Ο ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΙ Η ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ ΚΗΠΟΥ

Στην Μυτιλήνη γνώρισε τον Έρμαρχο και στην Λάμψακο το Μητρόδωρο που θα γίνουν μαθητές του και αχώριστοι φίλοι. Μαζί με αυτούς και πολλούς άλλους μαθητές του θα έρθει στην Αθήνα το 306 και θα αγοράσει ένα κτήμα με κήπο, όπου θα ιδρύσει και την ομώνυμη σχολή του.
Ο Κήπος του Επίκουρου ήταν μια κοινότητα Φίλων και συμφιλοσοφούντων, με την ολοκληρωμένη έννοια της λέξης, όπου τα κοινά δεν είχαν τη θρησκευτική αυστηρότητα των μελών της Πυθαγόρειας κοινότητας. Ήταν μια κοινότητα ανθρώπων που φιλοσοφούσαν «διάγοντας βίον λιτόν» στηριγμένο στη φιλία και την ισότητα. Μέλη του Κήπου ήταν άνδρες και γυναίκες, ελεύθεροι και «δούλοι» χωρίς καμιά διάκριση. Αρκούνταν ακόμα και σε ένα κομμάτι ψωμί και λίγο νερό και η ζωή τους έπλεε σε πελάγη ευδαιμονίας. Και όμως ένας τέτοιος χαρισματικός άνθρωπος που αγαπήθηκε σαν θεός σχεδόν από τους μαθητές του, κατηγορήθηκε και κατασυκοφαντήθηκε όσο κανένας άλλος φιλόσοφος, από τους αντιπάλους του. Ο άψογος τρόπος ζωής του και η διδασκαλία της φιλοσοφίας του μας επιβάλλουν αν όχι να του αφοσιωθούμε, τουλάχιστον να τον κατανοήσουμε, στήνοντάς τον στο βάθρο που πραγματικά του αξίζει.
Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, ο Επίκουρος υπήρξε μαθητής του Ναυσιφάνη. Ο ίδιος όμως αρνείται ότι υπήρξε μαθητής κάποιου, υποστηρίζοντας ότι ήταν αυτοδίδακτος. Σύμφωνα με το Διογένη Λαέρτιο μελέτησε από μόνος του τα συγγράμματα του Δημόκριτου, του Αναξαγόρα και του Αρχέλαου (Ι΄ 3 και 12). Ο υλιστικός του προσανατολισμός οφείλεται σαφώς στους φιλόσοφους αυτούς που ασπάστηκε την ιδεολογία τους και τους συμπλήρωσε, ανανεώνοντας το ενδιαφέρον και πάλι για την υλιστική φιλοσοφία.
Ο Επίκουρος έγραψε περισσότερους από 300 τόμους (κυλίνδρους) αλλά ελάχιστα έργα έφτασαν μέχρι τα χέρια μας. Κυρίως διασώθηκαν από το Διογένη το Λαέρτιο τρεις επιστολές του Επίκουρου και 40 σημειώσεις όπου συνοψίζονται οι «Κύριες Δόξες» του. Επίσης διασώθηκαν 81 αποφθέγματα (Επικούρου Προσφώνηση) και λίγα αποσπάσματα από το έργο του «Περί φύσεως».
Χώριζε τη φιλοσοφία σε τρία μέρη α) Κανονική ή περί κριτηρίου (θεωρία της γνώσης). β) Φυσική (υλιστική φιλοσοφία). γ) Ηθική (τρόπος ζωής). Την κανονική ή λογική φιλοσοφία συνήθως την δίδασκε μαζί με τη φυσική που την θεωρούσε επιστήμη της γνώσης.
Ο λόγος του Επίκουρου ήταν επιστημονικός, αποφεύγοντας τις λογοτεχνικές και ποιητικές εκφράσεις, δίνοντας μεγαλύτερο βάρος στη νοηματική σαφήνεια των λέξεων. Οι έννοιες αυτές, που αντιστοιχούν επακριβώς στα πράγματα γιατί αναγνωρίζονται από τις αισθήσεις, τις ονόμαζε προλήψεις και αποτελούν βασικό στοιχείο της επικούρειας γνωσιολογίας. Η γνώμη μας για τους θεούς λόγου χάρη δεν είναι πρόληψη αλλά ψευδής υπόληψη (ανεξακρίβωτη δοξασία). Είναι βεβιασμένη κρίση γιατί δεν υπάρχει φυσικό αίτιο και δε στηρίζεται πουθενά.
Κριτήρια της αλήθειας λοιπόν ο Επίκουρος θεωρούσε τα αισθήματα, τις έννοιες (προλήψεις) και τα συναισθήματα. Ο κόσμος δεν είναι δυνατόν να γνωσθεί με άλλον τρόπο. Αν κάνουμε λάθος το μόνο που φταίει είναι ο λαθεμένος συλλογισμός μας, ξεχωρίζοντας έτσι την υποκειμενική μας εντύπωση από την αντικειμενική αλήθεια του κόσμου. «Οι αισθήσεις ποτέ δε μας γελούν», έλεγε ο μεγάλος φιλόσοφος. Θεμελιώνοντας την υλιστική του γνωσιολογία, ο Επίκουρος, έδινε την απάντησή του όχι μόνο στην υποκειμενική αισθησιοκρατία των Στωικών, αλλά και στη μη αναγνώριση της εγκυρότητας των αισθήσεων των Πυρρωνιστών.
Όπως και ο Δημόκριτος, δεχόταν ότι ο κόσμος αποτελείται από πολύ μικρές άτομες φύσεις, τα άτομα, που συνεχώς κινούνται και δε χάνονται ποτέ (είναι άφθαρτα) και έχουν διαφορετικό μέγεθος, βάρος και σχήμα.
Δεχόταν το κενό (αναφή φύση) γιατί χωρίς αυτό δε θα μπορούσε να υπάρχει κίνηση. Όπως και ότι δεν υπάρχει τίποτα έξω από το σύμπαν, ούτε γεννιέται κάτι από το τίποτα.
