εντός του εαυτού του» ερμηνεύεται όχι ως κάτι υπερβατικό και αληθινά αποφατικό, όχι ως γνωσιολογικό μη-είναι, αλλά ως το γνωσιολογικό άλλως δύνασθαι είναι. Και οι δύο αυτές συγγενείς Υποστάσεις καταλήγουν στην Τρίτη, η οποία αποτελεί την σύνθεση, αγκαλιάζοντας και την δήλωση και την άρνηση, και την θέση και την αντίθεση. Έτσι, εάν κάποιος εξετάσει με συνέπεια την πρόοδο της σκέψεως, η σύνθεση προκύπτει μετά από την «άρνηση» ως δεύτερη άρνηση π.χ. «Άρνηση της αρνήσεως». Στην σύνθεση χρησιμοποιούνται και τα δύο στοιχεία. Το πράγμα συνυπάρχει με τον ίδιο του τον θάνατο, ο οποίος αξιολογείται υπό ειδική οντολογική και γνωσιολογική σκοπιά όχι ως κενότητα, αλλά ως το άλλως-δύνασθαι-είναι της ζωής, ως η ψυχή. Ο καντιανός γνωσιολογικός πεσσιμισμός, η ρίζα της φιλελεύθερης μετα-ιδεολογίας, ανατρέπεται, αποκαλύπτεται ως επιπολαιότητα και το Ding an sich («ένα πράγμα εντός του εαυτού του») γίνεται Ding fuer sich («ένα πράγμα για τον εαυτό του»). Το νόημα του κόσμου και ο ίδιος ο κόσμος συνδυάζονται στην εσχατολογική σύνθεση, όπου η ύπαρξη και η ανυπαρξία είναι παρούσες μαζί, δίχως να αλληλοαναιρούνται. Το Επίγειο Βασίλειο του Τέλους κυβερνώμενο από την κάστα των μυημένων (η ιδανική Πρωσία) ενώνεται με την κατερχόμενη Νέα Ιερουσαλήμ. Το τέλος της ιστορίας και η εποχή του Αγίου Πνεύματος έρχονται.
Το εσχατολογικό και μεσσιανικό αυτό σενάριο, αφότου είχε υιοθετηθεί από τον Μάρξ, εφαρμόσθηκε σε μία λίγο διαφορετική σφαίρα, σε αυτήν των βιομηχανικών σχέσεων. Ενδιαφέρον-γιατί το έκανε άραγε; Οι συνήθεις «δεξιοί» το εξηγούν «εξαιτίας της ελλείψεως του ιδεαλισμού» ή το αποδίδουν «στην σκληρή του φύση» (εάν όχι στις ανατρεπτικές του προθέσεις). Εξαιρετικά απλοϊκή εξήγηση, η οποία, το δίχως άλλο, είναι δημοφιλής σε αρκετές γενιές αντιδραστικών. Το πλέον πιθανόν είναι ότι ο Μάρξ, ο οποίος συνήθιζε να μελετά σε βάθος την αγγλική πολιτική οικονομία, σοκαρίσθηκε από τις ομοιότητες μεταξύ των φιλελευθέρων θεωριών του Άνταμ Σμίθ, που αντιμετώπιζε την ιστορία ως μία προοδευτική κίνηση προς την κοινωνία της ανοικτής αγοράς και την παγκοσμιοποίηση ενός υλικού νομισματικού κοινού παρανομαστή και τις θεωρίες του Χέγκελ αναφορικά με την ιστορική αντίθεση, π.χ. η αποξένωση της Απόλυτης Ιδέας διαμέσου της ιστορίας. Ο Μάρξ ευφυώς ταυτοποίησε την υπέρτατη αυτό-αποξένωση με το Κεφάλαιο, την κοινωνική μορφοποίηση, η οποία ενεργώς υπέταξε την Ευρώπη στην εποχή του.