Η περιστροφική κίνηση των άστρων είναι νομοτέλεια (φυσική αναγκαιότητα) που προέκυψε από τη διαμόρφωση κατά τη γέννηση του κόσμου! (Προς Ηρόδοτο Διογένης Λαέρτιος Ι΄ 77). Για τη μελέτη της φύσης, ο Επίκουρος ήταν κατηγορηματικός. Δε δεχόταν αντιεπιστημονικές υποθέσεις που δε στηρίζονταν πουθενά. Όλα τα φυσικά φαινόμενα στηρίζονται σε φυσικά αίτια, αν δεν τα αναγνωρίσουμε έτσι κινούμαστε μέσα στο ψεύδος και στην πλάνη. Αυτός ήταν και ο λόγος που ασχολήθηκε με τα μετέωρα προκειμένου να καταδείξει τις αιτίες των ουρανίων φαινομένων.
Δεν ήταν όμως ο μόνος.
Ένας άλλος λόγος ήταν, να απομυθοποιήσει αυτά τα φαινόμενα από τη θεοποίηση που υπέστησαν, ώστε ο άνθρωπος να απαλλαγεί από τις δεισιδαιμονίες και το φόβο που τα προκαλεί (άγνοια και αμάθεια) που τον κρατά δέσμιο σε όλη του τη ζωή. Όταν κατανοήσει ότι το κάθε φαινόμενο οφείλεται σε κάποια φυσικά αίτια αποδεσμεύεται από τους φόβους του και διασφαλίζει την ιδανική κατάσταση της ζωής, την ψυχική γαλήνη (αταραξία). Κατανοώντας τη φύση, ο άνθρωπος ολοκληρώνεται, διαλύει το μύθο και λυτρώνεται από την άγνοια και την αμάθεια. Κατανοώντας τη φύση λοιπόν καταχτούμε τη θέση που μας αρμόζει μέσα στη φύση, γινόμαστε ηθικότεροι. Αυτή είναι η φιλοσοφία του Επίκουρου, η τέχνη του ζην, γιατί και η ζωή είναι τέχνη! Ένα δίστιχο του Μένανδρου γλαφυρά και εύθυμα τον βάζει πλάι στο Θεμιστοκλή, χάριν της συνωνυμίας των πατέρων τους «από Νεοκλήδες γεννημένοι και οι δυο, ο ένας μας έσωσε από τη σκλαβιά, ο άλλος από τη χαζομάρα».
Ο Επίκουρος θεωρούσε την Ηδονή σαν αρχή και σκοπό της ευδαιμονίας. Την θεωρούσε σαν πρωταρχικό και συγγενικό αγαθό με τη φύση μας, γιατί μας απαλλάσσει από τον πόνο, την αγωνία, τις λύπες και τους φόβους. Θέτοντας όμως την ηδονή σαν σκοπό της ζωής, δεν εννοούσε τις ηδονές των ασώτων και τις άλλες επίφοβες και παράλογες απολαύσεις, που συνήθιζε ο άνθρωπος με τα μεθύσια και τα ξεφαντώματα, αφού και αυτά δημιουργούν ταραχή στην ψυχή του. Κυρίως εννοούσε την αποφυγή του πόνου, συνέπεια της νηφάλιας λογικής, διώχνοντας κάθε φόβο και διαλύοντας φαντασιώσεις που του φέρνουν ταραχή και τον απομακρύνουν από την ευδαιμονία της ζωής. Όταν ο άνθρωπος απαλλάσσεται από αυτά τα δεινά τότε είναι πραγματικά ευτυχισμένος.
Τόνιζε δε ότι πραγματικός πλούτος είναι να αρκούμαστε στα λίγα, γιατί αυτά ποτέ δε λείπουν από κανέναν. Πηγή δυστυχίας είναι οι παράλογες επιθυμίες. Τις επιθυμίες όμως ο Επίκουρος τις ταξινομούσε έτσι:
α) Φυσικές και αναγκαίες είναι εκείνες που διώχνουν τον πόνο όπως το νερό διώχνει τη δίψα.
β) Φυσικές και μη αναγκαίες είναι εκείνες που διαφοροποιούν την ηδονή χωρίς να διώχνουν τον πόνο, όπως είναι ένα καλό φαγητό, και
γ) Μη φυσικές και μη αναγκαίες είναι αυτές που δεν τις έχουμε καθόλου ανάγκη, όπως είναι η δόξα, οι τιμές με στεφάνια και αγάλματα.
Κατανοώντας τις επιθυμίες αυτές, κάνοντάς τες τρόπο ζωής, ο Επίκουρος, ευγνωμονούσε τη φύση, που τα αναγκαία τα έκανε ευκολοαπόκτητα και τα μη αναγκαία δυσκολοαπόκτητα.
Ο Επίκουρος προέτρεπε τους μαθητές του να φιλοσοφούν, είτε είναι νέοι είτε γέροι, αφού την ευδαιμονία όλοι την αναζητούν. Στις ανθρώπινες πράξεις, έλεγε, καλύτερα να πάει στραβά κάτι το οποίο βασίστηκε σε σωστή κρίση, παρά να πετύχει ένας σκοπός που δεν τέθηκε με σωστή κρίση. Ηθικολογώντας, ο Επίκουρος, θα το έθετε κάπως έτσι: προτιμότερο είναι να είναι κανείς δυστυχισμένος από φρόνηση παρά ευτυχισμένος από αφροσύνη. Γι’ αυτό και δε θεοποιεί την τύχη και φυσικά απορρίπτει τη μαντική και διαφωνεί με την Ειμαρμένη, τονίζοντας ότι δεν υπάρχει τέτοια αναγκαιότητα, πολύ περισσότερο δε προσπαθώντας να την παρακάμψουμε με δεήσεις. Όταν κάποιος κατανοήσει ότι η μαντική είναι πλάνη θα καταλάβει ότι η Ειμαρμένη δεν έχει στήριγμα. Αντίθετα σαν μέγιστο αγαθό θεωρούσε τη φρόνηση, που μέσω αυτής ξεκινούν και οι άλλες μεγάλες αρετές, όπως η Εγκράτεια, η Ανδρεία, η Δικαιοσύνη και η Φιλία. «Αρετές και ευχάριστη ζωή από την ίδια ρίζα φυτρώνουν» («Προς Μενοικέα» Διογένης Λαέρτιος Ι΄ 132-135). Η ευχάριστη ζωή όμως πρέπει να είναι απαλλαγμένη από τον πόνο «Οι δυνατοί πόνοι γρήγορα περνούν, ενώ οι μακροχρόνιοι δεν είναι δυνατοί και εύκολα αντέχονται» έγραφε ο Πλούταρχος στο απόσπασμα 64 για τον Επίκουρο.
Θεωρούσε την πίστη στους θεούς παράγοντα της ανθρώπινης δυστυχίας. Ασεβής δεν είναι αυτός που βγάζει από τη μέση τους θεούς, στους οποίους πιστεύει αρκετός κόσμος, αλλά αυτός που αποδίδει σ’ αυτούς τις δοξασίες των πολλών.
«Αν δε βγάλεις από το νου σου τούτες τις ιδέες» θα γράψει αργότερα ο Λουκρήτιος «και δε διώξεις μακριά δοξασίες που είναι ανάξιες για τους θεούς και ξένες προς τη γαληνότητά τους, η θειότητά τους, υποτιμημένη από σένα θα σε βλάπτει συχνά: όχι επειδή θα διψά για εκδίκηση η υπέρτατη δύναμή τους, αλλά επειδή εσύ ο ίδιος θα φαντάζεσαι πως οι γαλήνιοι και ειρηνικοί εκείνοι θεοί κυλούν μεγάλα κύματα οργής καταπάνω σου… Είναι φανερό λοιπόν, τι είδος ζωή σε περιμένει στο εξής»
Μεγάλο παράγοντα φόβου θεωρούσε ο Επίκουρος το θάνατο, που ο σώφρων έπρεπε να διώξει πάση θυσία. «Κοίτα να συνηθίσεις στην ιδέα ότι ο θάνατος για μας είναι ένα τίποτα» έλεγε προς το Μενοικέα «ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός είναι ανύπαρκτος, κι όταν έρχεται αυτός είμαστε ανύπαρκτοι εμείς!». Η αισθησιοκρατία του άλλωστε πρόσταζε «…ό,τι αποσυντίθεται παύει να αισθάνεται κι ό,τι δεν αισθάνεται δε μας αφορά» («Κύρια Δόξα» 2 Διογένης Λαέρτιος Ι΄ 139).
Η λεγόμενη Τετραφάρμακος είναι η Επικούρεια συνταγή για την ευτυχία της ζωής «Ο θεός δεν είναι επίφοβος, ο θάνατος δεν προκαλεί ανησυχία, το καλό κερδίζεται εύκολα και το κακό αντέχεται εύκολα.
Ο Επίκουρος πέθανε εν μέσω δυνατών πόνων, που κράτησαν δεκατέσσερις μέρες (έπασχε από πέτρα στα νεφρά). Ακόμα και την τελευταία μέρα της ζωής του την αναγνώρισε σαν «ευτυχισμένη μέρα», όταν γράφοντας στον φίλο του Ιδομενέα, αναπολούσε τη χαρά που ένιωθε καθώς αναθυμόταν τις συζητήσεις που είχαν κάνει! Μετά μπήκε σε μια χάλκινη σκάφη γεμάτη με ζεστό νερό και ήπιε ένα ποτήρι ανέρωτο κρασί. Αφού ζήτησε από τους μαθητές του να θυμούνται και να εφαρμόζουν τη διδασκαλία του, πέθανε. Ήταν η μέρα των γενεθλίων του!
Περί φιλοσοφίας
Μη προσποιείστε ότι φιλοσοφείτε, αλλά να φιλοσοφείτε πραγματικά, γιατί δεν έχουμε ανάγκη του να νομίζουμε ότι υγιαίνουμε, αλλά το να υγιαίνουμε αληθινά.
ΟΥ ΠΡΟΣΠΟΙΕΙΣΘΑΙ ΔΕΙ ΦΙΛΟΣΟΦΕΙΝ, ΑΛΛ’ ΟΝΤΩΣ ΦΙΛΟΣΟΦΕΙΝ. ΟΥ ΓΑΡ ΠΡΟΣΔΕΟΜΕΘΑ ΤΟΥ ΔΟΚΕΙΝ ΥΓΙΑΙΝΕΙΝ, ΑΛΛΑ ΤΟΥ ΚΑΤ’ ΑΛΗΘΕΙΑΝ ΥΓΙΑΙΝΕΙΝ. (Επίκουρου Προσφώνησις - LIV)
Εμείς στραφήκαμε προς αυτή τη πράξη, το να φιλοσοφούμε, για να ευδαιμονήσουμε έχοντας πρώτα κατακτήσει το σκοπό της ζωής όπως μας τον θέτει η ίδια η φύση.
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΥΤΗΝ ΩΡΜΗΣΑΜΕ ΠΡΑΞΙΝ (ΦΙΛΟΣΟΦΕΙΝ) ΟΠΩΣ ΕΥΔΑΙΜΟΝΗΣΩΜΕΝ ΤΟ ΕΠΙΖΗΤΟΥΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΚΤΗΣΑΜΕΝΟΙ ΤΕΛΟΣ. (Διογένης Οινοανδέας - Μεγάλη επιγραφή,Αποσπ. 28)
Η φιλοσοφία είναι ενέργεια που με λόγους και διαλογισμούς προξενεί την ευδαιμονία, όπως έλεγε ο Επίκουρος.
ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΜΕΝ ΕΛΕΓΕ ΤΗΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΝ ΕΙΝΑΙ ΛΟΓΟΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΙΣ ΤΟΝ ΕΥΔΑΙΜΟΝΑ ΒΙΟΝ ΠΕΡΙΠΟΙΟΥΣΑΝ.(Σέξτος Εμπειρικός – Προς Ηθικούς 11.169)
Περί Σοφίας
Τη σοφία δεν γίνεται να τη μεταδώσουμε παντού για το λόγο ότι δεν είναι όλοι σε θέση να τη δεχθούν. Αν υποθέσουμε ότι είναι δυνατόν, τότε αληθινά ο τρόπος ζωής των Θεών θα περάσει στους ανθρώπους.