Η ανάλυση της δομής του καπιταλισμού, η ιστορία της αναπτύξεώς του έδωσε στον Μάρξ την γνώση των μηχανισμών αποξενώσεως , την αλχημική φόρμουλα των λειτουργικών της κανόνων. Και η κατανόηση αυτή των μηχανισμών, «οι φόρμουλες της αντιθέσεως», αποτελούσαν απλώς την πρώτη και απαραίτητη προϋπόθεση για την Μεγάλη Παλινόρθωση ή για την Τελευταία Επανάσταση. Για τον Μάρξ το Βασίλειο του επερχόμενου κομμουνισμού δεν ήταν μόνον η πρόοδος, αλλά και το αποτέλεσμα, το αναποδογύρισμα, η «επανάσταση» στην ετυμολογική διάσταση της λέξεως αυτής. Διόλου τυχαίο το γεγονός ότι αποκαλεί το αρχικό στάδιο της ανθρώπινης αναπτύξεως «πρωτόγονο κομμουνισμό». Η θέσις είναι ο «πρωτόγονος κομμουνισμός», η αντίθεσις είναι το Κεφάλαιο, η σύνθεσις είναι ο παγκόσμιος κομμουνισμός. Ο κομμουνισμός είναι συνώνυμος με το Τέλος της Ιστορίας, με την εποχή του Αγίου Πνεύματος. Ο υλισμός και η όξυνση των οικονομικών και των βιομηχανικών σχέσεων επιβεβαιώνουν όχι μόνον την πρακτικότητα του Μάρξ στο πεδίο ενδιαφέροντός του, αλλά και την φιλοδοξία του για την μαγική μεταμόρφωση της πραγματικότητας και την ριζική αποποίηση των συμβιβαστικών ονείρων αυτών των ανεύθυνων ονειροπόλων, οι οποίοι μόνον επιτείνουν το στοιχείο της αποξενώσεως με την παθητικότητά τους. Σύμφωνα με μία τέτοια λογική θα μπορούσαμε να επικρίνουμε τους αλχημιστές του μεσαίωνα για «υλισμό» και για πείνα για κέρδος, εάν δεν λάβουμε υπ’ όψιν μας τον βαθιά πνευματικό και μυητικό συμβολισμό, που κρύβεται πίσω από τις πραγματείες τους για την ουρική απόσταξη, την κατασκευή χρυσού, την μετατροπή αλάτων σε μέταλλα κλπ.
Είναι αυτή η Γνωστική τάση του Μάρξ και των προκατόχων του, στην οποίαν επικεντρώθηκαν οι Ρώσοι μπολσεβίκοι, που ανετράφησαν σε περιβάλλον, όπου οι αινιγματικές δυνάμεις των ρωσικών σεκτών, ο μυστικισμός, ο εθνικός μεσσιανισμός, οι μυστικές εταιρίες και οι παθιασμένοι ρομαντικοί χαρακτήρες των Ρώσων επαναστατών συγκεντρώνονταν εναντίον του αποξενωμένου, εγκόσμιου, διεφθαρμένου μοναρχικού καθεστώτος. Μόσχα-Τρίτη Ρώμη, ο ρωσικός λαός ως ο εκλεκτός του Θεού, το έθνος του ανθρώπου. Η Ρωσία προορίζεται να σώσει τον κόσμο. Όλες αυτές οι ιδέες εμπότιζαν την ρωσική ζωή, την οποίαν μοιράζονταν με τις απόκρυφες συνομωσίες που συνδέονταν με τον μαρξισμό. Εκτός, όμως, από τις καθαρά πνευματιστικές φόρμουλες, ο μαρξισμός προσέφερε οικονομική, κοινωνική και πολιτική στρατηγική, που ήταν καθαρή και συμπαγής, ξεκάθαρη ακόμα και για τον απλοϊκότερο άνθρωπο και που έδινε βάση για κοινωνικά και πολιτικά μέτρα.
Ήταν απλώς ο «δεξιός μαρξισμός» που θριάμβευσε στην Ρωσία, επικρατώντας με το όνομα «μπολσεβικισμός». Δεν σημαίνει, όμως, ότι μόνον στην Ρωσία ήταν τέτοια τα ζητήματα. Παρόμοια τάση ενυπάρχει σε όλα τα κομμουνιστικά κόμματα και κινήματα ανά τον κόσμο, εάν, συγκεκριμένα, δεν εκφυλίζονται στο κοινοβουλευτικό κόμμα της Σοσιαλδημοκρατίας, συμβιβαζόμενα με το φιλελεύθερο πνεύμα. Δεν προξενεί, λοιπόν, έκπληξη ότι σοσιαλιστικές επαναστάσεις έλαβαν χώρα εκτός από την Ρωσία μόνον στην Ανατολή: στην Κίνα, την Κορέα, το Βιετνάμ κλπ. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει για άλλη μια φορά ότι μόνον οι παραδοσιακοί, μη προοδευτικοί, οι λιγότερο σύγχρονοι («αποξενωμένοι από το Πνεύμα») και, αντιστοίχως, οι πλέον «συντηρητικοί», οι πλέον «δεξιοί» λαοί και έθνη αναγνώρισαν την μυστικιστική, πνευματική, «μπολσεβικική» ουσία του κομμουνισμού.