ΤΗΝ ΣΟΦΙΑΝ ΟΥ ΠΑΝΤΑΧΟΥ ΚΟΙΜΙΟΥΜΕΝ, ΕΚΕΙ ΠΑΝΤΕΣ ΜΗ ΔΥΝΑΤΑΙ. ΔΥΝΑΤΗΝ ΔΕ ΑΥΤΗΝ ΑΝ ΥΠΟΘΩΜΕΘΑ, ΄ΤΟΤΕ ΩΣ ΑΛΗΘΩΣ Ο ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΒΙΟΣ ΕΙΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΜΕΤΑΒΗΣΕΤΑΙ. (Διογένης Οινοανδέας – Μεγάλη επιγραφή)
Περί παιδείας
Η φυσιολογία (η μελέτη της Φύσης, η επιστήμη) παρασκευάζει ανθρώπους που ούτε καυχιούνται, ούτε είναι αερολόγοι, ούτε επιδεικνύουν την περιμάχητη(περιζήτητη) από τους πολλούς παιδεία, αλλά σοβαρούς και αυτάρκεις, που φροντίζουν τα μέγιστα επί των δικών τους αγαθών και όχι επί των πραγμάτων.
ΟΥ ΚΟΜΠΟΥΣ ΟΥΔΕ ΦΩΝΗΣ ΕΡΓΑΣΤΙΚΟΥΣ ΟΥΔΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΜΑΧΗΤΟΝ ΠΑΡΑ ΤΟΙΣ ΠΟΛΛΟΙΣ ΠΑΙΔΕΙΑΝ ΕΝΔΕΙΚΝΥΜΕΝΟΥΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΖΕΙ ΑΛΛΑ ΣΟΒΑΡΟΥΣ ΚΑΙ ΑΥΤΑΡΚΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΙΔΙΟΙΣ ΑΓΑΘΟΙΣ, ΟΥΚ ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΜΕΓΑ ΦΡΟΝΟΥΝΤΕΣ. (Επίκουρου Προσφώνησις – XLV)
Περί εννοιών ή νοημάτων των λέξεων
Πρώτα απ’ όλα λοιπόν Ηρόδοτε, πρέπει να ορίσουμε με ακρίβεια τα νοήματα που αντιστοιχούν στις λέξεις, για να μπορούμε να κρίνουμε τις θέσεις ή τα ζητούμενα ή τις απορίες κάνοντας αναγωγή σ’ αυτά και να μην άκριτα αποδεικνύουμε τα πάντα στο άπειρο, ή να χρησιμοποιούμε κενές λέξεις. Γιατί είναι ανάγκη το πρωταρχικό νόημα κάθε λέξης να είναι φανερό και να μη χρειαζόμαστε να το αποδείξουμε.
ΠΡΩΤΟΝ ΜΕΝ ΟΥΝ ΤΑ ΥΠΟΤΕΤΑΓΜΕΝΑ ΤΟΙΣ ΦΘΟΓΓΟΙΣ, Ω ΗΡΟΔΟΤΕ, ΔΕΙ ΕΙΛΗΦΕΝΑΙ, ΟΠΩΣ ΑΝ ΤΑ ΔΟΞΑΖΟΜΕΝΑ Η ΖΗΤΟΥΜΕΝΑ Η ΑΠΟΡΟΥΜΕΝΑ ΕΧΩΜΕΝ ΕΙΣ ΤΑΥΤΑ ΑΝΑΓΑΓΟΝΤΕΣ ΕΠΙΚΡΙΝΕΙΝ, ΚΑΙ ΜΗ ΑΚΡΙΤΑ ΠΑΝΤΑ ΗΜΙΝ <Η> ΕΙΣ ΑΠΕΙΡΟΝ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΙΝ Η ΚΕΝΟΥΣ ΦΘΟΓΓΟΥΣ ΕΧΩΜΕΝ, ΑΝΑΓΚΗ ΓΑΡ ΤΟ ΠΡΩΤΟΝ ΕΝΝΟΗΜΑ ΚΑΘ’ ΕΚΑΣΤΟΝ ΦΘΟΓΓΟΝ ΒΛΕΠΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΜΗΘΕΝ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΣ ΠΡΟΣΔΕΙΣΘΑΙ. (Επίκουρος, επιστολή προς Ηρόδοτο).
Περί κριτηρίων της αλήθειας
Ο Επίκουρος λέει στον Κανών ότι τα κριτήρια της αλήθειας είναι οι αισθήσεις, οι προλήψεις και τα πάθη(συναισθήματα).
ΕΝ ΤΟΙΝΥΝ ΤΩ ΚΑΝΟΝΙ ΛΕΓΩΝ ΕΣΤΙΝ Ο ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑΣ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΘΗ. (Διογένης Λαέρτιος – Βίοι Φιλοσόφων)
Στηριζόμενοι λοιπόν στις αισθήσεις, στις απλές επιβολές είτε στις διανοητικές ή σε όποιο άλλο κριτήριο καθώς επίσης και στα υπάρχοντα πάθη, μπορούμε να βγάζουμε συμπεράσματα και για όσα επιδέχονται επιβεβαίωση και για τα άδηλα.
ΕΤΙ ΤΕ ΚΑΙ ΤΑΣ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΔΕΙ ΠΑΝΤΩΣ ΤΗΡΕΙΝ ΚΑΙ ΑΠΛΩΣ ΤΑΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΕΠΙΒΟΛΑΣ ΕΙΤΕ ΔΙΑΝΟΙΑΣ ΕΙΘ’ ΟΤΟΥ ΔΗΠΟΤΕ ΤΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ, ΟΜΟΙΩΣ ΔΕ ΚΑΙ ΤΑ ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΠΑΘΗ, ΟΠΩΣ ΑΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΜΕΝΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΔΗΛΟΝ ΕΧΩΜΕΝ ΟΙΣ ΣΗΜΕΙΩΣΟΜΕΘΑ. (Επίκουρος - επιστολή προς Ηρόδοτο)
Περί αισθήσεων
Η αίσθηση είναι αντιληπτική σε όσα της υποπίπτουν και τίποτε δεν αφαιρείται ή προστίθεται σε αυτήν, είναι άλογη, για τα πάντα αληθεύει και το ίδιο το ον την λαμβάνει από τη φύση του ως έχει. Όλων δε των αισθητών αληθή είναι, αυτά που στοχαζόμαστε διαφέρουν και τα μεν είναι αληθή τα δε ψευδή.
ΤΗΝ ΤΕ ΑΙΣΘΗΣΙΝ ΑΝΤΙΛΗΠΤΙΚΗΝ ΟΥΣΑΝ ΤΩΝ ΥΠΟΠΙΠΤΟΝΤΩΝ ΑΥΤΗ, ΚΑΙ ΜΗΤΕ ΑΦΑΙΡΟΥΣΑΝ ΤΙ ΜΗΤΕ ΠΡΟΣΤΙΘΕΙΣΑΝ ΤΩ ΑΛΟΓΟΝ ΕΙΝΑΙ, ΔΙΑ ΠΑΝΤΟΣ ΤΕ ΑΛΗΘΕΥΕΙΝ ΚΑΙ ΟΥΤΩ ΤΟ ΟΝ ΛΑΜΒΑΝΕΙΝ ΩΣ ΕΙΧΕ ΦΥΣΕΩΣ ΑΥΤΟ ΕΚΕΙΝΟ. ΠΑΝΤΩΝ ΔΕ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΤΩΝ ΑΛΗΘΩΝ ΟΝΤΩΝ, ΤΑ ΔΟΞΑΣΤΑ ΔΙΑΦΕΡΕΙΝ, ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΝ ΑΥΤΩΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΗ ΤΑ ΔΕ ΨΕΥΔΗ… (Σέξτος Εμπειρικός- Προς Λογικούς,8.9)
Περί συναισθήματος ηδονής
Η ηδονή είναι η αρχή και ο σκοπός(το τέλος) της ζωής.
ΤΗΝ ΗΔΟΝΗΝ ΑΡΧΗΝ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΛΕΓΟΜΕΝ(Επίκουρος - Επιστολή προς Μενοικέα)
Όταν λέμε ότι η ηδονή είναι το τέλος(ο σκοπός της ζωής), δεν επιλέγουμε τις ηδονές των ασώτων και αυτές των απολαύσεων όπως νομίζουν κάποιοι από άγνοια και δεν αποδέχονται ή που αντιλαμβάνονται κακώς, αλλά το να μη πονά το σώμα και το να μην ταράσσεται η ψυχή.
ΟΤΑΝ ΟΥΝ ΛΕΓΩΜΕΝ ΗΔΟΝΗΝ ΤΕΛΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙΝ, ΟΥ ΤΑΣ ΤΩΝ ΑΣΩΤΩΝ ΗΔΟΝΑΣ ΚΑΙ ΤΑΣ ΕΝ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙ ΚΕΙΜΕΝΑΣ ΛΕΓΟΜΕΝ, ΩΣ ΤΙΝΕΣ ΑΓΝΟΟΥΝΤΕΣ ΚΑΙ ΟΥΧ ΟΜΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ Η ΚΑΚΩΣ ΕΚΔΕΧΟΜΕΝΟΙ ΝΟΜΙΖΟΥΣΙΝ, ΑΛΛΑ ΤΟ ΜΗΤΕ ΑΛΓΕΙΝ ΚΑΤΑ ΣΩΜΑ ΜΗΤΕ ΤΑΡΑΤΤΕΣΘΑΙ ΚΑΤΑ ΨΥΧΗΝ. (Επίκουρος -Επιστολή προς Μενοικέα)
Δεν είναι οι αδιάκοπες διασκεδάσεις ούτε οι απολαύσεις αγοριών και γυναικών ούτε των ιχθύων και άλλων εδεσμάτων που φέρουν τα πολυτελή τραπέζια, εκείνα που γεννούν τον ηδονικό βίο, αλλά ο νηφάλιος στοχασμός, η εξερεύνηση των αιτιών για κάθε προτίμηση ή αποφυγή.
ΟΥ ΓΑΡ ΠΟΤΟΙ ΚΑΙ ΚΩΜΟΙ ΣΥΝΕΙΡΟΝΤΕΣ ΟΥΔ’ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙΣ ΠΑΙΔΩΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΟΥΔ’ ΙΧΘΥΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ, ΟΣΑ ΦΕΡΕΙ ΠΟΛΥΤΕΛΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ, ΤΟΝ ΗΔΥΝ ΓΕΝΝΑ ΒΙΟΝ, ΑΛΛΑ ΝΗΦΩΝ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΑΣ ΑΙΤΙΑΣ ΕΞΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΣΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ ΚΑΙ ΦΥΓΗΣ …(Επίκουρος - Επιστολή προς Μενοικέα)
Περί συναισθήματος πόνου(άλγος)
Το κάθε συναίσθημα πόνου είναι ευκαταφρόνητο (ασήμαντο). Ο μεν έντονος πόνος είναι σύντομος ως προς το χρόνο που διαρκεί. Ο δε χρόνιος πόνος της σαρκός, είναι ήπιος.