Ο εθνικομπολσεβικισμός εναλλάσσεται σε ακριβώς μία τέτοια μπολσεβικική παράδοση, την πολιτική του «δεξιού κομμουνισμού», ο οποίος έλκει την καταγωγή του από τις αρχαίες κομμουνιστικές κοινωνίες και τα πνευματικά δόγματα σε ξέμακρες εποχές. Έτσι, η οικονομική θεώρηση του κομμουνισμού δεν φθίνει, δεν απορρίπτεται, αλλά θεωρείται ως ένας μοχλός θεουργικής και μαγικής πρακτικής, ως ένα ιδιαίτερο εργαλείο μετατροπής της πραγματικότητας. Το μόνο πράγμα που θα έπρεπε να απορριφθεί εδώ είναι μία ανεπαρκής, ιστορικά εξουθενωμένη μαρξιστική ρητορική, στην οποίαν τα επουσιώδη, συμφυή σε μία παρελθούσα εποχή, ανθρωπιστικά και προοδευτικά θέματα είναι συχνά παρόντα.
Ο μαρξισμός των εθνικομπολσεβίκων σημαίνει Μάρξ μείον Φώϋερμπαχ, δηλαδή μείον τον εξελικτισμό, εμφανίζων κάποιες φορές αδρανή ανθρωπισμό.

Η μεταφυσική του Έθνους

Το άλλο μέρος του όρου «εθνικομπολσεβικισμός» , δηλαδή το «εθνικό», χρήζει επεξηγήσεως. Ο ίδιος ο όρος «έθνος» απέχει πολύ από το να χαρακτηρισθεί απλός. Υπάρχουν οι βιολογικές, πολιτικές, πολιτιστικές και οικονομικές ερμηνείες. Ο εθνικισμός μπορεί να σημαίνει ταυτόχρονα «φυλετική καθαρότης» ή «εθνική ομοιογένεια» αναδεικνύοντας και την ατομικιστική εδραίωση του ατόμου προκειμένου να επιτύχει τις μέγιστες οικονομικές συνθήκες στον περιορισμένο κοινωνικό και γεωγραφικό χώρο.
Η «εθνική» συνιστώσα του εθνικομπολσεβικισμού (τόσο του ιστορικού εθνικομπολσεβικισμού όσο και του απόλυτου μετα-ιστορικού) είναι όλως ιδιαίτερη. Διαμέσου της ιστορίας οι εθνικομπολσεβικικοί κύκλοι διακρίνονταν για την αυτοκρατορικής, γεωπολιτικής προελεύσεως ερμηνεία του έθνους. Οι οπαδοί του Ustrialov και οι ομόδοξοί τους αριστεροί ευρασιανιστές, ας μην αναφέρουμε και τους Σοβιετικούς εθνικομπολσεβίκους, ερμήνευαν τον «εθνικισμό» ως «υπερεθνικό» σχετιζόμενο με τον γεωπολιτικό μεσσιανισμό, με τον «χώρο αναπτύξεως», με τον πολιτισμό, με το φαινόμενο της ηπειρωτικής εκτάσεως πατρίδας. Στα έργα του Niekisch και τον Γερμανών οπαδών του συναντούμε , επίσης, την ιδέα της ηπειρωτικής αυτοκρατορίας «από το Βλαδιβοστόκ ως το Φλέσσινγκ» και την ιδέα της «τρίτης αυτοκρατορικής μορφής» (Das dritte imperiale Figur).
Σε όλες τις περιπτώσεις το ερώτημα αφορά στην γεωπολιτική και την πολιτιστική ερμηνεία του έθνους, απαλλαγμένες ακόμα και από νύξεις περί φυλετισμού, υπερεθνικισμού ή σκοπούς «εθνικής καθαρότητας»
Αυτή η γεωπολιτική και την πολιτιστική ερμηνεία του έθνους βασίστηκε στον θεμελιώδη γεωπολιτικό δυϊσμό, ο οποίος αρχικά προσδιορίστηκε στα έργα του MacKinder και έπειτα βελτιώθηκε από την σχολή του Haushofer στην Γερμανία και από τους Ρώσους ευρασιανιστές. Η αυτοκρατορική συνένωση των ανατολίτικων εθνών που περιβάλλουν την Ρωσία, η «καρδιογαία», δημιουργεί τον πιθανό ηπειρωτικό σκελετό, που ενισχύεται από την «ιδεοκρατική» επιλογή και την απόρριψη της «πλουτοκρατίας», από τον σοσιαλισμό και την επαναστατική προέλευση εναντίον του καπιταλισμού και της «προόδου».
Είναι σημαντικό ότι ο Niekiesch επέμενε στον ισχυρισμό του ότι το εν Γερμανία «Τρίτο Ράιχ» θα έπρεπε να βασισθεί στην δυνάμει σοσιαλιστική και προτεσταντική Πρωσία, γενετικά και πολιτιστικά συνδεόμενη με την Ρωσία και τον σλαβικό κόσμο, και όχι στην δυτική καθολική Βαυαρία, η οποία έκλινε προς το ρωμαϊκό και καπιταλιστικό πρότυπο4. Μαζί, όμως, με την εκδοχή του «μεγάλου ηπειρωτικού» εθνικισμού, η οποία, παρεμπιπτόντως, συνάδει ακριβώς με ουνιβερσαλιστικές μεσσιανικές αξιώσεις του ιδιόμορφου ρωσικού εθνικισμού, ο οποίος είναι εσχατολογικός και πανανθρώπινος, υπήρχε στον εθνικομπολσεβικισμό και μία στενότερη ερμηνεία του έθνους, η οποία δεν αντιτίθετο στην αυτοκρατορική βαθμίδα, αλλά τον όριζε ακριβέστερα σε ένα χαμηλότερο επίπεδο.
Στην περίπτωση αυτήν το «έθνος» παρουσιαζόταν κατά τρόπο ανάλογο με αυτόν που οι Ρώσοι ναροντνικοί αντιλαμβάνονταν την έννοια narod (λαός, έθνος), δηλαδή ως κάτι οργανικό, ολιστικό, με μία ουσία που δεν ενέδιδε σε κάποια ανατομική υποδιαίρεση, που είχε την δική της ξεχωριστή μοίρα και μοναδική δομή.
Σύμφωνα με το Παραδοσιακό Δόγμα, σε κάθε άγγελο, σε κάθε ουράνια οντότητα έχει ανατεθεί η φροντίδα κάθε έθνους στην Γή. Ο άγγελος αυτός αποτελεί την δοτή ιστορική ουσία του έθνους, καθώς βρίσκεται εκτός χρόνου και χώρου, αλλά διαρκώς παρών σε όλες τις περιπέτειες του έθνους. Ο μυστικισμός ενός έθνους βασίζεται σε αυτό. Ο άγγελος ενός έθνους δεν αποτελεί κάτι ασαφές ή συναισθηματικό, ακαθόριστα θολό. Είναι ένα διανοητικό, ακτινοβόλο όν, «η σκέψη του Θεού», όπως το προσδιόρισε ο Gerder. Μπορεί κάποιος να εντοπίσει την δομή του στα ιστορικά επιτεύγματα του έθνους, στους κοινωνικούς και θρησκευτικούς θεσμούς, που χαρακτηρίζουν το έθνος, στην εθνική κουλτούρα. Όλη η ουσία της υποθέσεως της εθνικής ιστορίας είναι μόνον το κείμενος αφήγησης περί της ποιότητας και της μορφής αυτού του φωτεινού εθνικού αγγέλου. Στην παραδοσιακή κοινωνία ο εθνικός άγγελος συνήθιζε να έχει μία προσωποποιημένη έκφραση σε «θεϊκούς» βασιλείς, μεγάλους ήρωες, ιερείς και αγίους. Όντας, όμως, υπερ-ανθρώπινη πραγματικότητα, ο άγγελος αυτός δεν εξαρτάται από τον ανθρώπινο κομιστή. Μετά από την πτώση των μοναρχικών δυναστειών, επομένως, μπορεί να ενσαρκωθεί σε μία συλλογική μορφή, για παράδειγμα, ως ένα τάγμα, μία τάξη ή ακόμα ως ένα κόμμα.