ΠΑΣΑ ΑΛΓΗΔΩΝ ΕΥΚΑΤΑΦΡΟΝΗΤΟΣ. Η ΓΑΡ ΣΥΝΤΟΝΟΝ ΕΧΟΥΣΑ ΤΟ ΠΟΝΟΥΝ ΣΥΝΤΟΜΟΝ ΕΧΕΙ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟΝ, Η ΔΕ ΧΡΟΝΙΖΟΥΣΑ ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΣΑΡΚΑ ΑΒΛΗΧΡΟΝ ΕΧΕΙ ΤΟΝ ΠΟΝΟΝ. (Επίκουρου Προσφώνησις - IV)
Περί θανάτου
Ο θάνατος δεν είναι τίποτε για εμάς, το μεν διαλυθέν είναι αναίσθητο(δεν έχει αισθήσεις), το δε αναίσθητο δεν είναι τίποτε για εμάς.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΟΥΔΕΝ ΠΡΟΣ ΗΜΑΣ, ΤΟ ΓΑΡ ΔΙΑΛΥΘΕΝ ΑΝΑΙΣΘΗΤΕΙ, ΤΟ Δ’ ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΥΝ ΟΥΔΕΝ ΠΡΟΣ ΗΜΑΣ.(Επίκουρου Προσφώνησις - ΙΙ)
Περί γνώσεως Θεών
Οι Θεοί βέβαια υπάρχουν, διότι η γνώση που έχουμε γι΄αυτούς είναι εναργής (ξεκάθαρη, ολοφάνερη, διαχρονική και καθολική).
ΘΕΟΙ ΜΕΝ ΓΑΡ ΕΙΣΙΝ. ΕΝΑΡΓΗΣ ΓΑΡ ΑΥΤΩΝ ΕΣΤΙΝ Η ΓΝΩΣΙΣ(Επίκουρος - Επιστολή προς Μενοικέα)
Κατ΄ αρχήν τον Θεό να τον νομίζεις σαν άφθαρτο και μακάριο ον, όπως η κοινή νόηση μας τον παρουσιάζει και να μην του προσάπτεις ιδιότητες και συμπεριφορές που δεν ανήκουν στην αφθαρσία και στην μακαριότητά του.
ΠΡΩΤΟΝ ΜΕΝ ΤΟΝ ΘΕΟΝ ΖΩΟΝ ΑΦΘΑΡΤΟΝ ΚΑΙ ΜΑΚΑΡΙΟΝ ΝΟΜΙΖΩΝ, ΩΣ Η ΚΟΙΝΗ ΝΟΗΣΙΣ ΥΠΕΓΡΑΦΗ , ΜΗΘΕΝ ΜΗΤΕ ΤΗΣ ΑΦΘΑΡΣΙΑΣ ΑΛΛΟΤΡΙΟΝ ΜΗΤΕ ΤΗΣ ΜΑΚΑΡΙΟΤΗΤΟΣ ΑΝΟΙΚΙΟΝ ΑΥΤΩ ΠΡΟΣΑΠΤΕ.(Επίκουρος - Επιστολή προς Μενοικέα)
Ασεβής δεν είναι αυτός που αναιρεί τους Θεούς των πολλών, αλλά αυτός που τις δοξασίες των πολλών προσάπτει στους Θεούς.
ΑΣΕΒΗΣ ΔΕ ΟΥΧ Ο ΤΟΥΣ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ ΘΕΟΥΣ ΑΝΑΙΡΩΝ, ΑΛΛ’ Ο ΤΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ ΔΟΞΑΣ ΘΕΟΙΣ ΠΡΟΣΑΠΤΩΝ. (Επίκουρος, επιστολή προς Μενοικέα)
…και τους καλύτερους τους κατατρέχουν ως άθεους και γι αυτό θα δηλώσω ότι δεν είμαστε εμείς (οι επικούρειοι) που αναιρούμε τους Θεούς, αλλά άλλοι…
ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΧΡΗΣΤΟΤΑΤΟΥΣ ΩΣ ΑΘΕΟΥΣ ΛΕΙΑΝ ΚΑΤΑΤΡΕΧΟΥΣΙ ΚΑΙ ΔΗ ΚΑΙ ΓΕΝΗΣΕΤΑΙ ΔΗΛΟΝ ΩΣ ΟΥΧΙ ΗΜΕΙΣ ΑΝΑΙΡΟΥΜΕΝ ΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ ΑΛΛ ΕΤΕΡΟΙ. (Διογένης Οινοανδέας - Μεγάλη Επιγραφή)
Περί επιθυμιών
Το ευδαίμων και μακάριον, ούτε το πλήθος των χρημάτων, ούτε ο όγκος των πραγμάτων που μπορεί να κάνει κάποιος, ούτε οι εξουσίες, ούτε οι δυνάμεις(η ισχύς) φέρνουν, αλλά η αλυπία και η πραότης των παθών και η διάθεση της ψυχής, όπως η φύση ορίζει.
ΤΟ ΕΥΔΑΙΜΩΝ ΚΑΙ ΜΑΚΑΡΙΟΝ ΟΥ ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΘΟΣ ΟΥΔΕ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΟΓΚΟΣ ΟΥΔ’ ΑΡΧΑΙ ΤΙΝΕΣ ΕΧΟΥΣΙΝ ΟΥΔΕ ΔΥΝΑΜΕΙΣ, ΑΛΛ’ ΑΛΥΠΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΟΤΗΣ ΠΑΘΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΦΥΣΙΝ ΟΡΙΖΟΥΣΑ (Πλούταρχος – ΠΩΣ ΔΕΙ ΤΟΝ ΝΕΟΝ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ ΑΚΟΥΕΙΝ,14)
Περί προτιμήσεων και αποφυγών
Ανάγουμε κάθε προτίμηση και κάθε αποφυγή εις την υγεία του σώματος και εις την αταραξία της ψυχής, αυτός είναι ο σκοπός της ευχάριστης και γαλήνιας ζωής.
ΠΑΣΑΝ ΑΙΡΕΣΙΝ ΚΑΙ ΦΥΓΗΝ ΕΠΑΝΑΓΕΙΝ ΟΙΔΕΝ ΕΠΙ ΤΗΝ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΥΓΙΕΙΑΝ ΚΑΙ ΤΗΝ <ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ> ΑΤΑΡΑΞΙΑΝ, ΕΠΕΙ ΤΟΥΤΟ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΣ ΖΗΝ ΕΣΤΙ ΤΕΛΟΣ. (Επίκουρος - Επιστολή προς Μενοικέα)
Περί Αρετών
Οι αρετές είναι ένα με το να ζεις ευχάριστα και το να ζει κάποιος ευχάριστα είναι αχώριστο από τις αρετές.