Το «έθνος», λοιπόν, ως μία μεταφυσική κατηγορία δεν συνταυτίζεται με το συμπαγές πλήθος ατόμων του ίδιου αίματος, πολιτισμού και γλώσσας, αλλά με την μυστηριώδη αγγελική προσωπικότητα, εμφανιζόμενη διαμέσου της ιστορίας. Αποτελεί το ανάλογο της Απόλυτης Ιδέας του Hegel, αλλά σε μικροσκοπική μορφή. Είναι η εθνική διάνοια, που έχει αποξενωθεί στο πλήθος των ατόμων και έχει συγκεντρωθεί στην ελίτ του έθνους (στην συνειδητή, «απονευρωμένη» μορφή) κατά την διάρκεια εσχατολογικών ιστορικών περιόδων.
Εδώ φτάνουμε σε ένα πολύ σημαντικό σημείο: αυτές οι δύο ερμηνείες του έθνους, εξίσου αποδεκτές από την εθνικομπολσεβικική ιδεολογία, έχουν έναν κοινό τόπο, το μαγικό σημείο, όπου συνδυάζονται όλα μαζί. Το ζήτημα τίθεται για την Ρωσία και την ιστορική της αποστολή. Είναι ξεκάθαρο ότι στον γερμανικό εθνικομπολσεβικισμό η ρωσοφιλία αποτελούσε τον θεμέλιο λίθο , επί του οποίου βασίζονταν οι γεωπολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές απόψεις τους. Η ρωσική και σε μεγαλύτερο βαθμό η σοβιετική ερμηνεία του ρωσικού έθνους ως μία ανοικτή μυστικιστική κοινότητα, προορισμένη να φέρει το φώς της σωτηρίας και της αλήθειας σε ολόκληρο τον κόσμο όταν θα βρισκόμαστε στο τέλος του χρόνου, συναντά και τις μεγάλες ηπειρωτικές και τις ιστορικές, πολιτισμικές όψεις του έθνους. Ο ρωσικός και ο σοβιετικός εθνικισμός στην περίπτωση αυτήν μετατρέπονται στο ιδεολογικό πρίσμα του εθνικομπολσεβικισμού όχι μόνον εντός των πλαισίων της Ρωσίας και της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά, επίσης, και σε πλανητικό επίπεδο. Ο άγγελος της Ρωσίας ανακαλύπτεται ως ολοκληρωμένος άγγελος, ως ένα ακτινοβόλο όν, το οποίο αναζητά να ενώσει τελεολογικά εντός αυτού και άλλα αγγελικά όντα, δίχως να ακυρώνει την ατομικότητά τους, αλλά ανυψώνοντάς την στα συμπαντικά αυτοκρατορικά επίπεδα. Διόλου τυχαίο το ότι ο Erich Mueller, συνεργάτης και ιεραπόστολος του Ernst Niekisch, έγραψε στο βιβλίο του «Εθνικομπολσεβικισμός»: «Εάν το πρώτο Ράιχ ήταν καθολικό και το δεύτερο ήταν προτεσταντικό, το τρίτο Ράιχ θα έπρεπε να είναι ορθόδοξο». Ορθόδοξο και σοβιετικό ταυτόχρονα.
Συναντάμε εν προκειμένω το πολύ ενδιαφέρον ζήτημα. Διότι οι άγγελοι κάθε έθνους αποτελούν διαφορετικές οντότητες, την μοίρα κάθε έθνους στην διάρκεια της ιστορίας και αντιστοίχως οι κοινωνικοί, πολιτικοί και θρησκευτικοί θεσμοί αντανακλούν το σχήμα διατάξεων δυνάμεων στο ίδιο το αγγελικό πεδίο. Είναι εκπληκτικό, αλλά αυτή η απολύτως θρησκευτική ιδέα υποστηρίζεται λαμπρά από γεωπολιτικές μελέτες, που καταδεικνύουν την αλληλοσυσχέτιση μεταξύ γεωγραφικών και τοπογραφικών συνθηκών με τον πολιτισμό, την ψυχολογία, ακόμη και τις κοινωνικές και πολιτικές προτιμήσεις ενός έθνους. Με τον τρόπον αυτόν εξηγείται προοδευτικά ο δϋισμός μεταξύ Ανατολής και Δύσεως, με αντίγραφό του τον εθνικό δυισμό: η ήπειρος, η «ιδεοκρατική» Ρωσία (ο σλαβικός κόσμος μαζί με άλλα ευρασιατικά έθνη) εναντίον της νησιωτικής, «πλουτοκρατικής» αγγλοσαξωνικής Δύσεως. Την αληθή φύση του «αγγέλου» του Καπιταλισμού (στην Παράδοση το όνομα αυτού είναι «Μαμμωνάς») μπορείς κάποιος εύκολα να μαντεύσει…
σημειώσεις του συγγραφέως

2.Ενώ οι τρείς πρώτες αναφορές (αντικειμενικός υλισμός ή απλώς «υλισμός» «αντικειμενικός ιδεαλισμός» και «υποκειμενικός ιδεσλισμός») χρησιμοποιούνται ευρέως ,ο όρος «υποκειμενικός υλισμός» απαιτεί πρόσθετη ερμηνεία. «Υποκειμενικός υλισμός», λοιπόν, είναι η τυπική για την καταναλωτική κοινωνία ιδεολογία, στην οποίαν η συνάντηση των αναγκών υλικού και φυσικού χαρακτήρος αποτελεί το βασικό κίνητρο για τις πράξεις του ατόμου. Στην κατάσταση αυτή όλη η πραγματικότητα δεν βρίσκεται στις συνειδησιακές δομές του ατόμου (όπως στον υποκειμενικό ιδεαλισμό), αλλά στις ατομικές αισθήσεις, χαμηλότατα συναισθήματα, στους συνδυασμούς φόβων και ηδονών, στα βαθύτερα στρώματα της ανθρώπινης ψυχής, τα οποία σχετίζονται με τα φυτικά, σωματικά επίπεδα.. Στο φιλοσοφικό επίπεδο ο ηδονισμός και ο πραγματισμός ανταποκρίνονται σε αυ-τήν, μαζί με κάποιες σχολές ψυχολογίας, όπως ο φροϋδισμός. Όλες οι απόπειρες πολιτικού αναθεωρητισμού του κομμουνιστικού κινήματος , παρεμπιπτόντως, από τον «μαχισμό» και τον μπερνσταϊνισμό μέχρι τον ευρωκομμουνισμό συνοδεύονταν σε φιλοσοφικό επίπεδο από την χρήση της υποκειμενικίστικης προσεγγίσεως και διαφόρων εκδοχών του «υποκειμενικού υλισμού», του οποοίου τελευταία εκδήλωση ήταν ο φροϋδο-μαρξισμός.

3. Υπάρχει η αντίστροφος διαδικασία στην αντίθετη πλευρά: οι Καντιανοί αναθεωρητές της Σοσιαλδημοκρατίας, αριστεροί φιλελεύθεροι και προοδευτικοί αποκαλύπτουν την εγγύτητά τους με τους δεξιούς συντηρητικούς, οι οποίοι αποδέχονται τις αξίες της αγοράς, την ελευθερία των συναλλαγών και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

4. Ο Niekisch είχε προφητικά διαβλέψει ήδη από το 1932 και καταγράψει στο βιβλίο του «Ο Χίτλερ αποτελεί κακή μοίρα για την Γερμανία» τον καταστροφικό χαρακτήρα της βαυαρικής και αυστριακής σλαβόφοβης πολιτικής νίκης του Χίτλερ. Εκπληκτικό, ο Niekisch είχε προβλέψει όλες τις τραγικές συνέπειες της νίκης του Χίτλερ για την Γερμανία, την Ρωσία και τον Τρίτο Δρόμο εν γένει.
(ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΕΡΗΜΗ ΧΩΡΑ)