ΣΥΜΠΕΦΥΚΑΣΙ ΓΑΡ ΑΙ ΑΡΕΤΑΙ ΤΩ ΖΗΝ ΗΔΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΝ ΗΔΕΩΣ ΤΟΥΤΩΝ ΕΣΤΙΝ ΑΧΩΡΙΣΤΟΝ (Διογένης Οινοανδέας – Μεγάλη επιγραφή)
O Επίκουρος λέγει ότι αχώριστη από την ηδονή είναι μόνον η αρετή, όλα τα’ άλλα ξεχωρίζουν.
Ο Δ’ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ (ΛΕΓΕΙ) ΚΑΙ ΑΧΩΡΙΣΤΟΝ ΦΗΣΙ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ ΤΗΝ ΑΡΕΤΗ ΜΟΝΗΝ. ΤΑ Δ’ ΑΛΛΑ ΧΩΡΙΖΕΣΘΑΙ, ΟΙΟΝ ΒΡΩΤΑ.(Διογένης Λαέρτιος – Βίοι Φιλοσόφων)
Οι επικούρειοι «τιμούμε το καλό και τις αρετές και τα υπόλοιπα εάν αυτά παρασκευάζουν την ηδονή».
ΤΙΜΗΤΕΟΝ ΤΟ ΚΑΛΟΝ ΚΑΙ ΤΑΣ ΑΡΕΤΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΟΙΟΥΤΟΤΡΟΠΑ ΕΑΝ ΗΔΟΝΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΖΕΙ (Επικ. Απ. 12 - Αθήναιος ΧΙΙ)
Περί αυτάρκειας
Ο μέγιστος καρπός της αυτάρκειας είναι η ελευθερία.
ΤΗΣ ΑΥΤΑΡΚΕΙΑΣ ΚΑΡΠΟΣ ΜΕΓΙΣΤΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ (Επίκουρου Προσφώνησις - LXXVII)
Και την αυτάρκεια μέγα αγαθό θεωρούμε, όχι για να χρησιμοποιούμε τα λίγα πάντα, αλλά εάν δε έχουμε τα πολλά να αρκούμαστε στα λίγα, γνήσια πεπεισμένοι ότι την πολυτέλεια καλύτερα την απολαμβάνουν αυτοί που την έχουν ελάχιστα ανάγκη και ότι το μεν φυσικό πάντα είναι ευκολοπέραστο , το μάταιο δυσκολοπέραστο, και ότι οι λιτοί χυλοί όταν εξαλείφουν το άλγος της πείνας, ίση ηδονή επιφέρουν με τα πολυτελή γεύματα.
ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΥΤΑΡΚΕΙΑΝ ΔΕ ΑΓΑΘΟΝ ΜΕΓΑ ΝΟΜΙΖΟΜΕΝ, ΟΥΧ ΙΝΑ ΠΑΝΤΩΣ ΤΟΙΣ ΟΛΙΓΟΙΣ ΧΡΩΜΕΘΑ, ΑΛΛ’ ΟΠΩΣ ΕΑΝ ΜΗ ΕΧΩΜΕΝ ΤΑ ΠΟΛΛΑ, ΤΟΙΣ ΟΛΙΓΟΙΣ ΑΡΚΩΜΕΘΑ, ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΟΙ ΓΝΗΣΙΩΣ ΟΤΙ ΗΔΙΣΤΑ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑΣ ΑΠΟΛΑΥΟΥΣΙΝ ΟΙ ΗΚΙΣΤΑ ΤΑΥΤΗΣ ΔΕΟΜΕΝΟΙ, ΚΑΙ ΟΤΙ ΤΟ ΜΕΝ ΦΥΣΙΚΟΝ ΠΑΝ ΕΥΠΟΡΙΣΤΟΝ ΕΣΤΙ, ΤΟ ΔΕ ΚΕΝΟΝ ΔΥΣΠΟΡΙΣΤΟΝ, ΟΤΙ ΤΕ ΛΙΤΟΙ ΧΥΛΟΙ ΙΣΗΝ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙ ΔΙΑΙΤΗ ΤΗΝ ΗΔΟΝΗΝ ΕΠΙΦΕΡΟΥΣΙΝ, ΟΤΑΝ ΑΠΑΝ ΤΟ ΑΛΓΟΥΝ ΚΑΤ’ ΕΝΔΕΙΑΝ ΕΞΑΙΡΕΘΗ. (Επίκουρος - Επιστολή προς Μενοικέα)
Περί ολιγάρκειας
Για όποιον δεν είναι το ολίγον ικανό, τίποτε δεν είναι ικανό. Έλεγε δε(ο Επίκουρος), πως έτοιμος είναι να διαγωνισθεί με τον Δία υπέρ ευδαιμονίας, φθάνει να έχει μάζα και νερό.
Ω ΟΛΙΓΟΝ ΟΥΧ ΙΚΑΝΟΝ, ΑΛΛΑ ΤΟΥΤΩ ΓΕ ΟΥΔΕΝ ΙΚΑΝΟΝ. ΕΛΕΓΕ ΔΕ ΕΤΟΙΜΩΣ ΕΧΕΙΝ ΚΑΙ ΤΩ ΔΙΙ ΥΠΕΡ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑΣ ΔΙΑΓΩΝΙΖΕΣΘΑΙ, ΜΑΖΑΝ ΕΧΩ ΚΑΙ ΥΔΩΡ.( Αιλιανός, IV13)
Περί πολιτικής
Ο σοφός ούτε θα πολιτευτεί, όπως είπε (ο Επίκουρος) στο πρώτο βιβλίο Περί Βίων.
ΟΥΔΕ ΠΟΛΙΤΕΥΣΕΤΑΙ, ΩΣ ΕΝ ΤΗ ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙ ΒΙΩΝ. (Διογένης Λαέρτιος – Βίοι Φιλοσόφων,10.119)
Ο Επίκουρος είπε, ο σοφός δεν ασχολείται με την πολιτική εκτός αν συντρέχoυν σοβαροί λόγοι.
Epicurus ait: Non accedet ad rem publicam sapiens, nisi si quid intervenerit (ΠΕΡΙ ΗΣΥΧΙΑΣ – Σενέκας 30.2)
Γιατί λοιπόν να τρέχουμε πίσω από πράγματα που τα ορίζουν οι άλλοι;.
ΤΙ ΟΥΝ ΜΕΤΑΔΙΩΚΟΜΕΝ ΠΡΑΓΜΑ ΤΟΙΟΥΤΟΝ, ΟΥ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑΝ ΕΧΟΥΣΙΝ ΑΛΛΟΙ; (Διογένης Οινοανδέας - Μεγάλη επιγραφή,αποσπ.112.1.8)
Περί ευδαιμονίας
Πρέπει πράγματι να μελετάμε αυτά που φέρνουν την ευτυχία, γιατί παρούσας αυτής τα πάντα έχουμε, απούσας δε, πράττουμε τα πάντα για να την αποκτήσουμε.
Μελετάν ούν χρη τα ποιούντα την ευδαιμονίαν, είπερ παρούσης μεν αυτής πάντα έχομεν, απούσης δε πάντα πράττομεν εις το ταύτην έχειν. (Επίκουρος - Επιστολή προς Μενοικέα)
Περί φιλίας
Από όσα η σοφία προετοιμάζει στην μακαριότητα όλου του βίου, το μέγιστο είναι η απόκτηση της φιλίας.
ΩΝ Η ΣΟΦΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΖΕΤΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΤΟΥ ΟΛΟΥ ΒΙΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΤΗΤΑ ΠΟΛΥ ΜΕΓΙΣΤΟΝ ΕΣΤΙΝ Η ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ ΚΤΗΣΙΣ. (Επίκουρου Κύριαι Δόξαι - XXVII)
Περί δικαιοσύνης
Ο δίκαιος είναι αταρακτότατος, ο δε άδικος είναι γεμάτος από τη μεγαλύτερη ταραχή.
Ο ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΤΑΡΑΚΤΟΤΑΤΟΣ, Ο Δ’ ΑΔΙΚΟΣ ΠΛΕΙΣΤΗΣ ΤΑΡΑΧΗΣ ΓΕΜΩΝ. (Επίκουρου Κύριαι Δόξαι - XVII).
Περί τύχης
Λίγα στο Σοφό η τύχη προσθέτει, τα δε μέγιστα και κυριώτατα ο λογισμός σπεύδει να τα επιτεύξει και κατά τον συνεχή χρόνο του βίου να διοικεί και να διοικήσει.
ΒΡΑΧΕΑ ΣΟΦΩ ΤΥΧΗ ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΕΙ, ΤΑ ΔΕ ΜΕΓΙΣΤΑ ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΤΑΤΑ Ο ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΙΩΚΗΚΕ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΣΥΝΕΧΗ ΧΡΟΝΟΝ ΤΟΥ ΒΙΟΥ ΔΙΟΙΚΕΙ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΕΙ. (Επίκουρου Κύριαι Δόξαι - XVI)
Περί της Επικουρείων Πρόθεσης
Ως Επικούρειοι έχουμε την πρόθεση
ότι με πολλή πεποίθηση θα διδάξουμε τους άλλους
και τώρα και όταν διαπρέψουμε,
όσοι έτσι απότομα γεννηθούμε από τους καθηγητές,
αλλά το ενωτικό και πιο σημαντικό
είναι ότι θα πειθαρχούμε στον Επίκουρο, σύμφωνα με τον οποίο επιλέξαμε να ζούμε
καθώς και στην ελεύθερη και θαρρετή έκφραση γνώμης.
ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΩΝ ΠΡΟΘΕΣΙΣ
ΜΕΤΑ ΠΟΛΛΗΣ ΠΕΠΟΙΘΗΣΕΩΣ ΑΛΛΟΥΣ ΝΟΥΘΕΤΗΣΟΜΕΝ
ΚΑΙ ΝΥΝ ΚΑΙ ΔΙΑΠΡΕΨΑΝΤΕΣ
ΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΟΥΤΩΣ ΑΠΟΤΟΜΟΙ ΓΕΝΗΘΕΝΤΕΣ
ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΝΕΧΟΝ ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΤΑΤΟΝ
ΕΠΙΚΟΥΡΩΙ ΚΑΘ’ ΟΝ ΖΗΝ ΗΙΡΗΜΕΘΑ ΠΕΙΘΑΡΧΗΣΟΜΕΝ
ΩΣ ΚΑΙ ΠΑΡΡΗΣΙΑΙ (Φιλόδημου, Περί Παρρησίας, 45)
Τόσο ο Επίκουρος, όσο και οι υπόλοιποι Επικούρειοι φιλόσοφοι, ήταν πολυγραφότατοι. Συνέγραψαν εκατοντάδες βιβλία και επιστολές, που μέχρι τα ύστερα χρόνια της αρχαιότητας, δηλαδή μέχρι και το 300 μ.χ. ήταν σε χρήση. Σήμερα πλην των ανωτέρω επιτομών και των αποσπασμάτων, τα επικούρεια κείμενα δεν υφίστανται. Η εσκεμμένη καταστροφή των επικούρειων συγγραμμάτων τα χρόνια του μεσαίωνα, ήταν ανυπολόγιστη για τον Ελληνικό και όχι μόνο Πολιτισμό. Το μεγαλείο του Επίκουρου και των άλλων Επικούρειων συνεχίζει να μας δείχνει τον δρόμο της Φιλοσοφίας του ακόμη και σήμερα , χάριν στους ερευνητές που τους τελευταίους 2-3 αιώνες διέσωσαν όσα περισσότερα κείμενα ήταν δυνατόν. Η προσπάθεια αυτή συνεχίζεται και στις μέρες μας. Επιπλέον, κυρίως τα τελευταία χρόνια, Έλληνες συγγραφείς κι εκδότες κυκλοφορούν για πρώτη φορά επιτέλους στον τόπο που γέννησε την φιλοσοφία, βιβλία και περιοδικά που αναφέρονται στην Επικούρεια Σχολή, κάνοντας προσιτή την απόκτηση της γνώσης που οδηγεί στην ατομική και συλλογική ευδαιμονία.